Το ελληνικό σινεμά πρωταγωνίστησε στη γαλλική Ριβιέρα

Το ελληνικό σινεμά πρωταγωνίστησε στη γαλλική Ριβιέρα

«Το σινεμά είναι η πιο όμορφη απάτη του κόσμου» είχε πει ο Ζαν-Λυκ Γκοντάρ (1930-2022), όσο για την ταινία, ο Όρσον Γουέλς (1930-2022) είχε υποστηρίξει ότι «μια ταινία δεν είναι ποτέ πραγματικά καλή, εκτός αν η κάμερα είναι το μάτι στο κεφάλι ενός ποιητή». Ποιητής το πρόσωπο που σκηνοθετεί, καταθέτει τη δική του ματιά στην πραγματικότητα που ξετυλίγεται γύρω του, αποτυπώνοντας στο φιλμ τις ανησυχίες του αλλά και τη μαγεία του κινηματογράφου οτιδήποτε κι αν πραγματεύεται κάθε ταινία. Όπως μάλιστα έχει υπογραμμίσει ο Κώστας Γαβράς (γενν. 1933), «όταν πηγαίνεις στον κινηματογράφο, πηγαίνεις πρώτα απ’ όλα για να αισθανθείς κι έπειτα να προβληματιστείς». Η φράση του είναι βαρύνουσας σημασίας, αν μάλιστα αναλογιστούμε ότι ειπώθηκε από έναν σκηνοθέτη του οποίου οι ταινίες έχουν καθαρά πολιτικό θέμα.

Απαιτούνται επομένως τα συναισθήματα κι έπειτα οι προβληματισμοί και αυτή την επισήμανση o Γαβράς την έκανε κατά τη διάρκεια masterclass που πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο του 24ου Φεστιβάλ Ευρωπαϊκών Ταινιών Μικρού Μήκους της Νίκαιας στη γαλλική Ριβιέρα (4 - 11 Οκτωβρίου 2024) με αφιέρωμα στον ελληνικό κινηματογράφο υπό τον τίτλο «Gros plan sur la Grece» («Η Ελλάδα σε πρώτο πλάνο»), και την επίσημη παρουσία του Κώστα Γαβρά στο φεστιβάλ να υπογραμμίζει τους μακροχρόνιους κινηματογραφικούς δεσμούς της Ελλάδας και της Γαλλίας συμβάλλοντας παράλληλα στην ενίσχυσή τους.

Ποιο το σινεμά που εκκολάπτεται σήμερα στην Ελλάδα; Το αφιέρωμα περιλάμβανε την προβολή 17 ελληνικών ταινιών μικρού μήκους της τελευταίας τριετίας σε χώρους – κινηματογράφους και μη – στη γαλλική Ριβιέρα, δίνοντας μία γεύση στο κοινό της γαλλικής πόλης αλλά και της ελληνικής κοινότητάς της για το τι απασχολεί την τρέχουσα περίοδο τους Έλληνες κινηματογραφιστές. Οι ταινίες τις οποίες παρακολουθήσαμε είχαν στο επίκεντρό τους τις ανθρώπινες σχέσεις κάθε μορφής. Εξάλλου, οι ανθρώπινοι δεσμοί είναι ό,τι πιο σημαντικό έχουμε, και αυτή η αρχή συνδέεται επίσης με τον κινηματογράφο καθώς μία ταινία είναι αποτέλεσμα ομαδικής προσπάθειας.

Οι ταινίες

Στην ταινία του «Το καλοκαίρι που παρατήρησα για πρώτη φορά τον ήλιο να δύει» (2023) ο Αστέρης Τζιόλας μας «ταξίδεψε» στα παιδικά χρόνια δίπλα στα κύματα και στα συναισθήματα που γεννιούνται και γρήγορα φεύγουν όπως το κύμα που σκα στην παραλία και ευθύς τραβιέται πίσω. Η Ισαβέλλα Μαργάρα με το «Nothing holier than a dolphin» (2022) μας υπενθύμισε – μεταξύ άλλων – τη δύναμη της εξιστόρησης ιστοριών και τους δεσμούς που σαν δίχτυ ενώνουν τους ναυτικούς.

