Την «επικίνδυνη» αποστολή να πετύχει εκεί όπου απέτυχε ο προκάτοχός του Μισέλ Μπαρνιέ αναλαμβάνει ο βετεράνος του Κέντρου Φρανσουά Μπαϊρού περνώντας τις πύλες του Μεγάρου Ματινιόν στην πιο δύσκολη ώρα του στενού του συμμάχου Εμανουέλ Μακρόν. Η Γαλλία αναζητά τη χαμένη της πολιτική σταθερότητα· η Ευρωπαϊκή Ένωση αγωνιά για την αβεβαιότητα που πηγάζει από τη δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία της και μένει να διαφανεί εάν ο πραγματισμός και η εμπειρία του Φρανσουά Μπαϊρού θα τον βοηθήσουν να επιβιώσει στην καταιγίδα.
Πρώτο και καθοριστικό στοίχημα, η έγκριση του Προϋπολογισμού του 2025. Εκεί όπου γράφηκαν οι τίτλοι τέλους της πιο βραχύβιας κυβέρνησης στη σύγχρονη γαλλική Ιστορία με τη σύμπραξη του μετώπου της Αριστεράς και της Άκρας Δεξιάς της Μαρίν Λεπέν. Χρειάστηκαν σχεδόν δύο μήνες και εξαντλητικές διαβουλεύσεις για να αποκτήσει η Γαλλία κυβέρνηση μετά τις πρόωρες εκλογές του Ιουλίου και μόλις 91 ημέρες για να «πέσει» σε μία Εθνοσυνέλευση πρωτόγνωρα διχασμένη και κατακερματισμένη.
Ποτέ άλλοτε δεν έχουν διαδεχθεί ο ένας τον άλλον τόσοι πολλοί αρχηγοί κυβερνήσεων από τη δημιουργία της Πέμπτης Γαλλικής Δημοκρατίας, το 1959. Μετά την παραίτηση της Ελιζαμπέτ Μπορν στις 8 Ιανουαρίου 2024, ανέλαβε πρωθυπουργός ο Γκαμπριέλ Ατάλ από τις 9 Ιανουαρίου έως τις 5 Σεπτεμβρίου. Ο Μισέλ Μπαρνιέ τον αντικατέστησε την ίδια ημέρα και χθες παρέδωσε τα «κλειδιά» του Ματινιόν στον Φρανσουά Μπαϊρού, τον 73χρονο ηγέτη του κεντρώου Δημοκρατικού Κινήματος (MoDem), υπουργό Παιδείας επί Μιτεράν και Σιράκ, τρεις φορές υποψήφιο για την προεδρία, και υποστηρικτή του νεαρού, το 2017, Εμανουέλ Μακρόν όταν διεκδικούσε και κέρδιζε για πρώτη φορά την είσοδό του στο Ελιζέ.
Η απόφαση του Εμανουέλ Μακρόν να αναθέσει στον Μπαϊρού την πρωθυπουργία αντικατοπτρίζει όχι μόνο τη μακροχρόνια συμμαχία τους, αλλά και την ανάγκη του για έναν πολιτικό που θεωρείται ότι κατέχει την τέχνη του συμβιβασμού, καθώς και σαφώς την αποφασιστικότητά του Γάλλου προέδρου να διατηρήσει τον «άξονα» στο Κέντρο σε καιρούς τρικυμιώδεις για τη χώρα. Εν γένει χαίρει σεβασμού από το πολιτικό φάσμα ο Φρανσουά Μπαϊρού, δεν παύει όμως βα αναλαμβάνει και αυτός να ηγηθεί κυβέρνησης μειοψηφίας σε μία Εθνοσυνέλευση βυθισμένη στο ίδιο αδιέξοδο που ήλθε ως απόρροια της ριψοκίνδυνης παρτίδας πόκερ που έπαιξε ο Γάλλος πρόεδρος με την αιφνιδιαστική προκήρυξη πρόωρων εκλογών στη σκιά της συντριβής του Κέντρου και του «καλπασμού» της Άκρας Δεξιάς στις ευρωεκλογές του Ιουνίου.
