Ξεκίνησε στην αρμόδια επιτροπή της Βουλής, η επεξεργασία του νομοσχεδίου για την ενσωμάτωση της ευρωπαϊκής Οδηγίας «για αναπροσαρμογή μισθών και καθορισμό κατώτατου μισθού για τα έτη 2025-2027».
Η υπουργός Εργασίας, Νίκη Κεραμέως χαρακτήρισε τις νέες ρυθμίσεις, «ασπίδα προστασίας για όλους τους εργαζόμενους» και διαβεβαίωσε πως μέχρι την τελευταία στιγμή θα είναι ανοιχτή σε βελτιωτικές προτάσεις, ενώ η αντιπολίτευση εξέφρασε τις επιφυλάξεις της για το αν στόχος της κυβέρνησης είναι οι ουσιαστικές αυξήσεις.
«Μπαίνει ρητή απαγόρευση για οποιαδήποτε μείωση του κατώτατου μισθού. Όποιος πει όχι στο νομοσχέδιο, λέει όχι στην ασπίδα προστασίας των εργαζομένων, λέει όχι στις αυξήσεις του κατώτατου μισθού», ανέφερε χαρακτηριστικά η υπουργός Εργασίας.
«Πρόκειται για ένα νομοθέτημα με αμιγώς κοινωνικό πρόσημο, που εξασφαλίζει για κάθε εργαζόμενο μία ασπίδα προστασίας, μία ελάχιστη αμοιβή, η οποία θα βαίνει μόνο αυξανόμενη, με ρητή απαγόρευση οποιασδήποτε μείωσης και με στόχο την προστασία των εργαζομένων και την αναπτυξιακή ώθηση της παραγωγικότητας και της οικονομίας», υπογράμμισε η κ. Κεραμέως ανοίγοντας την συζήτηση.
Το νομοσχέδιο, είπε, χτίζει πάνω στη υφιστάμενη κατάσταση. «Ο κατώτατος μισθός ξεκίνησε στα 650 ευρώ το 2019, σήμερα είναι στα 830 ευρώ, με στόχο το 2027 να είμαστε στα 950 ευρώ, σηματοδοτώντας μια αύξηση της τάξεως του 46% από το 2019». «Η κοινοτική οδηγία αποσκοπεί στη βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης και εργασίας των εργαζομένων και έρχεται και θεσπίζει μία ασπίδα προστασίας για όλους τους εργαζόμενους ανεξαιρέτως.
Οι δύο άξονες της ευρωπαϊκής Οδηγίας
Η οδηγία έχει δύο άξονες τους οποίους υιοθετούμε: Ο πρώτος, έχει να κάνει με τα κριτήρια και τις αντικειμενικές διαδικασίες για τον καθορισμό και την επικαιροποίηση του κατώτατου μισθού, και ο δεύτερος, με το πώς θα ενισχυθούν στα κράτη μέλη οι συλλογικές διαπραγματεύσεις και η σύναψη συλλογικών συμβάσεων εργασίας», ανέφερε.
Αναπτύσσοντας τον πρώτο άξονα, έμφαση έδωσε η υπουργός στον μαθηματικό τύπο που χρησιμοποιείται για τον καθορισμό της αύξησης του κατώτατου μισθού, τονίζοντας ότι «λαμβάνει υπόψη δύο οικονομικά στοιχεία, την ακρίβεια και την αύξηση της ελληνικής παραγωγικότητας».
«Μιλάμε μόνο για αύξηση του κατώτατου μισθού, σύμφωνα με τον μαθηματικό τύπο, από το 2027, άρα από την αφετηρία των 950 ευρώ. Ρητά απαγορεύεται μείωση και σημειώνεται ότι από τις 27 χώρες της Ε.Ε., στις 22 προβλέπεται νομοθετικά κατοχυρωμένος κατώτατος μισθός. Το νέο προτεινόμενο μοντέλο, είναι ένα απλό, σαφές, αντικειμενικό, διαφανές σύστημα καθορισμού του κατώτατου μισθού χωρίς εκπλήξεις».
Ο δεύτερος άξονας, «έχει να κάνει με την εκπόνηση ενός σχεδίου δράσης, για να διαμορφωθεί ένα πλαίσιο που θα ενισχύσει την σύναψη συλλογικών συμβάσεων εργασίας. Μετά την ψήφιση του νομοσχεδίου, θα έχουμε ένα χρονικό διάστημα ενός έτους, ώστε με εκτενείς διαβουλεύσεις, τόσο με τους εθνικούς κοινωνικούς εταίρους, όσο και με τα κόμματα, να ενισχύσουμε και να θωρακίσουμε περαιτέρω το θεσμικό πλαίσιο για τη σύναψη συλλογικών συμβάσεων».
Οι τέσσερις καινοτομίες του συστήματος
Η κ. Κεραμέως μίλησε για τέσσερεις καινοτομίες του συστήματος:
- Πρώτον: Ο κατώτατος μισθός προκύπτει από πραγματικά, αντικειμενικά κριτήρια, την ακρίβεια και την αύξηση της παραγωγικότητας της ελληνικής οικονομίας.
- Δεύτερον: Για πρώτη φορά επεκτείνεται και καλύπτει όλους τους εργαζόμενους στο δημόσιο τομέα.
- Τρίτον: Υιοθέτηση της ενωσιακής νομοθετικής πρόβλεψης, ότι δεν μπορεί να μειωθεί ο κατώτατος μισθός.
- Τέταρτον: Για τον καθορισμό αξιοποιούνται αντικειμενικά, οικονομικά στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ.
«Το χρέος της Πολιτείας είναι να καθορίσει μια ασπίδα προστασίας για όλους του εργαζόμενους, με επαρκείς κατώτατους μισθούς. Από εκεί και πάνω όμως, οι κοινωνικοί εταίροι είναι ελεύθεροι, έχουν κάθε δυνατότητα να συνάψουν συλλογικές συμβάσεις εργασίας, οι οποίες θα προβλέπουν πιο ευνοϊκούς όρους εργασίας», είπε.
Η κ. Κεραμέως έκανε λόγο για ένα «εκτενέστατο και γόνιμο διάλογο, που έγινε με όλους τους εθνικούς κοινωνικούς εταίρους, την ΕΛΣΤΑΤ και τα κοινοβουλευτικά κόμματα, ενσωματώνοντας ήδη στο νομοσχέδιο συγκεκριμένες προτάσεις που κατατέθηκαν». Συμπλήρωσε δε, ότι «θα είμαστε ανοιχτοί σε προτάσεις μέχρι το τελευταίο λεπτό της συζήτησής του στην ολομέλεια της Βουλής, για να βελτιώσουμε τα προβλήματα».