Από την ταινία «Το καλοκαίρι που παρατήρησα για πρώτη φορά τον ήλιο να δύει». Πηγή φωτ.: Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου Οπτικοακουστικών Μέσων &  Δημιουργίας

Σχετικά με τις υπόλοιπες ταινίες που παρακολουθήσαμε, με «Το χάος που άφησε πίσω της» (2023) ο Νίκος Κολιούκος εστιάζει στους οικογενειακούς δεσμούς που διαρρηγνύονται και τα όνειρα που μένουν ανεκπλήρωτα με κεντρικά πρόσωπα έναν πατέρα και την κόρη του. Η εξομολόγηση του εγκλήματος ενός γιου στη μητέρα του, δια του τηλεφώνου εκτυλίσσεται μέσα από ένα εκπληκτικό μονοπλάνο στην ταινία «Wings» (2023) του Φοίβου Ήμελλου. Από την πλευρά της, η Αντιγόνη Καπάκα με το «A piece of liberty» (2023) ξετυλίγει σε ένα πιθανό σενάριο τη μερική συναναστροφή ανάμεσα στον Τζόκερ και το Άγαλμα της Ελευθερίας, ενσωματώνοντας τη σκληρή πλευρά της κοινωνίας.

Καθότι η αφήγηση του «Super» (Νικόλας Κούλογλου, 2023) εκτυλίσσεται σε ένα σούπερ μάρκετ – ένα μέρος όπου τα προϊόντα διατίθεται προς κατανάλωση και αγοράζονται – εκλάβαμε την ταινία του ως ένα σχόλιο για τις παροδικές ανθρώπινες σχέσεις και την ενίοτε μηχανικότητά τους. Με βλέμμα τρυφερό και συνάμα ειλικρινές στο «Honeymoon» (2023) του Άλκι Παπασταθόπουλου εγγράφεται η βαθιά συναισθηματική ανάγκη ενός ανθρώπου να αγαπήσει και να αγαπηθεί, ανεξαρτήτως της ταυτότητάς του, η επιθυμία του προσώπου να γίνει αποδεκτό ενώ επικρατεί επίσης ο φόβος της απόρριψης και το επικριτικό βλέμμα ανθρώπων και κοινωνίας.

Δίνοντας έμφαση στον ήχο η Τζο Καπράλου στην ταινία της «Μωβ» (2023) μας παρουσίασε έναν παραλληλισμό ανάμεσα στην ερωτική σχέση και τις ρίζες των φυτών, το σφίξιμο των οποίων προκαλεί ασφυξία και κραυγή. Με την κινηματογραφική της ματιά υπογραμμίζει την επιτακτικότητα να μπαίνει τελεία σε οτιδήποτε συναισθηματικά τελειώνει ώστε να αποφευχθεί οτιδήποτε μη υγιές.

Από την ταινία «Super». Πηγή φωτ.: Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου Οπτικοακουστικών Μέσων &  Δημιουργίας

Σκηνοθετικά άρτια, έμπλεη χρωμάτων και αισθήσεων με απόλυτη σύνδεση εικόνας και διαλόγων, η ταινία «Τα περιστέρια αρρωσταίνουν όταν η πόλη φλέγεται» (2023) του Σταύρου Μαρκουλάκη αποτελεί μία καταβύθιση στην ανθρώπινη σύνδεση και επικοινωνία και στις προκλήσεις που παρεμβάλλονται, εκτυλίσσοντας την γνωριμία δύο νεαρών και της περιπλάνησής τους στην πόλη μαζί με ένα περιστέρι.

Από τα πολύ κοντινά πλάνα (τα περιστέρια ) έως τα πολύ γενικά (ο ήλιος που υψώνεται πάνω από το αστικό τοπίο) η ταινία παραθέτει τις επιθυμίες με την έκφραση και πραγματοποίησή τους με παράλληλη μεταφορά στα εσωτερικά και τα εξωτερικά γυρίσματα: εντός του σπιτιού και στους δρόμους της πόλης· μίας Αθήνας που αλλάζει ή που οι άνθρωποί της επιθυμούν να τους κάνει αποδεκτούς, μίας πόλης που μπορεί να πνίξει ένα περιστέρι ή να το αφήσει ελεύθερο.

