Η «ημέρα απελευθέρωσης των ΗΠΑ» και το ράλι ανακούφισης
Shutterstock
Shutterstock

Η «ημέρα απελευθέρωσης των ΗΠΑ» και το ράλι ανακούφισης

Πλησιάζουμε προς την ημερομηνία σταθμό που θα σηματοδοτήσει την «απελευθέρωση των ΗΠΑ». Σε ανάρτηση του την Τετάρτη, στο Truth Social, ο πρόεδρος Τραμπ δήλωσε ότι η Fed πρέπει να «κόψει τα επιτόκια». «Η Fed θα ήταν ΠΟΛΥ καλύτερα να ΚΟΨΕΙ ΤΑ ΕΠΙΤΟΚΙΑ καθώς οι δασμοί των ΗΠΑ αρχίζουν να βρίσκουν (να διευκολύνουν!) το δρόμο τους στην οικονομία». «Κάντε το σωστό. Η 2η Απριλίου είναι η ημέρα της απελευθέρωσης στην Αμερική!!!».   

Η Fed περιμένει τις επιπτώσεις των δασμών

Στον αντίποδα η Ομοσπονδιακή Τράπεζα διατήρησε την πρόβλεψη για δύο μειώσεις επιτοκίων φέτος και κράτησε το επιτόκιο στο εύρος 4,25%-4,5%. Οι αξιωματούχοι βλέπουν τώρα την οικονομία να επιταχύνεται με ρυθμό μόλις 1,7% φέτος, μειωμένη κατά 0,4 ποσοστιαίες μονάδες από την τελευταία πρόβλεψη τον Δεκέμβριο. Όσον αφορά στον πληθωρισμό, οι τιμές του δομικού πληθωρισμού θα αυξηθούν με ετήσιο ρυθμό 2,8%, αυξημένες κατά 0,3 ποσοστιαίες μονάδες από την προηγούμενη εκτίμηση.

Ο πρόεδρος της Fed Τζερόμ Πάουελ έκανε λόγο για μια ασυνήθιστα αυξημένη αβεβαιότητα, καθώς περιέγραψε τις προκλήσεις που αντιμετώπισαν οι αξιωματούχοι της κεντρικής τράπεζας για να καταλήξουν σε νέες προβλέψεις για τις οικονομικές προοπτικές εν μέσω του κύματος νέων πολιτικών ελιγμών από την κυβέρνηση Τραμπ. Επίσης, έκρουσε τον κώδωνα του κινδύνου για τη μείωση του πληθωρισμού, που μπορεί να καθυστερήσει εξαιτίας της πολιτικής Τραμπ με την επιβολή δασμών, ενώ είπε ότι ο πληθωρισμός έχει αρχίσει και αυξάνεται. Στη συνέντευξη τύπου που ακολούθησε της ανακοίνωσης της απόφασης της Fed, ο Πάουελ είπε ότι πολύ σύντομα θα δούμε τις σημαντικές επιπτώσεις από την επιβολή δασμών. Φυσικά μετά το πρώτο τρίμηνο του έτους, καθώς από την «ημέρα απελευθέρωσης» θα γίνουν πράξη οι εξαγγελίες του προέδρου. Βέβαια, μέχρι της 2 Απριλίου υπάρχει αρκετός χρόνος για πάρα πολλές εκπλήξεις. Είπαμε εφέτος η χρονιά θα έχει πολλές αποκαλύψεις. 

Οι φόβοι της Λαγκάρντ 

Η Κριστίν Λαγκάρντ φοβάται τους δασμούς και δηλώνει ότι ένας δασμός 25% των ΗΠΑ στις εισαγωγές από την Ευρώπη θα μείωνε την ανάπτυξη της ζώνης του ευρώ κατά περίπου 0,3% το πρώτο εξάμηνο. Κάπου εκεί θα ήταν και η εκτίμηση για άνοδο του ΑΕΠ κατά 0,3% από την αύξηση των αμυντικών δαπανών. Ουσιαστικά μηδέν εις το πηλίκο. Τώρα εάν πάμε σε υψηλότερα νούμερα εκεί αλλάζει το πηλίκο προς το αρνητικό. 

