«Σήμερον την πρωίαν ναυτικαί δυνάμεις του Ηνωμένου Βασιλείου, των Ηνωμένων Πολιτειών, του Καναδά, της Γαλλίας, της Πολωνίας, της Ολλανδίας, της Νορβηγίας και της Ελλάδος ενήργησαν απόβασιν εις την Ευρώπην. Αι επιχειρήσεις εξελίσσονται σύμφωνα με το σχέδιο».
Απόσπασμα από το πολεμικό ημερολόγιο της κορβέτας «Κριεζής»,
Τρίτη, 6 Ιουνίου 1944, ώρα 9 π.μ.
Από τις πρώτες πρωινές ώρες, σα σήμερα, πριν από 80 χρόνια, χιλιάδες Αμερικανοί, Βρετανοί και Πολωνοί αλεξιπτωτιστές άρχισαν να πέφτουν στα ενδότερα της Νορμανδίας, και να θέτουν εκτός λειτουργίας πυροβολεία και εγκαταστάσεις πυροβολικού της Βέρμαχτ για να διευκολύνουν την απόβαση εκατοντάδων χιλιάδων στρατιωτών και εκατομμυρίων τόνων υλικού, στις Γαλλικές ακτές, από τη Σεν Μερ Εγκλίζ, στα δυτικά, μέχρι το Κιστράμ, στα ανατολικά.
Άρχιζε, έτσι, η Επιχείρηση Κυρίαρχος (Operation Overlord), η δεύτερη φάση της απελευθέρωσης της δυτικής Ευρώπης από τον Ναζιστικό ζυγό, 11 μήνες μετά την απόβαση των συμμάχων στη Σικελία.
Η Ελλάδα συμμετείχε στην απόβαση της Νορμανδίας με 2 κορβέτες του Πολεμικού Ναυτικού, με 4 φορτηγά πλοία και με 155 ομογενείς που πολέμησαν με τις δυνάμεις του Αμερικανικού στρατού, εκείνη, τη Μεγαλύτερη Ημέρα, του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.
Δυστυχώς, δεν υπήρξε συμμετοχή τμημάτων του Ελληνικού στρατού, γιατί (α) η 3η Ορεινή Ταξιαρχία και ο Ιερός Λόχος πολεμούσαν στο Ιταλικό μέτωπο, ενώ (β) οι δύο Ελληνικές ταξιαρχίες που σχηματίσθηκαν στην Αίγυπτο το 1941 είχαν διαλυθεί την περασμένη χρονιά μετά τα κομμουνιστικά κινήματα που εκδηλώθηκαν σε τρία κύματα: το Μάρτιο 1943, τον Ιούλιο 1943 και, το αποκορύφωμα, τον Απρίλιο 1944, με την ανταρσία του Ναυτικού.
Το πρώτο κίνημα σημειώθηκε τον Μάρτιο 1943, δηλαδή ταυτόχρονα με την έναρξη των εμφυλίων συγκρούσεων στην Ελλάδα. Η κομμουνιστική οργάνωση Α.Σ.Ο. («Αντιφασιστική Στρατιωτική Οργάνωση»), στην οποία συμμετείχαν κυρίως στρατιώτες και ελάχιστοι υπαξιωματικοί και αξιωματικοί, ζήτησε τον Μάρτιο 1943 την αποπομπή των «φασιστών» αξιωματικών από τις Ταξιαρχίες, δηλαδή των μη αποταχθέντων μετά τα κινήματα του 1933 και του 1935, καθώς και των αντικομουνιστών Βενιζελικών.
