Στη δεύτερη φάση λειτουργίας του περνά ο θεσμός του Προσωπικού Γιατρού με σημαντικές βελτιώσεις προς όφελος πολιτών και γιατρών και με βασικό δεδομένο ότι στην αφετηρία της λειτουργίας του υπάρχει η πρόληψη.
Πρέπει, λοιπόν, όλοι να κατανοήσουμε ότι όταν μιλάμε για Προσωπικό Γιατρό μιλάμε για πρόληψη και κατ’ επέκταση για τον γιατρό εκείνο όπου δεν θα πάει κάποιος επειδή έχει κάποια ενόχληση, αλλά για τον γιατρό που θα καθοδηγήσει τον πολίτη σε όλα τα βασικά προληπτικά βήματα για τη διατήρηση μιας καλής υγείας. Ο προσωπικός γιατρός θα είναι είτε παθολόγος, είτε γενικής ιατρικής και το ιατρείο του θα λειτουργεί στο δήμο, στον οποίο διαμένει ο πολίτης προς διευκόλυνσή του.
Επιπλέον, όλοι οι πολίτες θα έχουν προσωπικό γιατρό, στο δήμο που διαμένουν, έως το τέλος του έτους. Όσοι δεν επιθυμούν να έχουν συμβεβλημένο γιατρό με τον ΕΟΠΥΥ (στον οποίοι οι επισκέψεις θα είναι δωρεάν) ή γιατρό από τις δημόσιες δομές, τους δίνεται η δυνατότητα να ορίσουν ως προσωπικό γιατρό, το δικό τους ιδιώτη γιατρό, ο οποίος δεν έχει συμβληθεί με τον ΕΟΠΥ, αλλά σε αυτήν την περίπτωση, θα τον πληρώνουν οι ίδιοι. Οι πολίτες, οι οποίοι δεν θα έχουν εγγραφεί σε προσωπικό γιατρό, έως το τέλος του έτους, θα αντιστοιχιστούν με συγκεκριμένο γιατρό της περιοχής τους (από τις υπηρεσίες του υπουργείου Υγείας).
Σε ερώτηση του Liberal, εάν οι πρώτες εγγραφές των πολιτών σε προσωπικούς γιατρούς θα ισχύσουν ή ακυρώνονται και θα πρέπει να γίνει εκ νέου η διαδικασία, η αναπληρώτρια υπουργός Υγείας, Ειρήνη Αγαπηδάκη απάντησε, ότι με βάση την ανάλυση ανά δήμο, θα έχει τη δυνατότητα κάποιος ο οποίος μένει, για παράδειγμα, στο Παγκράτι να έχει και προσωπικό γιατρό στο Παγκράτι. Να συνεχίσει να τον έχει. Το να έχεις γιατρό στον Πειραιά και να μένεις στην Κηφισιά είναι κάτι που δεν το θέλουμε, διότι και μόνο το κόστος που συνεπάγεται η ταλαιπωρία θα λειτουργήσει ως αντικίνητρο.
«Άρα θα πάμε σε μια ανακατανομή καλώντας τους πολίτες να διαλέξουν γιατρούς στο επίπεδο του δήμου. Θα ανοίξουμε, λοιπόν, το σύστημα. Το σύστημα, άλλωστε, είναι πάντα ανοιχτό. Έχουμε και τώρα που μιλάμε μετακινήσεις. Κάποιοι γιατροί φεύγουνε από το σύστημα. Άλλοι μπαίνουν. Κάποιοι ασθενείς αλλάζουν γιατρό.
Υπάρχει αυτή η διαδικασία. Είναι δυναμική. Θα συνεχίζεται. Οπότε θα προβλέπονται και αντίστοιχες μεταβατικές διατάξεις και για αυτές τις περιπτώσεις και θα το καλύψουμε αυτό».
Ο υπουργός Υγείας, Άδωνις Γεωργιάδης, πρόσθεσε δε ότι «δεν έχει νόημα η Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας αν ο γιατρός είναι μακριά. Ο προσωπικός γιατρός είναι προσωπικός. Θα τον χρειαστείς γρήγορα και θα τον βρεις. Άρα είναι πολύ κρίσιμο αυτό που τώρα σας είπε η κυρία Αγαπηδάκη, για την επιτυχία του να μετράμε τους δείκτες και να δουλεύουνε».
Μερικά παραδείγματα για το πώς ακριβώς θα λειτουργεί ο Προσωπικός Γιατρός: θα καταγράφει στον ατομικό ηλεκτρονικό φάκελο υγείας την αρτηριακή πίεση σύμφωνα με τις κατευθυντήριες οδηγίες, να πούμε εδώ ότι έχουμε ενάμισι εκατομμύριο αδιάγνωστους υπερτασικούς ασθενείς στη χώρα, θα δίνει ατομικά συγκεκριμένες οδηγίες, θα παροτρύνει τις γυναίκες να συμμετέχουν στο δωρεάν πρόγραμμα μαστογραφίας, όπου είναι δυνατόν θα αξιολογεί κι άλλα στοιχεία όπως αν υπάρχει οικογενειακό ιστορικό, διενέργεια προσυμπτωματικού ελέγχου κ.ά.
