Μεγάλες διαφορές στις διατροφικές και καταναλωτικές συνήθειες των Ελλήνων πολιτών εντοπίζει το Ινστιτούτο Έρευνας Λιανεμπορίου Καταναλωτικών Αγαθών, το οποίο πραγματοποίησε μελέτη στο πλαίσιο της παγκόσμιας ημέρας διατροφής στις 16 Οκτωβρίου.
Σύμφωνα με το ΙΕΛΚΑ, οι καταναλωτές έχουν μειώσει κατά 15% την ποσότητα των αγορών τους, ενώ το 50% προσέχει τη διατροφή του και ψάχνει πληροφορίες για τις ευεργετικές ιδιότητες των τροφών.
Όπως αναφέρεται στη μελέτη, η διατροφή των ελληνικών νοικοκυριών έχει επηρεαστεί σημαντικά από την οικονομική κρίση, καθώς το μείγμα αγορών σε σχέση με τα είδη διατροφής έχει διαφοροποιηθεί σημαντικά τα τελευταία χρόνια.
Συγκεκριμένα συνολικά καταγράφεται μία μείωση στην αξία των αγορών κατά 21%, ενώ η εκτίμηση για τη μείωση του όγκου-ποσότητας των αγορών είναι της τάξης του 15%. Αυτό αντικατοπτρίζεται άλλωστε από το γεγονός ότι 19 από τις 26 κατηγορίες τροφίμων παρουσιάζουν μείωση στην ποσότητα που αγοράστηκε το 2017 σε σχέση με το 2010, ενώ 20 από τις 26 κατηγορίες παρουσιάζουν μείωση στην αξία που αγοράστηκε το 2017 σε σχέση με το 2010.
Χαρακτηριστικές είναι οι αλλαγές που καταγράφονται σε συγγενικές ομάδες τροφίμων. Συγκεκριμένα, βλέπουμε ότι φθηνότερες επιλογές για πρόσληψη πρωτεϊνών, όπως τα όσπρια παρουσιάζουν αύξηση κατά 10% από 15 σε 16,6 κιλά, και τα πουλερικά αύξηση κατά 9% από 36,4 σε 39,5 ενώ ακριβότερες επιλογές παρουσιάζουν μείωση, όπως π.χ. το μοσχάρι κατά 24% από 47,6 κιλά σε 35,9 και το αρνί-κατσίκι κατά 25% από 13,5 κιλά σε 10,2 κιλά. Αντίστοιχα καταγράφεται μία σημαντική αύξηση στην πρόσληψη υδατανθράκων τόσο από ζυμαρικά όσο και από ρύζι κατά 14% και 8% αντίστοιχα. Στις θετικές κατευθύνσεις προς πιο υγιεινές διατροφικές επιλογές καταγράφεται η μείωση στην πρόσληψη ζάχαρης κατά 44% και αναψυκτικών κατά 43%. Αντίθετα στις αρνητικές κατευθύνσεις καταγράφεται τόσο η μείωση σε φρούτα και λαχανικά κατά 23% και 20% αντίστοιχα, όσο και η μείωση στα γαλακτοκομικά, με μείωση 14% για το γάλα και 24% για το τυρί, αλλά και μείωση για το ελαιόλαδο κατά 18%.
Σημαντικό ρόλο φαίνεται ότι παίζουν και οι αλλαγές στην μέση τιμή την οποία πληρώνει ο καταναλωτής. 15 από τις 26 κατηγορίες παρουσιάζουν μείωση στη μέση τιμή ανά μονάδα μέτρησης την οποία πληρώνει ο καταναλωτής, κάτι το οποίο οφείλεται τόσο στις αλλαγές στις τιμές των προϊόντων όσο και στις αγοραστικές επιλογές των καταναλωτών, όπως στροφή προς φθηνότερα προϊόντα στην ίδια κατηγορία ή αξιοποίηση των προσφορών και εκπτώσεων που παρέχουν οι αλυσίδες σουπερμάρκετ και η βιομηχανία τροφίμων. Αξίζει να σημειωθεί ότι τη συγκεκριμένη χρονική περίοδο ο ΦΠΑ στα τρόφιμα αυξήθηκε για τα περισσότερα τρόφιμα από το 9% το 2010 στο 13% από το 2015 και για αρκετά τρόφιμα από το 9% το 2010 στο 24% από το 2016, ενώ άλλα προϊόντα όπως ο καφές και τα οινοπνευματώδη αύξησαν την τιμή τους λόγω ειδικών φόρων κατανάλωσης. Αυτός είναι και ο λόγος που προϊόντα όπως το κρασί και καφές παρουσιάζουν τόσο σημαντικές αυξήσεις στη μέση τιμή 26% και 22% αντίστοιχα. Σε γενικές γραμμές καταγράφεται μία ανταπόκριση της αγοράς στις διατροφικές συνήθειες, καθώς σε κατηγορίες όπως π.χ. τα ζυμαρικά η οποία κατέγραψε αύξηση κατά 14% στην αγορασθείσα ποσότητα, η μέση τιμή αγοράς παρουσίασε μείωση κατά 13% από 1,86€/κιλό σε 1,62€/κιλό.
Οι αλλαγές στις μέσες τιμές των τροφίμων ξεκαθαρίζουν σε ένα βαθμό το τοπίο αν κάποια αλλαγή οφείλεται σε διατροφική τάση ή αγοραστική τάση λόγω π.χ. μειωμένου εισοδήματος. Έτσι καταγράφεται ότι η μείωση στις αγορές φρούτων και λαχανικών είναι περισσότερο διατροφική τάση, καθώς η μέση τιμή παρουσιάζει μείωση κατά 5% και 8% αντίστοιχα. Πρακτικά δηλαδή οι καταναλωτές μείωσαν τις αγορές αυτών των προϊόντων από επιλογή και όχι λόγω τιμής, είτε λόγω αλλαγών στη διατροφή, είτε λόγω περικοπής σπατάλης.
Σε κάθε περίπτωση ο συνδυασμός των παραπάνω στοιχείων μαζί με τις έρευνες καταναλωτών του ΙΕΛΚΑ καταγράφουν μια συνολική τάση αλλαγής της διατροφής των καταναλωτών.