«Το περιστέρι δεν πεθαίνει ποτέ» μου αναφέρει ο Στ. Μαρκουλάκης και ανακαλώ από την ταινία του τη φράση «άμα θέλω το πνίγω». Καθότι τα χέρια μας είναι οι εκφραστές της καρδιάς και του νου, οι μοχλοί της επιθυμίας που συνδέονται με τις κινήσεις. Το άγγιγμα στο περιστέρι μπορεί να είναι τρυφερό μπορεί να είναι και βίαιο, το περιστέρι μπορεί να είναι ο οποιοσδήποτε. Το άγγιγμα συνάδει επίσης με τη μνήμη μιας και η αφή έχει μνήμη. Το άγγιγμα μπορεί να κατευνάσει ως συνώνυμο αποδοχής, να εγείρει τον πάθος, κι αυτά ο Μαρκουλάκης τα υπογραμμίζει μέσα από κινηματογραφικό βλέμμα ειλικρινές και βαθιά συναισθηματικό, χαρίζοντας στο κοινό μία ποιητική ιστορία σε ένα ασφυκτικό άστυ.

Η αναφορά μου είναι εκτενέστερη καθότι ένας σκηνοθέτης που έχει να προσφέρει στο νέο ελληνικό κινηματογράφο «σκύβοντας» σε ζητήματα που άπτονται του ψυχισμού του ανθρώπου διαμορφώνοντας σταδιακά τη δική του κινηματογραφική γλώσσα και με τον ίδιο να έχει ως αρχή του το σεβασμό απέναντι στους ανθρώπους.

Όσο για τη συγκεκριμένη ταινία, έχει προβληθεί στα σημαντικότερα και μεγαλύτερα κινηματογραφικά φεστιβάλ, όπως του Σαράγιεβο, Βανκούβερ, Ρίο ντε Τζανέιρο, Νέας Υόρκης, στο Φεστιβάλ της Δράμας, ενώ πρόσφατα απέσπασε το βραβείο σκηνοθεσίας στο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Αθήνας «Νύχτες Πρεμιέρας» και θα προβληθεί επίσης στο πλαίσιο του Διεθνούς Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης (31/10-10/11).

Το φεστιβάλ στη γαλλική Ριβιέρα

Πλην των παραπάνω ταινιών που εμείς παρακολουθήσαμε, το αφιέρωμα, σύμφωνα με το Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου Οπτικοακουστικών Μέσων &  Δημιουργίας περιελάμβανε επίσης τις ταινίες «Αυτό που ζητάμε από ένα άγαλμα είναι να μην κινείται» (2024) της Δάφνης Χαιρετάκη, «Ready» (2023) της Ειρήνης Βιανέλλη, «Scorched Earth» (2023) της Μαρκέλας Κονταράτου, «Ο τελάλης» (2024) του Βαγγέλη Πυρπιλή, «Αirhostess 737» (2022) του Θανάση Νεοφώτιστου, «Τσουλάκια» (2022) της Δέσποινας Μαυρίδου, «Days of a lilac summer» (2023) της Αριάδνης Αγγελικής Θυφρονίτου Λήτου και «Θερμοκήπιο» (2023) του Γιώργου Γεωργακόπουλου.

Από την ταινία «Scorched Earth». Πηγή φωτ.: Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου Οπτικοακουστικών Μέσων &  Δημιουργίας

Στο 24ο Φεστιβάλ Ευρωπαϊκών Ταινιών Μικρού Μήκους της Νίκαιας που είχε ως επίκεντρό του την ελληνική ταινία μικρού μήκους και τους δημιουργοί της, συνέβαλε το Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου Οπτικοακουστικών Μέσων &  Δημιουργίας (ΕΚΚΟΜΕΔ), το  οποίο στήριξε εμπράκτως το ταξίδι της ελληνικής ταινίας μικρού μήκους στη Νίκαια, γι’ αυτό και προσκλήθηκε επίσημα στο Φεστιβάλ όπου και παρευρέθηκε η Ηλιάνα Ζακοπούλου, από τη διεύθυνση Hellas Film, η οποία συνέβαλε στον σχεδιασμό του αφιερώματος.

