Οι αγορές ομολόγων διεθνώς βρίσκονται σε φάση αβεβαιότητας και από τις αρχές του έτους οι αποδόσεις κινούνται πλέον ανοδικά.
Η συνεχής διάψευση των ελπίδων για σύντομη μείωση των επιτοκίων και το σπιράλ γεωπολιτικών κινδύνων που θα μπορούσε να αναζωπυρώσει τον πληθωρισμό είναι οι βασικές αιτίες που ανεβάζουν το κόστος δανεισμού παγκοσμίως.
Σε αυτή τη συγκυρία, η χθεσινή έκδοση του ελληνικού 30ετούς, μέσω της οποίας το Δημόσιο άντλησε 3 δισ. ευρώ, υπερκαλύφθηκε κατά 11 φορές, καθώς οι προσφορές ξεπέρασαν τα 33 δισ. ευρώ, με το επιτόκιο να διαμορφώνεται στα 4,241%.
Δηλαδή 25 πόντους πιο κάτω από το υφιστάμενο του αντίστοιχου 30ετούς της Ιταλίας, το οποίο ήταν χθες στα 4,492%.
Τι «είδαν» τα θεσμικά αυτά χαρτοφυλάκια, όπως είναι στην πλειοψηφία τους οι 325 επενδυτές που μπήκαν στη χθεσινή έκδοση;
Ασφαλώς μια ελκυστική απόδοση, αλλά κυρίως ότι το ελληνικό χρέος είναι βιώσιμο. Στην ουσία, δεσμεύουν κεφάλαια για 30 χρόνια σε μια χώρα που πριν από μια δεκαετία τους είχε «κουρέψει» και μάλιστα τη δανείζουν με επιτόκιο 25 πόντους χαμηλότερο απ’ ότι την Ιταλία, η οποία έχει επενδυτική βαθμίδα απ’ όλους τους οίκους αξιολόγησης.
Σημειωτέον ότι το ιταλικό 30ετές είναι και οκτώ μήνες μικρότερο σε διάρκεια, δηλαδή πρέπει να επιστρέψει τα χρήματα των επενδυτών τον Οκτώβριο του 2053, όταν στη δική μας περίπτωση, η λήξη της χθεσινής έκδοσης είναι ο Ιούνιος του 2054.
Σε αυτή τη λογική θα μπορούσε κάποιος να αναρωτηθεί τι είναι αυτό που είδαν οι επενδυτές στο ελληνικό χρέος, το οποίο δεν βλέπει ακόμη η Moody’s, ο μόνος από τους οίκους αξιολόγησης που δεν μας έχει ακόμη δώσει την πολυπόθητη επενδυτική βαθμίδα;
Στην ίδια κατεύθυνση, θα μπορούσε κανείς να πει ότι η πετυχημένη χθεσινή έκδοση, που έγινε στον απόηχο των καλών νέων για τη δημοσιονομική υπεραπόδοση του 2023 και του θετικού outlook από την S&P, επιχειρεί να αφαιρέσει επιχειρήματα από την Moody’s. Ενισχύει την ελληνική θέση, το οπλοστάσιο των ελληνικών επιχειρημάτων.
Ασφαλώς και η έκδοση του ΟΔΔΗΧ δεν πρόκειται να αλλάξει τη γνώμη του διεθνούς οίκου για την Ελλάδα.
Στην έκθεσή του, τον περασμένο Μάρτιο, πέρα από τα πολλά θετικά που αναγνώριζε στην ελληνική οικονομία, αιτιολογούσε την απόφαση να μας διατηρήσει στο Βaa1 με θετικές προοπτικές, παραθέτοντας μια μακρά λίστα από ζητήματα, με ελέφαντες στο δωμάτιο, το απόλυτο μέγεθος του χρέους, το οποίο διακατέχεται κυρίως από θεσμούς και αλλοδαπούς επενδυτές, και το δημογραφικό.
Στα αρκετά κίτρινα σημαιάκια, η Moody's εντοπίζε το πρόβλημα του ελλείμματος του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών, που μπορεί πέρυσι να μειώθηκε στο 6,5% του ΑΕΠ, από 9,7% του ΑΕΠ που είχε φτάσει το 2022, αλλά παραμένει πολύ υψηλό. Την απαράλλαχτη εδώ και δεκαετίες «συνταγή» της ανάπτυξης, δηλαδή την εξάρτηση από τουρισμό και επενδύσεις κυρίως σε ακίνητα, μηχανολογικό εξοπλισμό, και κατασκευές, ενώ μιλούσε για την ανάγκη συνέχισης των μεταρρυθμίσεων.
Εκανε ειδική αναφορά στην απογοητευτική μας επίδοση ως προς την ταχύτητα απονομής Δικαιοσύνης, έθετε το ζήτημα της περαιτέρω ενδυνάμωσης του τραπεζικού συστήματος και προέτασσε την τήρηση της δημοσιονομικής πειθαρχίας.
