Στις 7 Ιουλίου η κυβέρνηση κλείνει δώδεκα μήνες από όταν οι πολίτες εμπιστεύτηκαν στον Κυριάκο Μητσοτάκη το τιμόνι της χώρας. Από πέρυσι η εικόνα της Ελλάδας άλλαξε ριζικά. Και στο εσωτερικό και στο εξωτερικό. Η λειτουργία των θεσμών αποκαταστάθηκε, η εμπιστοσύνη των πολιτών στο κράτος επέστρεψε και η οικονομία ξαναμπήκε σε δυναμική τροχιά. Ταυτόχρονα η κυβέρνηση διαχειρίστηκε δύο σημαντικές κρίσεις: Την ασύμμετρη απειλή στα σύνορα και την πανδημία του κορωνοϊού.
Είναι ξεκάθαρο ότι οι παθογένειες της χώρας δεν λύθηκαν όλες ως δια μαγείας, ούτε ασφαλώς τα προβλήματα σταμάτησαν να υπάρχουν. Και λάθη έγιναν και παραλείψεις υπήρχαν όπως και εσφαλμένες κρίσεις.
Η αλήθεια όμως είναι ότι τον χρόνο που μας πέρασε, «από το πουθενά», η Ελλάδα έγινε παγκόσμιο υπόδειγμα και παράδειγμα, αυτή τη φορά προς μίμηση, για τον υπόλοιπο κόσμο. Η Ελλάδα ανέκτησε τη χαμένη της αξιοπιστία και αξιοπρέπεια. Μέσα σε ένα χρόνο, έγιναν όσα δεν είχαν προχωρήσει για δεκαετίες, τουλάχιστον σε ορισμένα θέματα. Το κράτος ψηφιοποιήθηκε και οι πολίτες απέκτησαν πρόσβαση σε βασικές υπηρεσίες χωρίς να χρειάζεται να στηθούν σε ουρές.
Για πρώτη φορά, ύστερα από χρόνια, οι Ελληνες είδαν μείωση σε μια σειρά από φόρους και ο κόσμος της εργασίας μπήκε στο προσκήνιο. Η ασφάλεια επανήλθε στις γειτονιές και στους δρόμους και οι επενδυτές άρχισαν να «ψηφίζουν» Ελλάδα. Σε καμία περίπτωση δεν λύθηκαν όλα τα προβλήματα του μέσου Ελληνα, όμως οι περισσότεροι κάτι είδαν να αλλάζει.
Σημαντικές εμβληματικές επενδύσεις πήραν μπροστά, την ώρα που τα επιτόκια δανεισμού για τη χώρα μας μειώνονταν, αίρονταν και οι τελευταίοι περιορισμοί από τα capital controls και η ελληνική οικονομία έμπαινε σε όλα τα προγράμματα της ΕΚΤ που εγγυώνται ρευστότητα. Μεγάλο βάρος έδωσε η κυβέρνηση Μητσοτάκη και στην πράσινη ανάπτυξη, προωθώντας την απολιγνιτοποίηση και τις «πράσινες» μεταφορές, ενώ από την πρώτη στιγμή φρόντισε να σώσει τη ΔΕΗ από το χείλος της χρεοκοπίας.
Ταυτόχρονα ενισχύθηκε η εξωστρέφεια των ελληνικών πανεπιστημίων και στηρίχθηκε η δημόσια εκπαίδευση, που αποτελεί και το καλύτερο εργαλείο για την άρση των κοινωνικών ανισοτήτων. Ενισχύθηκε η Πολιτική Προστασία, αποδεικνύοντας ότι το κράτος μπορεί να είναι δίπλα στον πολίτη και να τον προστατεύσει, ενώ η στήριξη του Εθνικού Συστήματος Υγείας, πήρε πλέον μόνιμα χαρακτηριστικά, που του επιτρέπουν να ανταποκριθεί στις ανάγκες των πολιτών για την παροχή σύγχρονων δημόσιων υπηρεσιών Υγείας.
Στην οικονομία ο στόχος που τέθηκε από την πρώτη στιγμή, ήταν η χώρα να έχει υγιή και πειθαρχημένα δημόσια οικονομικά με ταυτόχρονη μείωση των φορολογικών βαρών νοικοκυριών και επιχειρήσεων : Δηλαδή μεσοσταθμική μείωση ΕΝΦΙΑ κατά 22%, δημιουργία νέας προοδευτικής φορολογικής κλίμακας με χαμηλότερο ανώτατο φορολογικό συντελεστή, μείωση του εισαγωγικού φορολογικού συντελεστή στα φυσικά πρόσωπα από 22% στο 9%, για εισοδήματα μέχρι 10.000 €, μείωση φορολογικού συντελεστή κερδών επιχειρήσεων από 28% σε 24%, για εισοδήματα του 2019, κ.ο.κ.