Είναι δεδομένη η πρόταση μομφής κατά της κυβέρνησης Μπαϊρού εκ μέρους της Ανυπότακτης Γαλλίας του Ζαν-Λυκ Μελανσόν, που σταθερά επιμένει σε πρωθυπουργό προερχόμενο από την Αριστερά δεδομένου ότι το μπλοκ αναδείχθηκε πρώτη κοινοβουλευτική δύναμη στο δεύτερο γύρο των εκλογών. Για τον Μελανσόν δεν υπάρχει άλλη λύση στη γαλλική πολιτική κρίση από νέες εκλογές έπειτα από παραίτηση ή και αποπομπή Μακρόν (βάσει Συντάγματος δεν μπορούν να στηθούν εκ νέου κάλπες πριν παρέλθει ένα έκτος από τις προηγούμενες εκτός αν προηγηθεί παραίτηση του προέδρου), ωστόσο για την επανάληψη του σεναρίου Μπαρνιέ η αριθμητική «βγαίνει» μόνο εάν στηρίξει το Νέο Λαϊκό Μέτωπο (NFP) από κοινού με την Άκρα Δεξιά.
Ο Φρανσουά Μπαϊρού δεν αποτελεί αυτόματα «κόκκινο πανί» για την Εθνική Συσπείρωση (RN), η οποία τηρεί ουσιαστικά την ίδια στάση όπως στην περίπτωση Μπαρνιέ, τον οποίο άφησε να κινείται σε μία ισορροπία του τρόμου επί τρεις μήνες έως ότου τον «έριξε» η Μαρίν Λεπέν κατόπιν της κατάθεσης του σχεδίου Προϋπολογισμού λιτότητας. Ο επικεφαλής της Εθνικής Συσπείρωσης,Ζορντάν Μπαρντελά, δηλώνει ότι το κόμμα δεν θα κινηθεί με προκατάληψη και περιμένει να δει πράξεις, «υπενθυμίζοντας» ότι διατηρεί «κόκκινες γραμμές» όσον αφορά τον Προϋπολογισμό και «η μπάλα βρίσκεται στο γήπεδο του Φρανσουά Μπαϊρού». Η ίδια η Λεπέν αναφέρει πως «ζητά έναν λογικό και συνετό προϋπολογισμό και οποιαδήποτε άλλη πολιτική που θα ήταν μόνο επέκταση του μακρονισμού θα οδηγήσει σε αδιέξοδο και αποτυχία».
Πίσω από το διορισμό Μπαϊρού κρύβεται ως φαίνεται μία ακόμη απόπειρα του Εμανουέλ Μακρόν να διασπάσει το ετερόκλητο Νέο Λαϊκό Μέτωπο και να απομονώσει τον Ζαν-Λυκ Μελανσόν, δίχως παράλληλα να βρίσκεται η εκάστοτε κυβέρνηση από την ομηρία της Μαρίν Λεπέν. Και το «κλειδί» ήταν και παραμένουν οι Σοσιαλιστές.
Οι ηγέτες τους έχουν επιμείνει ότι ο νέος πρωθυπουργός θα πρέπει να προέρχεται από το Νέο Λαϊκό Μέτωπο, με τον επικεφαλής της κοινοβουλευτικής ομάδς, Μπορίς Βαλό, να δηλώνει πως δεν πρόκειται να μετάσχουν στη νέα κυβέρνηση, έχοντας ήδη προειδοποιήσει ότι ο διορισμός ενός προσώπου από το στρατόπεδο του Μακρόν, όπως ο Μπαϊρού, κινδυνεύει να επιδεινώσει την πολιτική και θεσμική κρίση.
Ωστόσο, υπάρχει και ένα «σχέδιο Β» με το Σοσιαλιστικό Κόμμα να ζητά από τον Φρανσουά Μπαϊρού να δεσμευτεί ότι δεν θα καταφύγει στο επίμαχο «πυρηνικό» άρθρο 49.3 του γαλλικού Συντάγματος για την έγκριση νόμων δίχως κοινοβουλευτική ψηφοφορία (που επέφερε και το τέλος Μπαρνιέ) με αντάλλαγμα την ανοχή τους. Από πλευράς του, ο Μακρόν φέρεται να στηρίζει ένα τέτοιο «σύμφωνο» μη θέλοντας να αναγκαστεί να διαλύσει εκ νέου την Εθνοσυνέλευση μέχρι τη λήξη της θητείας του το 2027, ωστόσο ο αντίλογος λέει πως αυτή θα ήταν ουσιαστικά μία συνταγή αδράνειας επί καίριων ζητημάτων και πρωτίστως τη μείωση του διογκούμενου χρέους της χώρας.