Η ανταρσία του Μαρτίου 1943 είχε σαν αποτέλεσμα την παραίτηση του Υπουργού Αμύνης Παναγιώτη Κανελλόπουλου και την απομάκρυνση 40 μοναρχικών αξιωματικών από τις ταξιαρχίες. Τον Ιούλιο οι ταραχές επαναλήφθηκαν με ανταρσίες στα πλοία Ιέραξ και Μιαούλης και στη 2η Ταξιαρχία. Η στάση καταπνίγηκε ύστερα από Αγγλική επέμβαση και 2 στασιαστές δικάσθηκαν, καταδικάσθηκαν και εκτελέσθηκαν. Η ανταρσία του Ιουλίου συνέβη την ίδια στιγμή που στις πεδιάδες του Κουρσκ, στη δυτική Ρωσία, εξελισσόταν η μεγαλύτερη μάχη τεθωρακισμένων της ιστορίας (5 Ιουλίου – 23 Αυγούστου) και ενώ οι Σύμμαχοι πατούσαν για πρώτη φορά στο Ευρωπαϊκό έδαφος, με την απόβαση στη Σικελία (9 Ιουλίου).
Το Μάρτιο 1944 το ΕΑΜ σχηματίζει στα βουνά της Ευρυτανίας την Προσωρινή Επιτροπή Εθνικής Απελευθέρωσης («ΠΕΕΑ»), ή «Κυβέρνηση του Βουνού». Στις αρχές Απριλίου στασιάζει το Πολεμικό Ναυτικό, που ήταν ελλιμενισμένο στην Αλεξάνδρεια. Ναύτες πετάνε στη θάλασσα τους αξιωματικούς τους, καταλαμβάνουν τα πλοία, ανεβάζουν στα κατάρτια τους σημαίες που γράφουν «ΕΑΜ» και αξιώνουν τη συγχώνευση της εξόριστης κυβέρνησης του Καΐρου με την ΠΕΕΑ. Ο αρχηγός του Αγγλικού στόλου δίνει στην Ελληνική κυβέρνηση 48 ώρες να καταπνίξει την ανταρσία αλλιώς θα διέτασσε τη βύθιση του Ελληνικού στόλου. Η ανταρσία του Απριλίου 1944 και ο παροπλισμός του Ελληνικού στόλου σημειώνεται δύο μήνες πριν από την απόβαση της Νορμανδίας.
Οι κορβέτες Τομπάζης και Κριεζής, νεότευκτα πλοία, του 1943, που παραχωρήθηκαν στην Ελλάδα από τη Βρετανία, περιπολούσαν την άνοιξη του 1944 στα χωρικά ύδατα της Βρετανίας. Κυβερνήτης της κορβέτας Τομπάζης ήταν ο πλωτάρχης Γεώργιος Παναγιωτόπουλος και της κορβέτας Κριεζής ο πλωτάρχης Δημήτριος Κιοσσές.
Σύμφωνα με τον κυβερνήτη του «Κριεζή», τότε πλωτάρχη και μετέπειτα ναύαρχο Κιοσσέ, τα πληρώματα των δύο πολεμικών πλοίων αποτελούντο από «Έλληνες πάσης προέλευσης και παντός επαγγέλματος κατά τον ειρηνικόν βίον». Ανάμεσα τους υπήρχαν λογιστές, δικηγόροι, φοιτητές, εργάτες, ψαράδες και δύο άντρες του Εμπορικού Ναυτικού που θα έγραφαν αργότερα το όνομά τους στις χρυσές σελίδες της ελληνικής ναυτιλίας: οι εφοπλιστές Σταύρος Νιάρχος και Ισίδωρος Καρούσης.
Την ημέρα πριν από την απόβαση πήραν διαταγή να ετοιμαστούν να συνοδεύσουν νηοπομπή 12 μεταγωγικών πλοίων που μετέφερε την επίλεκτη 50ή Βρετανική Μεραρχία Πεζικού «Northumberland» στην ακτή Gold, δίπλα στην παραλιακή πόλη Αρομάνς-λε-Μπεν, στο κέντρο ακριβώς του τόξου των συμμαχικών αποβατικών επιχειρήσεων εκείνης της ημέρας.
