Τη στιγμή κατά την οποία επαναχαράσσεται συνολικά η δυναμική των σχέσεων Ηνωμένων Πολιτειών-Τουρκίας κατόπιν της επανεκλογής του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, η παραίτηση του γερουσιαστή Μπομπ Μενέντεζ από την προεδρία της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων της αμερικανικής Γερουσίας -και η συνακόλουθη απώλεια του δικαιώματος βέτο- έρχεται να σηματοδοτήσει την άρση του μεγαλύτερου εμποδίου για την έγκριση της πώλησης των μαχητικών F-16 από το Κογκρέσο.
Ο Αμερικανός πρόεδρος, Τζο Μπάιντεν, χάνει μεν έναν πολύτιμο σύμμαχο στο Κογκρέσο όσον αφορά συνολικά το πεδίο της εξωτερικής πολιτικής και ειδικά τη στήριξη προς την εμπόλεμη Ουκρανία, αλλά αποκτά σημαντικά περιθώρια ελιγμών προκειμένου να αποδείξει την «ειλικρίνεια» των λόγων του έναντι του Τούρκου προέδρου ότι ο ίδιος και η κυβέρνησή του επιθυμούν και εργάζονται για την πώληση των αμερικανικών μαχητικών και των κιτ εκσυγχρονισμού του υφιστάμενου τουρκικού στόλου.
Αυτή είναι τουλάχιστον η εκτίμηση των Τούρκων αναλυτών, οι οποίοι στην -πανηγυρική θα μπορούσε να χαρακτηριστεί αρθρογραφία τους- προτάσσουν ότι ο Αμερικανός γερουσιαστής είναι γνωστός για τις σχέσεις του με το ελληνικό και ελληνοκυπριακό λόμπι, έχει εκφράσει την αντίθεσή του στην πώληση των F-16 στην Τουρκία και διατυπώνει σταθερά αντιτουρκικούς -όπως αναφέρουν- ισχυρισμούς.
Εκ των πλέον ισχυρών υπερμάχων των ελληνικών θέσεων στο Κογκρέσο, ο Μπομπ Μενέντεζ στάθηκε πράγματι επί μακρόν ανάχωμα στις τουρκικές επιδιώξεις.
Η απομάκρυνση από το προσκήνιο, υπό το βάρος της άσκησης ομοσπονδιακής δίωξης κατά του ιδίου και της συζύγου του για διαφθορά, ανακουφίζει τόσο τον Λευκό Οίκο, όσο και την Άγκυρα. «Είμαι βέβαιος ότι το τουρκικό κατεστημένο χαίρεται με την είδηση της παραπομπής του γερουσιαστή Μενέντεζ για δωροληψία από την Αίγυπτο. Είναι ένας από τους πιο ένθερμους μεγάλους αντιπάλους της Τουρκίας στην Ουάσινγκτον, εμποδίζοντας την πώληση των F-16. Αυτό θα διευκολύνει τη δουλειά του Μπάιντεν», σχολιάζει ο Λούις Φίσερμαν, καθηγητής του Brooklyn College της Νέας Υόρκης. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι ανοίγει διάπλατα ο δρόμος για την παράδοση των F-16 στην Τουρκία.
Πέραν των ενστάσεων μελών του Κογκρέσου για την επιθετική συμπεριφορά της Τουρκίας έναντι της Ελλάδας, με κύρια φωνή τον παραιτηθέντα πρόεδρο της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων Μενέντεζ, η πώληση των μαχητικών προσκρούει στην άρνηση ομάδας γερουσιαστών που ζητούν από τη Τουρκία να άρει το βέτο της στην ένταξη της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ. Στη Σύνοδο Κορυφής του ΝΑΤΟ στο Βίλνιους ο πρόεδρος Ερντογάν άναψε το «πράσινο φως» για την ένταξη της Σουηδίας, η υπόσχεσή του όμως έχει μείνει μέχρι στιγμής στα λόγια.
Παρά το γεγονός ότι επισήμως ο ίδιος αρνείται ότι ο θέμα της Σουηδίας και των F-16 είναι μεταξύ του αλληλένδετα, στην πράξη χρονοτριβεί δηλώνοντας ότι την τελική έγκριση θα δώσει η τουρκική Εθνοσυνέλευση, η οποία από τον περασμένο Ιούλιο και μέχρι την 1η Οκτωβρίου παραμένει κλειστή λόγω διακοπών.
Πρόσφατα μάλιστα είχε δηλώσει ότι αν οι Αμερικανοί έχουν το δικό τους Κογκρέσο, η Τουρκία έχει την Εθνοσυνέλευσή της «τα μέλη της οποίας γνωρίζουν τι πρέπει να κάνουν», ξεκαθαρίζοντας έτσι εμμέσως πλην σαφώς ότι αναμένει πρώτα κίνηση από τις ΗΠΑ στο ζήτημα των F-16 για να προχωρήσει η ένταξη της Σουηδίας.
