Ευρωπαϊκοί Αμυντικοί Εξοπλισμοί: Ώρα Αποφάσεων

Η παρουσία του Βρετανού Πρωθυπουργού Κειρ Στάρμερ (του ηγέτη μιας χώρας που επιδίωξε και πέτυχε την αποσύνδεση της από την Ε.Ε.) στην έκτακτη Σύνοδο Κορυφής της Ευρωπαϊκής Ένωσης με θέμα την Άμυνα την περασμένη Δευτέρα, σημειολογικά έλεγε πολλά για την παρούσα κατάσταση στη Γηραιά Ήπειρο. Οι προειδοποιήσεις ηγετών πολλών κρατών - μελών (συμπεριλαμβανομένης και της Ελλάδας) για τον δυνητικό κίνδυνο από την ανατολή (Ρωσία) και η αλλαγή στάσης αναφορικά με την ανάγκη επανεξοπλισμού των ευρωπαϊκών χωρών, διαβρώνουν τις διαχωριστικές γραμμές βορρά - νότου που παραδοσιακά αντικατόπτριζαν διαφορετικές εθνικές προτεραιότητες σε μια σειρά ζητημάτων, και επιφέρουν μια ολοένα και πιο επιτακτική σύγκλιση απόψεων στο θέμα αυτό (και τις χώρες του Πρώην Ανατολικού μπλοκ και της Βαλτικής να είναι στην πρώτη γραμμή).

Με άλλα λόγια, αυτό που δεν κατάφερε η Ε.Ε. με την προσπάθεια για μια Συνταγματική Συνθήκη (αν και αργότερα πολλές παράμετροι της εντάχθηκαν στη Συνθήκη της Λισσαβόνας), αυτό που δεν κατάφερε κατά τη διάρκεια της κρίσης χρέους (κοινή στάση απέναντι στα δομικά χρηματοοικονομικά προβλήματα κρατών-μελών), αυτό που δεν κατάφερε (τουλάχιστον στον μέγιστο βαθμό) αναφορικά με την κατανομή κονδυλίων για το NextGenEU, το κατάφερε μέσω του συλλογικού φόβου για ενδεχόμενο ρωσικό επεκτατισμό προς τα δυτικά σε περίπτωση επικράτησης της Ρωσίας στην Ουκρανία. 

Και αν και κανείς δεν περιμένει ρωσικά άρματα μάχης να προελάσουν σύντομα κατά δεκάδες μέσα από το περιβόητο Fulda Gap (η πεδιάδα ανάμεσα στην Έσση-Θουριγκία και τη Φρανκφούρτη) υπό τις διαταγές ενός Ντμίτρι Ουστίνοφ (Υπουργός Άμυνας ΕΣΣΔ) ή ενός Νικολάι Οργκάκοφ (Α/ΓΕΕΘΑ ΕΣΣΔ) - που θεωρείτο η πιο πιθανή διαδρομή για μια χερσαία επίθεση εναντίον του ΝΑΤΟ επί Ψυχρού Πολέμου - η προετοιμασία δια παν ενδεχόμενο φαίνεται να είναι παραπάνω από επιτακτική. 

Το χρονοδιάγραμμα για το πότε, ενδεχομένως, μια Ρωσία με πιθανές επεκτατικές βλέψεις θα μπορούσε να κάνει μια κίνηση προς δυσμάς κυμαίνεται από 3-5 χρόνια (Financial Times, 9/2/24 - εκτιμήσεις Δανίας), σε 4-5 χρόνια (εκτίμηση Μπόρις Πιστόριους, Υπ.Άμυνας Γερμανίας στην προχθεσινή Σύνοδο), μέχρι 5-8 χρόνια (Reuters, 18/4/24 - Γερμανός Α/ΓΕΕΘΑ). Αυτό δε σημαίνει πως κατ' ανάγκη η Ρωσία επιδιώκει να κάνει κάτι τέτοιο. Όμως η ρήση «αν θέλεις ειρήνη, προετοιμάσου για πόλεμο» ταιριάζει απόλυτα με την παρούσα κατάσταση. Με ποιο αντίτιμο όμως; (η απάντηση στην τελευταία παράγραφο).