Οι δύο Ελληνικές κορβέτες βομβάρδισαν τις Γερμανικές αμυντικές εγκαταστάσεις στην ακτή ενώ οι Βρετανικές δυνάμεις έπλεαν με τα αποβατικά σκάφη, παρείχαν κάλυψη στη διάρκεια της μάχης και αντιμετώπισαν επιτυχώς επιθέσεις από καταδιωκτικά της Luftwaffe στη διάρκεια της ημέρας. Την επομένη, 7 Ιουνίου, συνόδευσαν τα άδεια μεταγωγικά και εμπορικά σκάφη που συμμετείχαν στην απόβαση πίσω στα Αγγλικά λιμάνια.
Ο ύπαρχος του Κριεζής, Γρηγόρης Παυλάκης, από τα Χανιά, το 2001, σε συνέντευξη στην Καθημερινή, θυμήθηκε εκείνη τη Μεγαλύτερη Ημέρα:
«Πλησιάζοντας τις ακτές της Γαλλίας, μέσα στο σκοτάδι, την ομίχλη, μέσα στην πρόσκαιρη ύφεση της κακοκαιρίας, ήρθε δίπλα μας ένα βρετανικό καταδρομικό και μας έστειλε σήμα. Ο κυβερνήτης του ήταν σύνδεσμος στην Ελλάδα κατά τη διάρκεια του Ελληνοϊταλικού πολέμου και ήθελε να μας χαιρετήσει. Φτάσαμε στον προορισμό μας στις 7 το πρωί και οι πρώτοι στρατιώτες αποβιβάστηκαν. Αρκετά αργότερα, έφυγε για λίγο η ομίχλη και είδαμε τον χαλασμό. Γύρω μας υπήρχαν παντού χιλιάδες καράβια σε όλο το ορατό μήκος των 80 χιλιομέτρων της ακτής της απόβασης. Ο κυβερνήτης Δημήτρης Κιοσσές μόλις ενημερώθηκε για τη θετική εξέλιξη της απόβασης, φώναξε Χριστός Ανέστη και όλο το πλήρωμα έκλαιγε από χαρά. Επιτέλους, θα γυρίζαμε πίσω σε μια Ελλάδα λεύτερη…»
Τα φορτηγά πλοία που συμμετείχαν στην απόβαση είχαν σαν αποστολή, μαζί με δεκάδες άλλα εμπορικά από άλλες συμμαχικές χώρες, να φτάσουν όσο το δυνατόν πιο κοντά στην ακτή και να μισοβυθιστούν για να δημιουργηθεί τεχνητός κυματοθραύστης που θα μετριάσει τα κύματα του Ατλαντικού για να μην αναποδογυρίσουν τα αποβατικά σκάφη κατά την προσέγγιση τους στην ακτή.
Η αποστολή αυτή είχε χαρακτηριστεί «κονβόι του θανάτου», γιατί τα εμπορικά πλοία, άοπλα και ανυπεράσπιστα, έπρεπε να φτάσουν σε κοντινή απόσταση από τις ακτές, δηλαδή εντός της ακτίνας βολής των Γερμανικών πολυβολείων. Σε κάθε πλοίο επέβαιναν και 3-4 αξιωματικοί του πολεμικού ναυτικού, που χειρίστηκαν τα εκρηκτικά που χρησιμοποιήθηκαν για τη βύθιση των πλοίων.
Εκατοντάδες Έλληνες ομογενείς πολέμησαν εκείνη την ημέρα με τις δυνάμεις των ΗΠΑ, τόσο από αέρος όσο και στο έδαφος. Την ημέρα μετά την απόβαση, στις 7 Ιουνίου, οι Τάιμς της Νέας Υόρκης δημοσίευσαν στην πρώτη σελίδα φωτογραφία αλεξιπτωτιστών της 82ης Αερομεταφερόμενης Μεραρχίας που κρατούν σημαία-λάφυρο με αγκυλωτό σταυρό από την ημέρα της απόβασης. Δεύτερος από αριστερά στέκεται ο Έντι Λάμπρος, Ελληνοαμερικανός από την κομητεία Κινγκς της Νέας Υόρκης, ο οποίος έχασε τη ζωή του την επόμενη μέρα (8 Ιουνίου) στις σφοδρές μάχες που ακολούθησαν τη συμμαχική απόβαση.
