Καθώς η Ελλάδα προχωρά προς την εφαρμογή ενός Εθνικού Σχεδίου κατά του καρκίνου είναι πλέον επιβεβλημένη η υιοθέτηση αντίστοιχων πολιτικών και στρατηγικών χρηματοδότησης προς τη βέλτιστη δυνατή διαχείριση του καρκίνου, την προώθηση και ενίσχυση της έρευνας και τη βελτίωση των παρεχόμενων υπηρεσιών υγείας.
Παράλληλα, ήδη από το 2021 η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, με την ανάπτυξη του «Ευρωπαϊκού Σχεδίου Δράσης κατά του Καρκίνου» και του προγράμματος «Αποστολή Καρκίνος», έχει εστιάσει στην ανάγκη κατανόησης του καρκίνου και την παροχή υποστήριξης για την ορθή διαχείρισή του από τα κράτη μέλη.
Για το λόγο αυτό, το διήμερο Forum της ΕΛΛΟΚ στις 1 και 2 Ιουλίου, έχει ως στόχο την ανάδειξη των τρεχουσών προκλήσεων και ευκαιριών καλώντας σε έναν γόνιμο διάλογο εκπροσώπους της πολιτείας, δημοσίων φορέων υγείας και ερευνητικών ινστιτούτων από την Ελλάδα και την Ευρώπη, ειδικούς στα οικονομικά της υγείας, ακαδημαϊκούς και επιστημονικούς φορείς, επαγγελματίες υγείας, εκπροσώπους από τη βιομηχανία υγείας και τις ψηφιακές τεχνολογίες και εκπροσώπους των οργανώσεων ασθενών.
Ένα από τα σημαντικότερα ζητήματα είναι η ογκολογική περίθαλψη και φροντίδα που πρέπει να αποτελούν προτεραιότητα κάθε κυβέρνησης.
«Στην αυγή μιας νέας Ευρωπαϊκής πραγματικότητας, η οποία καλείται τα επόμενα χρόνια να διαχειριστεί, να συνεχίσει και να εξελίξει το πολύ σημαντικό έργο που συντελέστηκε στην Υγεία και τη φροντίδα του καρκίνου μέχρι σήμερα, οι εκπρόσωποι της κοινωνίας των πολιτών, αποτελώντας το συνδετικό κρίκο, καλούνται να διαδραματίσουν ένα νέο ρόλο που θα υποστηρίξει σθεναρά την εφαρμογή πολιτικών υγείας που θα έχουν τον άνθρωπο στο επίκεντρο και ταυτόχρονα θα εγγυώνται την ισότιμη πρόσβαση σε ένα βιώσιμο σύστημα Υγείας», τόνισε ο πρόεδρος της Ελληνικής Ομοσπονδίας Καρκίνου, κ. Γιώργος Καπετανάκηςκατάτην εισαγωγική του τοποθέτηση στο 1 st Greek Forum on Cancer – Policy, Research and Funding Strategies.
Σύμφωνα με όσα δήλωσε ο κ. Μιχάλης Νικολάου, Αντιπρόεδρος Διοικητικού Συμβουλίου ΕΟΠΕ, «ο ψηφιακός μετασχηματισμός θα αποτελέσει τη βάση για να επιτευχθεί ποιοτικότερη και σαφώς μεγαλύτερου όγκου δουλειά. Θα αποτελέσει ένα πολύτιμο εργαλείο, καθώς η τεχνολογία πλέον γίνεται το δεξί χέρι των γιατρών, εξοικονομείται χρόνος που θα αφιερωθεί στον ασθενή και σταδιακά έτσι περνάμε από το μοντέλο της τηλεϊατρικής σε αυτό της τηλεεπέμβασης».
Οι υπηρεσίες τηλεϊατρικής, τα ψηφιακά εργαλεία και οι εφαρμογές (health apps και digital therapeutics) επιφέρουν σειρά ωφελειών για ασθενείς και συστήματα υγείας όπως: 23% αποτελεσματικότερη θεραπεία στα επείγοντα περιστατικά, 70% χαμηλότερο κόστος παροχής υπηρεσιών, 17,7% λιγότερες ημέρες νοσηλείας ανά ασθενή, και 4,8% λιγότερες νοσηλείες ανά 1.000 ασθενείς.
Σύμφωνα με το Παρατηρητήριο του ΣΕΒ για τον Ψηφιακό Μετασχηματισμό, η αξιοποίηση των δεδομένων υγείας μειώνει κατά 33% τους θανάτους από καρδιακές παθήσεις, κατά 50% τους θανάτους από HIV, κατά 50% τους θανάτους από σηψαιμία και κατά 67% τα περιστατικά έλκους κατάκλισης, προσφέροντας στους πολίτες εξατομικευμένη και ακριβέστερη διάγνωση και θεραπεία.
Επιπλέον, ενισχύει την έρευνα & καινοτομία στις επιστήμες υγείας, ενώ κάθε €1 εκ. επένδυσης σε ένα κέντρο αριστείας δεδομένων υγείας, συνεισφέρει άμεσα €956 χιλ. στο ΑΕΠ της χώρας.
«Όταν επέστρεψα στην Ελλάδα από το εξωτερικό, αυτό που προσπάθησα να κάνω ήταν η δημιουργία βάσης δεδομένων για ασθενείς με νεοπλασματικές ασθένειες. Αυτό μας έδωσε τη δυνατότητα να έχουμε δημοσιεύσεις, να γίνουμε κατά συνέπεια attractive ως προορισμός για την ενεργοποίηση κλινικών μελετών», ανέφερε ο π. Πρύτανης ΕΚΠΑ, καθηγητής Αθανάσιος Μελέτιος Δημόπουλος μιλώντας για τις δυνατότητες που ανοίγουν τα δεδομένα σήμερα.
«Η ανάπτυξη συνεργειών και η αξιοποίηση της εμπειρίας και των δεδομένων, σε συνδυασμό με την πολιτική βούληση, αποτελούν το κλειδί για την πραγματική μεταρρύθμιση, αξιοποίηση και μετάφραση των ερευνητικών προγραμμάτων σε κλινική πρακτική και τελικά την επίτευξη του τελικού στόχου, που δεν είναι άλλος από την έγκαιρη ανίχνευση και βέλτιστη διαχείριση του καρκίνου, έως την υποστήριξη της επιβίωσης» σημείωσε ο κ. Γ. Καπετανάκης.
Οι ψηφιακές πλατφόρμες αποτελούν σήμερα ένα δυνητικό εργαλείο για την παροχή μιας ασθενοκεντρικής περίθαλψης, οι οποίες παρά τα εμπόδια και τις προκλήσεις, μπορούν να συνδεθούν με τη βελτίωση της ποιότητας υγείας και της περίθαλψης των ασθενών.