Ο ρόλος του προσωπικού γιατρού θα αφορά στην πρόληψη των ασθενειών. Γι’ αυτό, ο προσυμπτωματικός έλεγχος των εγγεγραμμένων πολιτών στο γιατρό αυτό, θα αποτελεί κριτήριο για την απόδοσή του και θα συνδέεται με τις αποδοχές του.
Εάν για παράδειγμα, ο πληθυσμός αναφοράς ενός προσωπικού γιατρού έχει υψηλά ποσοστά προληπτικών εξετάσεων (στο πλαίσιο της εφαρμογής των προγραμμάτων προσυμπτωματικού ελέγχου), τότε, θα λαμβάνει επιπλέον ποσά, πέραν της αμοιβής του, ενώ στην αντίθετη περίπτωση, θα υπάρχουν «ποινές».
Πανεπιστημιακά Κέντρα Υγείας
Τριάντα πανεπιστημιακοί γιατροί θα στελεχώσουν τα επτά Πανεπιστημιακά Κέντρα Υγείας, τα οποία αναμένεται να ιδρυθούν στις πόλεις, στις οποίες λειτουργούν Ιατρικές Σχολές: Αθήνα, Θεσσαλονίκη, Αλεξανδρούπολη, Λάρισα, Ιωάννινα, Πάτρα και Ηράκλειο Κρήτης.
Ενδέχεται ο αριθμός τους να αυξηθεί σε οκτώ, καθώς είναι πιθανό να λειτουργήσουν δύο πανεπιστημιακά Κέντρα Υγείας στην Αττική.
Σε κάθε πανεπιστημιακό Κέντρο Υγείας θα προβλέπονται 4 θέσεις ΔΕΠ (Διδακτικού Ερευνητικού Προσωπικού), εκτός από την Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη, όπου θα είναι πέντε οι θέσεις. Έμφαση δίνεται στην προληπτική ιατρική με τη διάρθρωση να έχει ως εξής:
- 1 Παθολόγος/Γενικός ιατρός με εξειδίκευση στην επείγουσα ιατρική (υπεύθυνος για την παροχή υπηρεσιών τηλεϊατρικής)
- 1-2 Παθολόγοι/Γενικοί Ιατροί με μετεκπαίδευση στην πρόληψη καρδιαγγειακών νοσημάτων με έμφαση στη δυσλιπιδαιμία
- 1 Παιδίατρος με εξειδίκευση στον σακχαρώδη διαβήτη και την παιδική παχυσαρκία
- 1 Ψυχολόγος στο αντικείμενο της ψυχολογίας της υγείας ή ελλείψει αυτού στην προαγωγή της υγείας.
Στα 7 πανεπιστημιακά Κέντρα Υγείας θα εγκατασταθούν σταθμοί τηλεϊατρικής. Μεσοπρόθεσμος στόχος είναι να δημιουργηθούν τοπικά δίκτυα τηλεϊατρικής ΠΦΥ, στα οποία θα συμμετέχουν και οι προσωπικοί γιατροί.
Συγκεκριμένα, η Ε. Αγαπηδάκη στη διάρκεια της παρουσίασης του προγράμματος δήλωσε: «Η έννοια της Πρόληψης βρίσκεται στο επίκεντρο της μεταρρύθμισης της ΠΦΥ στην οποία ο Προσωπικός Γιατρός αποτελεί βασικό στοιχείο. Ενισχύουμε τον θεσμό μέσω της αύξησης των Προσωπικών Γιατρών στο σύστημα σε επίπεδο δήμου ώστε να μπορεί κάθε πολίτης να βρει προσωπικό γιατρό κοντά στο μέρος που ζει και εργάζεται.
Παράλληλα, δημιουργούμε για πρώτη φορά στη χώρα 7 Πανεπιστημιακά Κέντρα Υγείας όπου εγκαθίστανται εκπαιδευτικοί σταθμοί τηλεϊατρικής για την υποστήριξη των Προσωπικών Γιατρών και όχι μόνο. Επιπλέον, προκηρύσσουμε 1.375 θέσεις για τη στελέχωση των δομών Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας και των Πανεπιστημιακών Κέντρων Υγείας.
Και δεν σταματάμε εδώ καθώς, συνεχίζουμε τη μεγαλύτερη αναβάθμιση υποδομών της ΠΦΥ από τότε που ξεκίνησε το ΕΣΥ, με την ανακαίνιση 156 Κέντρων Υγείας, την αναβάθμιση του ιατροτεχνολογικού εξοπλισμού, τη δημιουργία 312 ιατρείων χρονίων νοσημάτων στην ΠΦΥ, αλλά και την επέκταση της Τηλεϊατρικής.
Εστιάζουμε στην Πρόληψη, ώστε κάθε πολίτης να έχει πρόσβαση σε δωρεάν υψηλής ποιότητας υπηρεσίες υγείας και να εντοπίζει έγκαιρα τα προβλήματα υγείας του ώστε να μην χρειάζεται όσο γίνεται το νοσοκομείο».