Αν μη τι άλλο, η ενδυνάμωση της ελληνικής ταινίας μικρού μήκους  και η συνεχής παρουσία της στον ευρωπαϊκό χώρο αποτελεί προτεραιότητα για το ΕΚΚΟΜΕΔ, με τον οργανισμό να σημειώνει ότι «οι νέοι και οι νέες δημιουργοί αποτελούν εγγύηση για το παρόν και το μέλλον του κινηματογράφου και του οπτικοακουστικού τομέα της χώρας μας».

Οι ταινίες που περιλήφθηκαν στο αφιέρωμα «gros plan sur la Grece» κάλυψαν όλα τα είδη (μυθοπλασία, animation, ντοκιμαντέρ) και είναι ενδεικτικές της δημιουργικότητας και εξωστρέφειας των νέων Ελλήνων και Ελληνίδων δημιουργών, αλλά και του δυναμισμού που διακρίνει το έργο τους.

Για την επιλογή των ταινιών, το Φεστιβάλ της Νίκαιας απευθύνθηκε, εκτός της Hellas Film, στον καθ’ ύλην αρμόδιο ελληνικό φεστιβάλ για τις ταινίες μικρού μήκους, στο Διεθνές Φεστιβάλ Ταινιών Μικρού Μήκους Δράμας, αλλά και στο Τμήμα Κινηματογράφου του ΑΠΘ εκτιμώντας την απήχηση που έχει η ελληνική σπουδαστική ταινία σε διεθνή φεστιβάλ, όπως αυτό των Καννών. Γι’ αυτό και προσκεκλημένοι στη Νίκαια  ήταν επίσης οι επιμελητές προγράμματος του «Gros plan sur la Grece»:  Σοφία Γεωργιάδου (Γενική Συντονίστρια του Φεστιβάλ Δράμας) και ο Απόστολος Καρακάσης (Πρόεδρος του Τμήματος Κινηματογράφου του ΑΠΘ).

Όσο για την αφίσα της διοργάνωσης, ήταν εμπνευσμένη από τον «Ζορμπά» του Μιχάλη Κακογιάννη, τη διαυγή λιτότητα των όγκων του αστικού τοπίου της Σαντορίνης και την εκφραστική ένταση του μεσογειακού φωτός.

Η αφίσα του φεστιβάλ. Πηγή φωτ.: Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου Οπτικοακουστικών Μέσων &  Δημιουργίας

Το Ευρωπαϊκό Φεστιβάλ Ταινιών Μικρού Μήκους της Νίκαιας, Un Festival C'est Trop Court, είναι αφιερωμένο στους νέους Ευρωπαίους κινηματογραφιστές. Διοργανώνεται από την ένωση Héliotrope και συγκεντρώνει ταινίες και κοινό από τις τέσσερις γωνιές της Ευρώπης κάθε χρόνο, δημιουργώντας μια άνευ προηγουμένου πολιτιστική ζύμωση στη Νίκαια. Εφέτος, πραγματοποιήθηκε μεταξύ 4 και 11 Οκτωβρίου 2024 και οι προβολές έγιναν σε διάφορους κινηματογράφους της πόλης (Le 109 - Salle Pop Up, Villa Arson, το Variétés, ο κινηματογράφος Belmondo, ο κινηματογράφος Rialto, ο κινηματογράφος Lino Ventura, κ.λπ.)

Κεντρική φωτ.: Από την ταινία «Τα περιστέρια αρρωσταίνουν όταν η πόλη φλέγεται». Πηγή φωτ.: Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου Οπτικοακουστικών Μέσων &  Δημιουργίας