Απαιτείται δουλειά για να αλλάξουν όλ' αυτά επί τα βελτίω, και μαζί και η άποψη της Moody’s για το ελληνικό αξιόχρεο.
Αλλά κινήσεις όπως η χθεσινή, δηλαδή η εμπιστοσύνη που έδειξαν οι αγορές στην Ελλάδα, δανείζοντάς τη με ένα επιτόκιο ευθέως συγκρίσιμο με τα αντίστοιχα άλλων χωρών της Ευρωζώνης, είναι ένα στοιχείο, προκειμένου να διευκολύνει την απόφαση του ξένου οίκου όταν και όποτε έρθει η στιγμή για την επόμενη έκθεσή του.
Αποσκοπούν στο να απαλείψουν κάποιους από τους λόγους ως προς το γιατί η Ελλάδα πρέπει να παραμείνει στην ίδια βαθμίδα.
Αν δούμε την κατανομή βάσει του προφίλ των επενδυτών και αφαιρέσουμε το 9% που πήραν τα hedge funds, το υπόλοιπο 90% κατέληξε σε θεσμικά χαρτοφυλάκια, δηλαδή επενδυτές ΑΑΑ.
Αν αφαιρέσουμε και ένα ποσοστό γύρω στο 5% από τα bank treasuries, όπως λένε οι γνωρίζοντες, τότε μπορούμε να πούμε το υπόλοιπο 85% κατέληξε σε real money investors.
Δηλαδή το 54% καλύφθηκε από fund managers, το 22% από τράπεζες, το 9% από hedge funds, το 7% από ασφαλιστικές/ συνταξιοδοτικά ταμεία, και επίσης άλλο ένα 7% από CB/OI.
Στη γεωγραφική κατανομή, 430 εκατ. ευρώ καλύφθηκαν από έλληνες επενδυτές και τα υπόλοιπα 2,6 δισ. ευρώ περίπου από το εξωτερικό. Και εδώ, οι γνωρίζοντες την αγορά, μιλούν για μια πολύ ισορροπημένη κατανομή, δίχως η συντριπτική πλειοψηφία να προέρχεται από μια χώρα.
Από τη Βρετανία, μέσω της οποίας έρχονται και πολλά αμερικανικά κεφάλαια που έχουν εκεί παραρτήματα, προήλθε το 42%, από την Ισπανία το 11%, τη Γαλλία το 8%, την Ιταλία επίσης ένα 8%, από τα Σκανδιναβικά κράτη ένα 7%, από Γερμανία - Αυστρία - Ελβετία ένα 4%, με το υπόλοιπο 6% να αφορά επενδυτές από την υπόλοιπη Ευρώπη και τον κόσμο.
Εξαιτίας της μεγάλης ζήτησης και της υπερκάλυψης κατά έντεκα φορές της έκδοσης, ο ΟΔΔΗΧ μπορέσε να περιορίσει το περιθώριο κατά 10 μονάδες βάσης σε σύγκριση με το αρχικό guidance.
Επειτα από το πρώτο δίωρο οι προσφορές έφτασαν στα 28 δισ. ευρώ, επιτρέποντας στο Δημόσιο να αναθεωρήσει το guidance στις 170 μονάδες βάσης πάνω από το mid swap, έναντι των 175 μονάδων βάσει των οποίων ξεκίνησε η διαδικασία. Λιγότερο από μια ώρα μετά, το spread έπεσε κι άλλο κατά 5 μονάδες βάσης. Η τελική τιμολόγηση διαμορφώθηκε στις 165 μονάδες βάσης πάνω από το mid swap.
Στην ουσία, με τη χθεσινή έκδοση η Ελλάδα δεν επιχειρεί να καλύψει χρηματοδοτικές ανάγκες, αυτές είναι ήδη καλυμμένες. Εχει στόχο, όπως έγραψε χθες το Liberal, να ξαναφτιάξει την καμπύλη χρέους, τώρα που έχει προβιβαστεί ξανά στα αξιόπιστα κράτη.
Στη νέα αυτή εποχή που διανύουμε ως χώρα, της αλλαγής κατηγορίας με την επενδυτική βαθμίδα, οι δανειστές μας πρέπει να μας ξαναεμπιστευτούν, αγοράζοντας ελληνικός χρέος με μεγάλες λήξεις, όπως το 2054 του 30ετούς.
Είναι απαραίτητο για κάθε χώρα και ειδικά για εμάς, μετά από την καταστροφική δεκαετία της κρίσης, την καταβαράθρωση της ελληνικής οικονομίας και της εμπιστοσύνης προς αυτήν, να ξαναφτιάξουμε την καμπύλη με new money transaction σε όσο πιο long σημεία γίνεται.