Στις 6 Ιουνίου, ο διοικητής των Γερμανικών δυνάμεων στη Νορμανδία, στρατάρχης Έρβιν Ρόμελ, η Αλεπού της Ερήμου, έλειπε με άδεια στη Γερμανία γιατί οι Συμμαχική αντικατασκοπεία είχε ξεγελάσει τους Γερμανούς ότι η απόβαση θα γίνει τον Ιούλιο στο Καλαί, όχι στη Νορμανδία. Ο Ρόμελ επέστρεψε εσπευσμένα, οργάνωσε τη Γερμανική άμυνα, κάλεσε μεραρχίες τεθωρακισμένων των SS στη Νορμανδία από το Καλαί και άρχισε η Μάχη της Νορμανδίας, ένας αιματηρός αγώνας μέχρις εσχάτων, που διήρκεσε για σχεδόν 3 μήνες, μέχρι που οι Γερμανοί υποχώρησαν ανατολικά του Σηκουάνα και οι Σύμμαχοι απελευθέρωσαν το Παρίσι.
Από τις 6 Ιουνίου μέχρι τις 30 Αυγούστου αποβιβάστηκαν πάνω από 2 εκατομμύρια συμμαχικά στρατεύματα στις ακτές της Νορμανδίας. Οι απώλειες των Συμμάχων έφτασαν σε 56 χιλιάδες νεκρούς, εκ των οποίων 16 χιλιάδες αεροπόροι και αλεξιπτωτιστές. Αυτός ήταν ο φόρος του αίματος για την απελευθέρωση της βόρειας Γαλλίας.
Σχεδόν ακριβώς 11 μήνες μετά τις πρώτες πτώσεις των ηρώων της 101ης Αερομεταφερόμενης Μεραρχίας, εκείνο το βράδυ του Ιουνίου 1944, στα πλημμυρισμένα χωράφια του Σεν Μαρί ντου Μοντ, ο Χίτλερ κείτονταν νεκρός στο καταφύγιο του στο κέντρο του Βερολίνου. Ο εφιάλτης είχε τελειώσει. Η Ευρώπη είχε σωθεί. Και η Ελλάδα, για άλλη μια φορά, είχε δηλώσει παρούσα στο κάλεσμα για έναν κόσμο ελεύθερο και δημοκρατικό.
Από τον Οκτώβριο του 1940 μέχρι τον Οκτώβριο του 1944, η Ελλάδα δε σταμάτησε να πολεμάει εναντίον του Άξονα: στην Αλβανία, στο Ρούπελ, στην Κρήτη, στην Αίγυπτο, στη Λιβύη, στην Ιταλία, στη Νορμανδία, ο Ελληνικός Στρατός, το Πολεμικό Ναυτικό και η Πολεμική Αεροπορία πολέμησαν στο πλευρό των συμμάχων μας και, έτσι, νικήσαμε στον πόλεμο και, μετά, στην ειρήνη.
Σήμερα θυμόμαστε τους ήρωες προγόνους μας που πέρασαν τη Μάγχη εκείνο το βράδυ, πριν από 80 χρόνια, και έμπηξαν τη γαλανόλευκη στις ακτές της Νορμανδίας για πάντα.
* Ο Περικλής Φ. Κωνσταντινίδης είναι ιδρυτής και διευθύνων σύμβουλος της Καναδικής επενδυτικής εταιρίας Syracuse Main, Inc. Έχει σπουδάσει οικονομικά (B.S., George Mason University) και χρηματοοικονομικά (M.S., University of Illinois at Urbana-Champaign, και Ph.D., University of Southern California)