«Όλη τη νύχτα λέγανε ψαλμούς/ -τους παίρνουν όπου να’ ναι τους Εβραίους./ Τα ξημερώματα ήρθαν και μας φίλησαν,/ ξυπνήσαν το μικρό τους, έβρασαν αυγό·/ φεύγανε, λέει, ταξίδι με το τρένο…». Τους στίχους αυτούς από το ποίημα «Με το τρένο» του Γιώργου Ιωάννου ανακαλώ σήμερα, 15 Μαρτίου. Ογδόντα ένα χρόνια πριν, στις 15 Μαρτίου 1943, είχε αναχωρήσει ο πρώτος συρμός από τη Θεσσαλονίκη με προορισμό το στρατόπεδο συγκέντρωσης Άουσβιτς – Μπιρκενάου, και επιβάτες σε εκείνο το ταξίδι δίχως επιστροφή, τους Εβραίους της πόλης.
Το τρένο είχε σημάνει για τους Εβραίους της Θεσσαλονίκης τη διαδρομή προς τον αφανισμό τους. Ο θάνατος των ατόμων της εβραϊκής κοινότητας είχε οριστικοποιηθεί αφ’ ης στιγμής στοιβάχθηκαν σε τρένα δίχως επιστροφή. Μια τελεσίδικη διαδρομή κατά την οποία οι αιχμάλωτοι πλήρωναν τον δήμιο με την ψυχή τους, ενδεχομένως να ένιωθαν ήδη νεκροί καθότι η επιθυμία τους για ζωή είχε βιαστεί από την πραγματικότητα των γεγονότων.
Θα μπορούσαν να αποδοθούν με λέξεις όσα πιθανώς ένιωθαν εκείνοι που στοιβάζονταν σε ένα τέτοιο βαγόνι, και ποιες εικόνες έχουν όσοι κατάφεραν και επέζησαν; Μπορούν τα κείμενα και οι μαρτυρίες να ξορκίσουν το έγκλημα που διαπράχθηκε και που είναι η δικαιοσύνη σε όλο αυτό; Όχι μόνο για τη φύση του εγκλήματος, αλλά και για τα υπολείμματα σωμάτων που δεν θρηνήθηκαν από αγαπημένα πρόσωπα, σαν να μην υπήρξαν ποτέ, καθότι κι εκείνοι αφανίστηκαν.
Επώδυνες μαρτυρίες και ντοκουμέντα έχουν καταγραφεί στην Τέχνη. Αφορούν τους Εβραίους της Θεσσαλονίκης, αφορούν όλους τους Εβραίους που είχαν στοιβαχτεί από κάθε γωνιά της Ευρώπης με έναν τελικό προορισμό. Μεταξύ άλλων, την πραγματικότητα στα στρατόπεδα συγκέντρωσης μας τη δίνουν το βιβλίο «Εάν αυτό είναι ο άνθρωπος» του Πρίμο Λέβι, το ντοκιμαντέρ «Νύχτα και Καταχνιά» (1955) του Αλέν Ρενέ με ένα οδοιπορικό στο Άουσβιτς μετά την απελευθέρωσή του και ενσωμάτωση τεκμηρίων που υπογραμμίζουν τη φρίκη όσων λάμβαναν χώρα.
Ένα ντοκιμαντέρ που επίσης μαρτυρεί τη φρίκη είναι το διαρκείας 566 λεπτών «Shoah» (1985) του Κλοντ Λανζμάν. Για τη δημιουργία του, ο Λαζμάν εργάστηκε ασταμάτητα για 11 ολόκληρα χρόνια, παίρνοντας συνεντεύξεις από δεσμοφύλακες, μάρτυρες και ναζιστές και εξερεύνησε σε βάθος τον ιστορικό, ανθρωπολογικό και πολιτισμικό αντίκτυπο του Ολοκαυτώματος. Η διάρκεια του ντοκιμαντέρ προσδίδει στα δίχως σταματημό βασανιστήρια που είχαν υποστεί οι κρατούμενοι στα στρατόπεδα συγκέντρωσης.
Καθότι ένα γεγονός εγγεγραμμένο στη συλλογική μνήμη των Εβραίων και μη, ένα έγκλημα που δεν επίκειται συγχώρεσης ή δικαιολόγησης μιας και έχει να κάνει με ανθρώπινες ψυχές, έχει απασχολήσει καλλιτέχνες κάθε γενιάς. Δημιουργήματα που κυκλοφορούν παρά το πέρασμα των χρόνων για το Ολοκαύτωμα, για ό,τι συνέβαινε στα στρατόπεδα συγκέντρωσης, αποτελούν τρόπον τινά μήνυμα στην υφήλιο ότι αυτό εξακολουθεί να μας απασχολεί. Είναι ο τρόπος με τον οποίο «έφυγαν» οι φυλακισμένοι στα στρατόπεδα συγκέντρωσης, καθώς και ο τρόπος με τον οποίο φυλακίσθηκαν σε τρένα με τελεσίδικο προορισμό.
Η τιμημένη με το μεγάλο βραβείο στο Φεστιβάλ των Καννών, ταινία, «Ζώνη ενδιαφέροντος» (2023) του Τζόναθαν Γκλέιζερ, με ελάχιστες αναφορές στο τι λάμβανε χώρα εντός του στρατοπέδου συγκέντρωσης Άουσβιτς – Μπιρκενάου, καταδεικνύει ότι το γεγονός ακόμη μας παγώνει, μας προκαλεί μούδιασμα. Και αυτό το μούδιασμα τείνει να μην φεύγει παρά τον πανδαμάτωρα χρόνο.
Στην ταινία του Γκλέιζερ, τα βασανιστήρια αποτυπώνονται με τους ήχους, τη στάχτη που ρίχνουν στα φυτά, τα ρούχα των γυναικών Εβραίων. Με μία μικρή μόνο αναδρομή, ο Γκλέιζερ μας μεταφέρει στο παρόν και σε ορισμένα από όσα εκτίθενται στο Μουσείο του στρατοπέδου συγκέντρωσης Άουσβιτς: τα γυαλιά οράσεως, τούφες γυναικείων μαλλιών και ζεύγη παπουτσιών που τότε γέμιζαν ολόκληρες πτέρυγες. Ψήγματα ζωής παρότι η ζωή τους είχε αναιρεθεί με το που εισέρχονταν στο βαγόνι του τρένου.