Σε πρόσφατο άρθρο του εδώ στο Liberal (24/1), ο Θανάσης Μαυρίδης πολύ εύστοχα ανέδειξε αυτό ακριβώς που συζητήθηκε στις Βρυξέλλες την περασμένη Δευτέρα: Οι αμυντικοί εξοπλισμοί παίρνουν προτεραιότητα. Και αυτό αφορά και τη χώρα μας. Ωστόσο, τρία είναι τα μεγαλύτερα προβλήματα για την Ευρώπη αναφορικά με το θέμα αυτό:

  • Ο κατακερματισμός της ευρωπαϊκής αμυντικής βιομηχανίας (Thales, EADS, ThyssenKrupp, Rheinmetall, Fincantieri, Naval Group, BAE Systems) με οπλικά συστήματα που συχνά επικαλύπτονται και είναι πανομοιότυπα. Η ανάγκη για συγχωνεύσεις μεταξύ ευρωπαϊκών αμυντικών βιομηχανιών ίσως καταστεί μονόδρομος για περαιτέρω ενοποίηση (και επίτευξη οικονομικών κλίμακος) στον τομέα αυτό.
  • Το πού θα βρεθούν αυτά τα χρήματα - και είναι πολλά (500 δισ. ευρώ επιπλέον για τα επόμενα 10 χρόνια με βάση τις εκτιμήσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής μετά το πέρας της προχθεσινής Συνόδου). Σύμφωνα με τους Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν και Αντόνιο Κόστα τα κονδύλια μπορούν να βρεθούν είτε μέσω των εθνικών προϋπολογισμών, είτε μέσω ιδιωτικών κεφαλαίων, είτε μέσω ενός ρόλου που θα μπορούσε να παίξει η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων.
  • Επίσης, ένα μεγάλο μέρος των αμυντικών δαπανών της Ευρώπης προέρχεται από παραγγελίες όπλων από τις ΗΠΑ, όπως το F-35, πυραυλικά συστήματα μέσου πλήγματος (HIMARS), επιθετικά ελικόπτερα (Apache) και φυσικά πυραύλους αέρος-εδάφους όπως ο περιβόητος πύραυλος cruise (JASSM-ER), τον οποίο εποφθαλμιά και η Ελλάδα. Αν η τάση αυτή συνεχιστεί, πώς θα καταφέρει η Ευρώπη να καταστεί σημαντικός παίκτης στην παγκόσμια αγορά (παραγωγή) οπλικών συστημάτων χωρίς τη στήριξη μέσω παραγγελιών από ευρωπαϊκές χώρες;

Συνεπώς, οι ηγέτες της Ευρώπης βρίσκονται μπροστά σε αποφάσεις που θα έχουν αντίκτυπο σε βάθος χρόνου. Η κοινή λογική λέει πως μόνο μέσω των εθνικών προϋπολογισμών και της πρότασης Μητσοτάκη/Τουσκ για εξαίρεση των δαπανών για την Άμυνα είναι εφικτός ένας γρήγορος επανεξοπλισμός (και μάλιστα εξαίρεση κατά τη στιγμή της παραγγελίας και όχι κατά τη στιγμή της παραλαβής, κάτι που είναι κρίσιμο γιατί αφορά τη χρηματοοικονομική ευρωστία των εθνικών προϋπολογισμών απέναντι στα Κοινοτικά όργανα και στους οίκους αξιολόγησης). Οι άλλες δύο προαναφερθείσες δυνητικές επιλογές είναι επίφοβο πως θα μπλεχτούν στα γρανάζια της γραφειοκρατίας των Βρυξελλών.

Τέλος, υπάρχει ο κίνδυνος η αντίληψη (perception) του ότι η Ρωσία de facto θα θελήσει να αυξήσει τη σφαίρα επιρροής της προς τα δυτικά, να οδηγήσει σε μια ραγδαία αύξηση των αμυντικών δαπανών παρόμοια με αυτή που οδήγησε τη Σοβιετική Ένωση σχεδόν σε χρεωκοπία τη δεκαετία του 1980 όταν και οι ΗΠΑ μπλόφαραν με το περίφημο SDI (ή «πόλεμος των άστρων») του προέδρου Ρίγκαν. Δε θα συνεχίσω την ανάλυση αναφορικά με αυτό το ενδεχόμενο γιατί μπαίνουμε σε δύσβατα μονοπάτια της θεωρίας παιγνίων, ωστόσο αξίζει να αναφερθεί και αυτή η πιθανότητα: Η Ρωσία να μπλοφάρει, ώστε να αποδυναμώσει μέσω δαπανών για την άμυνα οικονομικά την Ευρώπη, προετοιμαζόμενη για ένα γεγονός που ίσως λάβει χώρα με την πρωτοβουλία κινήσεων για το αν καν θα λάβει χώρα να βρίσκεται στο αντίπαλο στρατόπεδο. 

Το ερώτημα είναι, αντέχει η Ευρώπη να μην κάνει τίποτα, πιστεύοντας πως η Ρωσία μπλοφάρει ή νομοτελειακά θα πρέπει να κινηθεί με βάση την αντίληψη που αναφέραμε και τη λογική; Σε μελλοντική στήλη θα αναφερθούμε και στη διαχρονική ρωσική στρατηγική σκέψη η οποία διαφέρει κατά πολύ από τη δυτική (με πρόσφατη, εξειδικευμένη βιβλιογραφία να ρίχνει άπλετο φως σε αυτόν τον τομέα).