Του Σάκη Μουμτζή
Πρόσφατα είχαμε δύο γενικές απαγορεύσεις συγκεντρώσεων από την Αστυνομική Διεύθυνση στην Αθήνα, ενώ είναι γνωστό και το σφράγισμα της Ειδομένης στα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης εδώ και πολύ καιρό. Νομίζω πως κανένας δεν αμφιβάλλει ότι πρόκειται για πολιτικές αποφάσεις που χρησιμοποιούν τα όργανα της Διοίκησης σαν προκάλυμμα. Για πολιτικές αποφάσεις που έλαβε η κυβέρνηση της Αριστεράς για να περιορίσει το δικαίωμα του συνέρχεσθε και την ελεύθερη πληροφόρηση.
Είναι κοινότοπη και πολυφορεμένη η έκφραση «για σκεφτείτε τι θα γινόταν αν τα έκαναν αυτά οι Σαμαροβενιζέλοι!» Όμως κρύβει και μια αδιαφιλονίκητη αλήθεια: Πως οι Σαμαροβενιζέλοι δεν τα έκαναν αυτά. Και δεν έκαναν και όλα όσα κρύβονται πίσω από την χρήση αυτής της συγκεκριμένης έκφρασης. Η πολιτική έχει ένα απόλυτο εργαλείο. Την σύγκριση. Τη σύγκριση καταστάσεων, τη σύγκριση πολιτικών, τη σύγκριση αποτελεσμάτων. Και με αυτό το απόλυτο εργαλείο αξιολογούνται τα κόμματα και οι πολιτικοί. Δεν είναι μόνον ο κάλλιστος προτιμότερος από τον καλύτερο αλλά και ο χειρότερος από τον χείριστο. Καλώς ή κακώς, έτσι επιλέγουμε.
Ας προσπαθήσουμε λοιπόν, να εξετάσουμε τι εξώθησε μια κυβέρνηση της Αριστεράς να προχωρήσει στη λήψη αυτών των αυταρχικών μέτρων. Ήταν ένα συγκυριακό φαινόμενο ή θα λάβει μονιμότερο χαρακτήρα; Έχουν καμία σχέση αυτά τα μέτρα με αλαζονικές και υπερφίαλες προσωπικές συμπεριφορές; Τι φοβάται η κυβέρνηση;
Νομίζω πως το κυρίαρχο ζήτημα για την συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ είναι να αποφύγει να έχει την τύχη της κυβέρνησης του Γ. Παπανδρέου. Γνωρίζουν πως ο συνδυασμός αδιέξοδων φοροεισπρακτικών μέτρων, λαϊκής κατακραυγής και του αισθήματος της εξαπάτησης, μπορούν να οδηγήσουν την κυβέρνηση σε παράλυση και σε αποσύνθεση. Και προσπαθούν να περιορίσουν τις σχετικές εκδηλώσεις εν τη γενέσει τους. Άλλωστε πού ακούστηκε μια κυβέρνηση της Αριστεράς –και μάλιστα στην Ελλάδα- να αποδοκιμάζεται; Αφού εξ ορισμού υπηρετεί τα λαϊκά συμφέροντα! Άρα αυτές οι εκδηλώσεις είναι προβοκατόρικες.
Το ενδιαφέρον είναι πως με τον ίδιο επιθετικό και αλαζονικό τρόπο απαντούν και συμπεριφέρονται και τα κυβερνητικά στελέχη στο δημόσιο λόγο τους, όταν πρέπει να απαντήσουν σε δυσάρεστες ερωτήσεις. Η μη επί της ουσίας απάντηση και η αντεπίθεση ουσιαστικά ακυρώνουν την ερώτηση, δηλαδή ακυρώνουν τον έλεγχο και την κριτική. Οι «ενοχλητικοί» δημοσιογράφοι- όσοι έχουν απομείνει- αντιμετωπίζονται περίπου σαν προβοκάτορες. Έχοντας την πεποίθηση οι κυβερνώντες πως η διακυβέρνησή τους έχει την μορφή της σωτήριας για την χώρα, αποστολή είναι επόμενο να απορρίπτουν το δικαίωμα της άσκησης δημόσιας κριτικής στα πεπραγμένα τους, καθώς δεν θεωρούν τον αντίλογο και την απρόσκοπτη ενημέρωση αναπόσπαστα μέρη του δημοκρατικού παιχνιδιού.
Και στην Ειδομένη επέβαλλαν συσκότιση στην ενημέρωση με αυταρχικό τρόπο χωρίς βέβαια να διαμαρτυρηθεί ουδείς. Κίνητρο τους η κομματική συνοχή, καθώς υπάρχει μέσα στον ΣΥΡΙΖΑ μια ομάδα που διαθέτει και κοινοβουλευτική παρουσία που αντιμετωπίζει το προσφυγικό ζήτημα σε αξιακό επίπεδο, όπως διατείνεται. Βέβαια η στάση τους είναι υποκριτική, γιατί δεν ενδιαφέρονται για το τι πραγματικά συμβαίνει στην Ειδομένη αλλά για το τι φαίνεται. Και η συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, φροντίζει να μην φαίνεται τίποτα. Και όλοι είναι ευχαριστημένοι. Δεν είναι τυχαίο πως η εκκένωση της περιοχής με βίαιο τρόπο, γίνεται μετά την υπερψήφιση από την κοινοβουλευτική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ των επώδυνων μέτρων.
Συνεπώς, από μια κυβέρνηση και από ένα κόμμα που αντιμετωπίζουν συγκεκριμένα δικαιώματα υπό το πρίσμα του πολιτικού τους συμφέροντος και όχι σαν απαράγραπτες αρχές του δημοκρατικού πολιτεύματος, όλα πρέπει να τα περιμένουμε. Εξάλλου απέδειξαν πως είναι ικανοί για τα πάντα!