Σύμφωνα με τη Λαγκάρντ, η τελευταία ανάλυση της ΕΚΤ δείχνει ότι η διαδικασία αποκλιμάκωσης του πληθωρισμού στη ζώνη του ευρώ βρίσκεται σε καλό δρόμο, με τον πληθωρισμό να συνεχίζει να αναπτύσσεται ευρέως όπως αναμενόταν. Ωστόσο, η ισχυρή πιθανότητα επιβολής δασμών από τις ΗΠΑ στις ευρωπαϊκές εισαγωγές θα μπορούσε να μειώσει τη θετική δυναμική που αποκτήθηκε από τις πρόσφατες μειώσεις των επιτοκίων και την αύξηση των δανείων, οδηγώντας σε βραδύτερη ανάκαμψη της ζήτησης.

Η ΕΚΤ αναγνωρίζει τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει η οικονομία της ζώνης του ευρώ και υποβαθμίζει τις προβλέψεις ανάπτυξης για τα επόμενα χρόνια. Οι αναθεωρήσεις προς τα κάτω οφείλονται κυρίως στις χαμηλότερες εξαγωγές και τη συνεχιζόμενη αδυναμία των επενδύσεων, η οποία με τη σειρά της αποδίδεται στην υψηλή αβεβαιότητα της εμπορικής πολιτικής καθώς και στην ευρύτερη αβεβαιότητα πολιτικής.

Ενώ η Λαγκάρντ δεν παρείχε συγκεκριμένες λεπτομέρειες σχετικά με τον πιθανό αντίκτυπο των δασμών των ΗΠΑ σε μεμονωμένους τομείς ή χώρες εντός της Ευρωζώνης, προηγούμενες μελέτες έχουν δείξει ότι οι δασμοί μπορούν να έχουν σημαντική επίδραση στην οικονομική ανάπτυξη και το εμπόριο. Για παράδειγμα, ένας δασμός 25% στα αυτοκίνητα που εισάγονται από την Ευρώπη στις ΗΠΑ θα μπορούσε ενδεχομένως να οδηγήσει σε μείωση των εξαγωγών έως και 30 δισεκατομμυρίων δολαρίων ετησίως.

Επιπλέον, η ανάλυση της ΕΚΤ υποδηλώνει ότι ο εγχώριος πληθωρισμός παραμένει υψηλός, κυρίως λόγω της καθυστερημένης προσαρμογής των μισθών και των τιμών σε ορισμένους τομείς. Με τη δυνατότητα οι δασμοί των ΗΠΑ να τροφοδοτήσουν περαιτέρω τις πληθωριστικές πιέσεις, μένει να δούμε πώς θα ανταποκριθεί η ΕΚΤ σε αυτές τις προκλήσεις τους επόμενους μήνες. Βέβαια ο μεγαλύτερος εχθρός της ΕΚΤ δεν είναι οι ΗΠΑ, αλλά βρίσκεται εντός των τειχών στην αναποτελεσματική λειτουργία της ΕΕ.

Έρχεται η Bear Market μετά το ράλι ανακούφισης;

Η ημερομηνία σταθμός για διόρθωση στη Wall Street ήταν η 20 Ιανουαρίου. Το ερώτημα που απασχολεί τους επενδυτές είναι εάν μπαίνουμε σε «bear market». Σύμφωνα με την American Asoociation of Individual Investors(AAII) οι δείκτες bearish βρίσκονται στα επίπεδα του 2022 (τότε που αγόραζε ο Μπάφετ, εάν θυμάστε). Το ίδιο συνέβη και τον Μάρτιο του 2009 πριν την μεγάλη ανάκαμψη από την κρίση του 2008. Βέβαια κάθε εποχή έχει και τις ιδιαιτερότητές της. Οπότε οι παρελθοντικές κινήσεις δεν αποτελούν «τυφλό» σηματωρό και δεν εγγυόνται τις μελλοντικές αποδόσεις. Πάντοτε κάτι υπάρχει που κάνει την διαφορά και την έκπληξη και πιάνει στον «ύπνο» τους περισσότερους αναλυτές.

Συνήθως για να μιλήσουμε για bear market πρέπει οι μετοχές να έχουν υποχωρήσει κατά 20% ή περισσότερο από μια πρόσφατη κορύφωση. Την περασμένη εβδομάδα, ο δείκτης αναφοράς S&P 500 επιβεβαίωσε ότι είχε υποχωρήσει κατά 10% από ένα πρόσφατο υψηλό, τοποθετώντας τον σε διόρθωση. Ωστόσο, η πιθανότητα ενός «ράλι ανακούφισης» αναμένεται να οδηγήσει σε ανάκαμψη του S&P περίπου στα επίπεδα του κινητού μέσου των 50 ημερών και να μπούμε σε μια περίοδο κίνησης ανάμεσα σε 50άρη με 200άρη που θα κρατήσει ένα εύλογο διάστημα μέχρις ότου αποφασίσει, εάν θα πάει σε DEATH CROSS και Bear Market.