Η ένταξη της Σουηδίας δεν ήταν πάντως το μοναδικό εμπόδιο για την απόκτηση από την Τουρκία των F-16. Ο Μενέντεζ ήταν ο άνθρωπος-κλειδί στη Γερουσία που υπενθύμιζε ότι η επιθετική συμπεριφορά της Άγκυρας έναντι της Ελλάδας και της Κύπρου αποτελεί επαρκή ανασταλτικό παράγοντα, προκειμένου να μην της δοθούν τα αμερικανικά μαχητικά.
Ως εκ τούτου το θέμα των τουρκικών F-16 δεν λήγει εδώ, όμως η Αγκυρα βρίσκεται αρκετά βήματα πιο κοντά στο να αποκτήσει, καθώς ο νέος πρόεδρος στην Επιτροπή Εξωτερικών Υποθέσεωβ θεωρείται απίθανο να ασκήσει βέτο, απλώς και μόνο για να μην ταυτιστεί με τον Μενέντεζ. Εξάλλου, ήταν κοινή η πεποίθηση ότι η Τουρκία με τον έναν ή τον άλλον τρόπο θα έπαιρνε τα F-16 κάποια ημέρα.
Στην ίδια την Τουρκία, η επιβεβλημένη «προσωρινή» παραίτηση Μενέντεζ από τα ηνία της σημαίνουσας Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων έχει γίνει δεκτή σε πανηγυρικούς τόνους από τον Τύπο και το πολιτικό κατεστημένο. Πρόκειται άλλωστε για το πρόσωπο που ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν έχει κατονομάσει ως επίσημο εχθρό του, χαρακτηρισμό που του απέδωσε και προ ημερών και μάλιστα επί αμερικανικού εδάφους στο περιθώριο των εργασιών της Γενικής Συνέλευσης των Ηνωμένων Εθνών.
Παραπέμπεται ο «εχθρός των Τούρκων»
«Κατηγορία για δωροδοκία ενάντια στον εχθρό των Τούρκων» και «ο Αμερικανός γερουσιαστής Μπομπ Μενέντεζ, εχθρός της Τουρκίας, κατηγορείται πως δωροδοκήθηκε» είναι οι τίτλοι της φιλοκυβερνητικής εφημερίδας Hurriyet. «Η απόφαση του Μενέντεζ να παραιτηθεί είναι μεγάλη απώλεια για την Ελλάδα και τους Ελληνοκύπριους, δεν υπάρχει άλλος γερουσιαστής που να τους στηρίζει τόσο πολύ. Ο Ερντογάν πέτυχε μια νίκη» γράφει η επίσης φιλοκυβερνητική Yeni Safak. «Πανικός στην Αθήνα» και Καθαρίζει ο δρόμος για την έγκριση των F-16» είναι οι τίτλοι της Aksam.
Στη θέση του Μπομπ Μενέντεζ στην Επιτροπή Εξωτερικών Υποθέσεων αναμένεται να βρεθεί ο γερουσιαστής Μπεν Κάρντιν, ο οποίος είχε αναλάβει και το 2015 όταν είχε επίσης παραπεμφθεί ο Μενέντεζ με κατηγορίες για διαφθορά, με την υπόθεση να μπαίνει στο συρτάρι όχι λόγω αθώωσης, αλλά αδυναμίας των ενόρκων να καταλήξουν σε ετυμηγορία με την απαιτούμενη πλειοψηφία (το λεγόμενο hung jury).
O Μπεν Κάρντιν θεωρείται ότι θα είναι λιγότερο αποφασιστικός στο ζήτημα των F-16, εντούτοις ήταν ο γερουσιαστής των Δημοκρατικών που το 2017 είχε απευθυνθεί πρώτος στην τότε διακυβέρνηση Τραμπ για να καταγγείλει την αγορά του ρωσικού αντιπυραυλικού συστήματος S-400 από την Τουρκία και να τονίσει πως οι νόμοι των ΗΠΑ παραβιάζονται και κυρώσεις πρέπει να ακολουθήσουν -όπως και συνέβη με την Άγκυρα να εξοστρακίζεται από το πρόγραμμα των F-35.
Όσο για τον 69χρονο Μπομπ Μενέντεζ, στην πρώτη συνέντευξη Τύπου που παραχώρησε κατόπιν της παραπομπής δήλωσε ότι ετοιμάζεται να δώσει την πιο σκληρή μάχη, αρνήθηκε εκ νέου τις κατηγορίες εις βάρος του και διαμήνυσε εντός και εκτός του κόμματός του πως την έδρα του στον Νιου Τζέρζι δεν την παραδίδει.