Η πρώτη πρόκληση του Μπαϊρού θα είναι η συζήτηση για τον Προϋπολογισμό του 2025, ο οποίος αποσκοπεί στην εφαρμογή μέτρων λιτότητας για την εξοικονόμηση 60 δισ. ευρώ εν μέσω ανησυχιών για το προβλεπόμενο έλλειμμα της Γαλλίας ύψους 6%. Αυτές οι προτεινόμενες περικοπές είναι πιθανό να αντιμετωπίσουν ξανά αντιδράσεις τόσο από την Αριστερά όσο και την Άκρα Δεξιά, και είναι άγνωστο εάν ο Μπαϊρού θα μπορέσει να συμβιβάσει τα ασυμβίβαστα στη σημερινή πολιτική κατάσταση της Γαλλίας,
Το κεντρώο MoDem ζητά επί μακρόν μέσα σε αυτή τη «θύελλα» τη συγκρότηση μίας «κυβέρνησης εθνικής ενότητας» με τη συμπερίληψη όλων των κεντρώων κομμάτων, περιλαμβανομένων των Σοσιαλιστών. Καθώς τις επόμενες ημέρες θα στελεχώνεται η κυβέρνηση Μπαϊρού, το κρίσιμο ζήτημα θα είναι πώς τελικώς θα κινηθεί το Σοσιαλιστικό Κόμμα. Εάν δεν ψηφίσει υπέρ της πρότασης μομφής της Ανυπότακτης Γαλλίας, αυτό στην πράξη θα σημάνει και το τέλος του ετερόκλητου συνασπισμού που συγκροτήθηκε πέρυσι το καλοκαίρι συνενώνοντας την Ανυπότακτη Γαλλία, οικολόγους, κομμουνιστές και τους Σοσιαλιστές, και η οποία κατάφερε σε σύμπραξη με το Κέντρο να ανακόψει τη φόρα της Άκρας Δεξιάς προς κοινοβουλευτικά ύψη.
Πριν στρωθεί και πάλι το κόκκινο χαλί στο Μέγαρο Ματινιόν, πληροφορίες στον γαλλικό Τύπο έκαναν λόγο περί έντασης μεταξύ των Εμανουέλ Μακρόν και Φρανσουά Μπαϊρού καθώς πρώτη επιλογή για την πρωθυπουργία φέρεται να ήταν ο Ρολάν Λεσκίρ εκ της σοσιαλφιλελεύθερης πτέρυγας του προεδρικού κόμματος με τον Μπαϊρού στη θέση του Νο. 2 της κυβέρνησης, γεγονός που εκείνος αρνήθηκε θέτοντας ακόμη και ζήτημα απόσυρσης της στήριξής του από την προεδρική συμμαχία.
Πέραν αυτού όμως, ο Λεσκίρ συγκέντρωνε τα «βέλη» της Άκρας Δεξιάς αλλά και των γκωλικών Ρεπουμπλικανών λόγω εκπεφρασμένων θέσεων για το μεταναστευτικό. Στην περίπτωση Μπαϊρού, οι Ρεπουμπλικανοί (LR) παρότι δεν έχουν ξεχάσει ότι στήριξε διαδοχικά την Σεγκολέν Ρουαγιάλ και τον Φρανσουά Ολάντ έναντι του Νικολά Σαρκοζί στις προεδρικές κάλπες, πρόκειται να προσφέρουν την υπό προϋποθέσεις στήριξή τους εκλαμβάνοντας εν πρώτοις θετικά τις θέσεις του για το χρέος και την απόλυτη ανάγκη να τιθασευτεί. Όρος των Ρεπουμπλικανών για τη στήριξη είναι να μην περιλαμβάνει η νέα κυβέρνηση στελέχη από την Ανυπότακτη Γαλλία ή να εφαρμόσει πτυχές του προγράμματος του Νέου Λαϊκού Μετώπου (NFP).
Η επιλογή Μπαϊρού γίνεται δεκτή με θέρμη στις Βρυξέλλες λόγω της φιλοευρωπαϊκής του στάσης, όμως η αγωνία παραμένει για το ποια θα είναι η τύχη της κυβέρνησής του. Στις πρώτες του δηλώσεις αφότου ανέλαβε καθήκοντα, ο νέος πρωθυπουργός της Γαλλίας επισήμανε πως όλοι γνωρίζουν τη δυσκολία του εγχειρήματος αλλά και την ανάγκη να βρεθεί ένας δρόμος, τονίζοντας ότι η συμφιλίωση είναι απαραίτητη.