Εν αναμονή των καθοριστικών αποτελεσμάτων Α τριμήνου

Τα αποτελέσματα της σεζόν κερδών τέταρτου τριμήνου στις ΗΠΑ, έδειξαν μια σταθεροποιητική εικόνα με τις πωλήσεις και τα κέρδη ανά μετοχή να ξεπερνούν τον μέσο όρο, καθώς οι χρηματοπιστωτικές εταιρείες παρείχαν το μεγαλύτερο μέρος των καλύτερων από το αναμενόμενο μεγέθη κερδών, ενώ και οι κυκλικές μετοχές – οι οποίες τείνουν να είναι περισσότερο εκτεθειμένες σε αλλαγές στο ευρύτερο λειτουργικό περιβάλλον – ξεπέρασαν και αυτές τις επιδόσεις, αλλά με χαμηλότερους ρυθμούς (λογικό και αναμενόμενο). 

Στην Ευρώπη, οι κυκλικές μετοχές παρουσίασαν χαμηλή απόδοση, αν και οι πωλήσεις αυξήθηκαν χάρη στο ασθενέστερο ευρώ. Μια έρευνα που κυκλοφόρησε την περασμένη Παρασκευή έδειξε ότι το καταναλωτικό κλίμα έπεσε σε χαμηλό σχεδόν 2-1/2 έτους τον Μάρτιο και οι προσδοκίες για τον πληθωρισμό αυξήθηκαν, καθώς τα νοικοκυριά ανησυχούσαν για τον αντίκτυπο των εμπορικών σχεδίων του Τραμπ στη συνολική δραστηριότητα. Οι καταναλωτές ανησυχούσαν ιδιαίτερα ότι οι «συχνές περιστροφές» στις οικονομικές πολιτικές του Τραμπ τις τελευταίες εβδομάδες «καθιστούσαν πολύ δύσκολο τον προγραμματισμό για το μέλλον». 

Εάν κάτι που επηρεάζει περισσότερο την φετινή χρονιά δεν είναι τόσο το 25% των δασμών, αλλά η αβεβαιότητα ως προς τις κινήσεις των εταιρειών σχετικά με τις επενδύσεις και τις προβλέψεις τους για το μέλλον. Το πρώτο τρίμηνο του έτους δεν θα περιέχει μέσα τις επιπτώσεις των δασμών, οπότε μπορούμε να υπολογίσουμε ότι δεν θα δούμε δραματικές εξελίξεις. Το μόνο που μπορούμε να αναλύσουμε είναι κατά πόσο πολλές εταιρείες αύξησαν τα αποθέματά τους σε πρώτες ύλες, υπό τον φόβο των αυξήσεων των τιμών, κάτι που θα επηρεάσει τις χρηματοοικονομικές καρτέλες. Ενώ σε αντίθετη περίπτωση μικρότερων δασμών, η επίδραση στα αποτελέσματα του β' τριμήνου θα είναι μηδαμινή. Εν αναμονή λοιπόν των αποτελεσμάτων του πρώτου τριμήνου τον Απρίλιο που θα συμπέσει και με τις κοινές διακοπές του Πάσχα. 

Πώς θα επηρεάσει το ισχυρό ευρώ

Καθώς το ευρώ ενισχύεται απότομα, πολλοί αναλυτές θεωρούν ότι αυτή η μετατόπιση θα μπορούσε να οδηγήσει σε περαιτέρω πωλήσεις περιουσιακών στοιχείων στις ΗΠΑ. Το είδαμε τον τελευταίο μήνα με την υπεραπόδοση των ευρωπαϊκών αγορών, η οποία φυσικά στηρίχθηκε στις προσδοκίες για αλλαγές και δημιουργία νέου χρέους για αμυντικές δαπάνες. Κάτι που ανέλυσα εκτενέστερα. Όλες αυτές οι εξελίξεις αμφισβητούν τη δυναμική των περιουσιακών στοιχείων των ΗΠΑ, που είχε δημιουργηθεί κατά τη διάρκεια μιας και πλέον δεκαπενταετούς ανάπτυξης και υπεραπόδοσης της Wall Street, όπου σε πολλές περιπτώσεις υπήρξαν τεράστιες υπερβολές. 

