Η κατάρρευση της γέφυρας στη Βαλτιμόρη και οι επιπτώσεις της ίσως να οδηγήσουν στη μεγαλύτερη πληρωμή ναυτικών αποζημιώσεων όλων των εποχών, δήλωσε την Πέμπτη ο πρόεδρος του ασφαλιστικού «κολοσσού» Lloyd's.
Οι αναλυτές έχουν προβλέψει ότι οι αποζημιώσεις από την καταστροφή θα ανέλθουν σε μονοψήφιο αριθμό δισεκατομμυρίων.
«Έτσι, είναι πολύ νωρίς για να μιλήσουμε για αριθμούς. Δεν προβλέπω σε αυτό το σημείο ότι είναι εκτός του ρεαλιστικού σχεδιασμού μας για το σενάριο καταστροφής. Αισθάνομαι ότι πρόκειται για μια πολύ σημαντική απώλεια, ενδεχομένως τη μεγαλύτερη θαλάσσια αποζημίωση όλων των εποχών, αλλά όχι εκτός των παραμέτρων για τις οποίες σχεδιάζουμε», τόνισε ο Μπρους Κάρνεγκι - Μπράουν.
Αναλυτές της DBRS ανέφεραν την Τετάρτη ότι οι αποζημιώσεις μπορεί να κυμανθούν μεταξύ 2 και 4 δισ. δολαρίων, ανάλογα με το χρονικό διάστημα που θα παραμείνει αποκλεισμένο το λιμάνι.
«Παρά τις μεγάλες ασφαλισμένες ζημίες, αναμένουμε ότι θα παραμείνουν διαχειρίσιμες για τον ασφαλιστικό κλάδο, καθώς θα αφορούν μια μεγάλη και διαφοροποιημένη ομάδα καλά κεφαλαιοποιημένων ασφαλιστών και αντασφαλιστών», δήλωσε η DBRS.
Η Barclays τοποθετεί τις πιθανές ασφαλιστικές αποζημιώσεις μεταξύ 1 και 3 δισ.δολαρίων.
Οι αρχές τόσο στη Σιγκαπούρη όσο και στις ΗΠΑ θα διεξάγουν έρευνες για να διαπιστώσουν τη νομική ευθύνη, στο πλαίσιο μιας πολύπλοκης διαδικασίας που μπορεί να διαρκέσει μήνες ή και χρόνια.
Η Maersk θα είχε κάλυψη ευθύνης ως ναυλωτής και όχι ως διαχειριστής του πλοίου, δήλωσε στο CNBC νωρίτερα αυτή την εβδομάδα ο David Osler, κύριος αναλυτής ναυτιλίας και εμπορευμάτων της Lloyd's List Intelligence.
Αρκετές αυτοκινητοβιομηχανίες δήλωσαν ότι αξιολογούν τις επιπτώσεις της τραγωδίας στις δραστηριότητές τους και αναμένουν ότι θα πρέπει να ανακατευθύνουν το εμπόριο, παρατείνοντας έτσι ορισμένους χρόνους παράδοσης.
Πάντως, πολλές εταιρείες λένε ότι δεν αναμένουν μεγάλες διαταραχές προς το παρόν.
Οι αναλυτές της Barclays ανέφεραν σε σημείωμά τους την Τετάρτη ότι οι γερμανικές αυτοκινητοβιομηχανίες BMW, Mercedes και Volkswagen είναι περισσότερο εκτεθειμένες, καθώς οι ευρωπαϊκές εισαγωγές αντιπροσώπευαν το 40% έως 50% των αμερικανικών πωλήσεων τα τελευταία χρόνια.