Οι πολίτες έχουν δικαίωμα στην επιλεκτική μνήμη και στη λήθη, επειδή ο ατομικός βίος φέρει μερική ευθύνη, για τον συλλογικό. Στους αντίποδες, οι πολιτικοί, οι ασκούντες διοίκηση, οι δημοσιολογούντες, οι έχοντες ακέραια την ευθύνη για το συλλογικό βίο, την πορεία της χώρας και το «αύριο» των επόμενων γενεών, δεν έχουν το ίδιο δικαίωμα.
Στις τελευταίες μέρες της προεκλογικής περιόδου που διανύουμε, εξαιτίας της προβληματικής αλληλεπίδρασης των αρχηγών του ΣΥΡΙΖΑ και του ΠΑΣΟΚ και καταλύτη την ακρίβεια, είναι επιβεβλημένο να προσδιοριστούν ξανά με σαφήνεια τα ζητούμενα. Να οριστεί που βρίσκεται η χώρα σήμερα, με βάση το χρόνο μηδέν. Το 2010 όταν επήλθε η κατάρρευση και η χρεοκοπία.
Προσδιορίζοντας, χωρίς περιστροφές, τους λόγους και τις αιτίες, τους επιταχυντές της κατάρρευσης και τους επιβραδυντές της ανάκαμψης. Η συζήτηση αυτή δεν έχει γίνει ποτέ ολοκληρωμένα, με εντιμότητα και ειλικρίνεια απέναντι στους πολίτες. Βιαστικά και ενοχικά το πολιτικό σύστημα, ακριβώς επειδή η ευθύνη ήταν συλλογική, βιάστηκε να προχωρήσει παρακάτω. Με αποτέλεσμα ακόμη και ένα τμήμα της κοινωνίας να μην έχει καταλάβει τι συνέβη και το μεγαλύτερο μέρος του πολιτικού προσωπικού να επαναλαμβάνει την ίδια ατιμία σε βάρος της χώρας και στις γενιές που έπονται.
Ο αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ που έζησε όλα τα χρόνια της κρίσης και της χρεοκοπίας στις Ηνωμένες Πολιτείες, αντλώντας γνώσεις σε καλά πανεπιστήμια και χρήμα από τον άκρατο αμερικανικό καπιταλισμό υπόσχεται ότι θα σκίσει την ακρίβεια, την αισχροκέρδεια, τους άδικους φόρους. Κι όλα αυτά με λάβαρό του την τιμή της φέτας, τη στιγμή που λέει στην κάμερα της εκπομπής του Γιώργου Λιάγκα ότι τους αρέσει με τον σύζυγό του να πηγαίνουν στο σούπερ μάρκετ «ως μια παύση από την καθημερινότητα».
Ο ΣΥΡΙΖΑ του Στ. Κασσελάκη παρουσίασε ένα μίγμα οικονομικής πολιτικής, που εμπεριέχει το «λεφτά υπάρχουν» του Γιώργου Παπανδρέου – πριν προσφύγει στο ΔΝΤ - έχοντας αγνοήσει τα μηνύματα των Ευρωπαίων διά του Γιώργου Παπακωνσταντίνου να μην προχωρήσει σε παροχές αφότου κέρδισε τις εκλογές. Και το «μη διαπραγματεύσιμο» Πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης του Αλέξη Τσίπρα, τις υποσχέσεις για τερματισμό της λιτότητας, που οδήγησαν στο τρίτο μνημόνιο και το καπέλο των 100 δισεκατομμυρίων.
Προκειμένου να μην αναδειχθεί ο ΦΠΑ στον καφέ και η τιμή της φέτας σε νέο μέηλ Χαρδούβελη, ο πρωθυπουργός και ο υπουργός Οικονομικών φροντίζουν να ξεσκονίζουν τις αράχνες από τα βιβλία της πρόσφατης χρεοκοπίας και του σισύφειου αγώνα εξόδου απ΄αυτή. «Αν εφαρμόζονταν οι προτάσεις του ΣΥΡΙΖΑ για τη μείωση των φόρων, θα οδηγούσαν σε κατάρρευση εντός ολίγων ημερών και σε καταστάσεις χειρότερες από τα μνημόνια. Αντί να έχουμε τα πρωτογενή πλεονάσματα που ορίζουν οι ευρωπαϊκοί κανόνες, θα είχαμε θηριώδη ελλείμματα» ήταν το σχόλιο του Κ. Χατζηδάκη που αρνείται να ενδώσει στις πιέσεις ένθεν κακείθεν και να βάλει την υπογραφή του σε ό,τι θεωρεί ότι μπορεί να επιφέρει δημοσιονομική παρέκκλιση που θα κλιμακωθεί σε εκτροχιασμό.
Ο δε Μητσοτάκης, μάλλον δεν σκοπεύει να γίνει ιδανικός αυτόχειρας πρωθυπουργός, για να αποδείξει ότι αγαπάει τον λαό περισσότερο απ’ ότι αγαπάει ο αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ τη σκυλίτσα του.
Όσον αφορά στο ΠΑΣΟΚ, είναι αρκούντως παράδοξο να καταγγέλλει ως οδυνηρή την πραγματικότητα που ζει ο λαός, έχοντας ως μέτρο σύγκρισης μισθούς, συντάξεις και τιμές του 2009. Τότε που ανεβήκαμε στο ψηλότερο βάθρο των ελλειμμάτων και δανεικών και γκρεμοτσακιστήκαμε το 2010 επί ΠΑΣΟΚ, που αντί να πατήσει φρένο, πάτησε γκάζι προς τη χρεοκοπία. Ο Νίκος Ανδρουλάκης δεν έχει κανένα από τα ελαφρυντικά που μπορεί να έχει ο Στ. Κασσελάκης, καθώς αν το πράγματα στη χώρα στραβώσουν εξαιτίας του μπορεί κάλλιστα να επικαλεστεί άγνοια ιστορίας, αυταπάτες και το νεαρό της ηλικίας του.