Σύμφωνα με στατιστικά ένα 67% του πλανήτη ασχολείται με τις αμερικάνικες αγορές, ενώ και οι Ευρωπαίοι επενδυτές, ειδικότερα, έχουν αυξήσει την έκθεσή τους σε αμερικανικές μετοχές. Σύμφωνα με μια ανάλυση της UBS. Εφαρμόζοντας «τυπικούς δείκτες αντιστάθμισης συναλλαγματικών ισοτιμιών», η UBS εκτιμά ότι η καθαρή μη αντισταθμισμένη έκθεση περιουσιακών στοιχείων των ΗΠΑ για τους ξένους επενδυτές της G10 ανέρχεται σε $13,7tn-$9,8tn σε μετοχές και $3,9tn σε σταθερό εισόδημα. Η τράπεζα προσθέτει ότι μια μείωση 5% σε αυτές τις θέσεις θα μεταφραστεί σε σχεδόν 700 δισεκατομμύρια δολάρια σε πωλήσεις σε δολάρια ΗΠΑ, ποσό «συγκρίσιμο με περίπου τα δύο τρίτα του ετήσιου ελλείμματος τρεχουσών συναλλαγών των ΗΠΑ». Η εταιρεία βλέπει πολλαπλούς κινδύνους για τις αγορές των ΗΠΑ. «Η δημοσιονομική πολιτική των ΗΠΑ γίνεται πιο αυστηρή σε μια εποχή που η αβεβαιότητα των δασμών φαίνεται να επιβαρύνει το καταναλωτικό και επιχειρηματικό κλίμα».

Εν τω μεταξύ, και εφόσον οι ευρωπαϊκές μετοχές υπεραποδίδουν με ιστορικά υψηλά με τις προοπτικές για πρόσθετο κοινό ευρωπαϊκό δανεισμό να ενισχύουν την ελκυστικότητα του ευρώ ως αποθεματικού νομίσματος, θα έχουμε ακόμα μεγαλύτερες ανισορροπίες από αυτές που είδαμε τον τελευταίο μήνα με την ανάποδη κίνηση των αγορών.

Θα λειτουργήσει το «chicken game» του προέδρου ως η μεγαλύτερη παγίδα και για το ευρωπαϊκό νόμισμα και τους δανειστές της Ευρώπης, που θα κληθούν να χρηματοδοτήσουν την άμυνά τους και φυσικά τον πόλεμο, καθώς τι να τις κάνεις τις σφαίρες εάν τις αποθηκεύεις! Θα μπορέσει το σχέδιο της Ευρώπης να οδηγήσει τις καταθέσεις των πολιτών της στην χρηματοδότηση των ομολόγων για τη διοχέτευση πρόσθετων ιδιωτικών επενδύσεων για την ενίσχυση των αμυντικών δαπανών; 

Οι Ευρωπαίοι πολίτες έχουν περίπου 10 τρισεκατομμύρια ευρώ σε τραπεζικές καταθέσεις, οι οποίες αποφέρουν λιγότερα χρήματα, σε σχέση με τις επενδύσεις στις κεφαλαιαγορές. Ιδιαίτερα οι Γερμανοί πολίτες δεν επενδύουν σε μετοχές, παρά προτιμούν την σταθερότητα. Το στοίχημα των Βρυξελλών είναι αυτές οι οικονομίες να εισρεύσουν σε παραγωγικές επενδύσεις στην αμυντική βιομηχανία. Η Κομισιόν υποστηρίζει ότι τα νοικοκυριά θα έχουν περισσότερες και ασφαλέστερες ευκαιρίες να επενδύσουν σε κεφαλαιαγορές και να αυξήσουν τον πλούτο τους. Εδώ τώρα θα ήθελα να δω τι λένε οι κανόνες MIFID. Εάν πρόκειται δηλαδή για σύσταση αγοράς ή καθοδήγηση των επενδυτών σε συγκεκριμένες επενδύσεις που δεν εγγυόνται τις μελλοντικές αποδόσεις. Η υποψία και μόνο ότι μπήκαμε σε αυτήν τη λογική τρομάζει!