Η κυβέρνηση πέτυχε τους στόχους του προϋπολογισμού για το 2019, κάλυψε το δημοσιονομικό κενό για το 2020 και δημιούργησε δημοσιονομικό χώρο για μειώσεις φόρων το 2020. Προχώρησε την ενίσχυση της ρευστότητας στην πραγματική οικονομία, προώθησε την ευστάθεια του τραπεζικού συστήματος, στοχεύοντας και στην αντιμετώπιση του ιδιωτικού χρέους και η ελληνική οικονομία αναβαθμίστηκε από τους διεθνείς οίκους αξιολόγησης.
Με το ξέσπασμα της πανδημίας του Covid-19, έγινε προσπάθεια να αντιμετωπιστούν οι οικονομικές επιπτώσεις της υγειονομικής κρίσης, με πρωτοβουλίες στήριξης για επιχειρήσεις και εργαζόμενους.
Μέσα σε ένα έτος εγκρίθηκαν 399 έργα συνολικού προϋπολογισμού 5 δις ευρώ και στηρίχθηκε η έρευνα και η ανάπτυξη, η νεοφυής επιχειρηματικότητα και η παραγωγή καινοτομίας στα ερευνητικά κέντρα και τις επιχειρήσεις.
Στο πεδίο της εξωτερικής πολιτικής, με την άσκηση μιας πολυδιάστατης διπλωματίας, σε ένα δύσκολο γεωπολιτικά περιβάλλον, διασφαλίστηκε η προβολή της εικόνας και των θέσεων της Ελλάδος στο εξωτερικό σε όλες τις κρίσεις που αντιμετώπισε η ελληνική κυβέρνηση (Έβρος, μεταναστευτικό/προσφυγικό, πανδημία) και ενισχύθηκε η οικονομική της εξωστρέφεια.
Δημιουργήθηκαν συμμαχίες και περίγυρος ασφάλειας και αλληλοκατανοήσεων στην περιοχή της Ανατολικής και Κεντρικής Μεσογείου σχετικά με την τουρκική προκλητικότητα, προωθήθηκε η ειρήνη, η συνεργασία και η ανάπτυξη στα Βαλκάνια και ενισχύθηκε η θέση της χώρας στην Ε.Ε.
Ταυτόχρονα, στο εσωτερικό της χώρας, ενισχύθηκε το αίσθημα ασφάλειας σε κάθε πολίτη, που αποτελεί βασική προϋπόθεση της ελευθερίας, μέσα από την αποτελεσματική πρόληψη και αντιμετώπιση της εγκληματικότητας και τη μηδενική ανοχή στη βία και στην τρομοκρατία.
Στα θέμα της Πολιτικής Προστασίας η κυβέρνηση Μητσοτάκη προχώρησε στη μεταρρύθμιση του μοντέλου πολιτικής προστασίας και διαχείρισης κρίσεων και ενεργοποίησε τον Εθνικό Μηχανισμό Διαχείρισης Κρίσεων για τον συντονισμό των δράσεων με στόχο την αντιμετώπιση της εξάπλωσης του κορονοϊού COVID 19.
Από τις 7 Ιουλίου του 2019 και μετά, η κυβέρνηση απέδειξε ότι μπορεί να εγγυηθεί και την ασφάλεια της άμυνας της χώρας, επιτυγχάνοντας παράλληλα καλύτερο έλεγχο των συνόρων και διαχείριση του μεταναστευτικού. Παράλληλα, ενίσχυσε και προέβαλλε την κοινωνική συνεισφορά των Ενόπλων Δυνάμεων, με το αρμόδιο υπουργείο να προχωρά την αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας, να παρέχει σύγχρονες και ποιοτικές δημόσιες υπηρεσίες και να συμμετέχει στην αποτελεσματική αντιμετώπιση της πανδημικής κρίσης του κορονοϊού.
Σχετικά με το μεταναστευτικό/προσφυγικό ζήτημα, η κυβέρνηση κατάφερε να περιορίσει τις μεταναστευτικές ροές μέσω της βέλτιστης εφαρμογής διαδικασιών ασύλου και επιστροφών, να διεθνοποιήσει το πρόβλημα, να περιορίσει τις συνέπειες της κρίσης στις τοπικές κοινωνίες και να αντιμετωπίσει επιτυχώς τον Covid-19 στις δομές. Επίσης από το αρμόδιο υπουργείο προχωρά ο έλεγχος των Μη Κυβερνητικών Οργανώσεων, δίνεται έμφαση στην προστασία ασυνόδευτων ανηλίκων και ενισχύεται το σύστημα υποδοχής.
Λάθη, παραλείψεις υπήρξαν πολλά μέσα σε αυτούς τους δώδεκα μήνες. Προσωπικές στρατηγικές καταγράφηκαν, μεγάλα λόγια ειπώθηκαν, ενώ στελέχη πολλά υποσχόμενα έμειναν απλώς στις υποσχέσεις. Έναν χρόνο μετά λοιπόν από τις εκλογές του Ιουλίου 2019 είναι στο χέρι του Κυριάκου Μητσοτάκη να βελτιώσει την εικόνα και την αποτελεσματικότητα της κυβέρνησής του εφόσον θέλει να παραμείνει στην εξουσία. Ο χρόνος αποτελεί τον μεγάλο εχθρό του πρωθυπουργού, με τους πολίτες να δείχνουν προς ώρας την αναγκαία ανοχή.