Τι σημαίνει σήμερα «τοπιογραφία»; Πώς αποδίδουμε έναν τόπο, όταν η ίδια η έννοια του τοπίου έχει καταστεί ρευστή, ασταθής, εύθραυστη; Και πώς ο χρωστήρας του Αχιλλέα Χρηστίδη μπορεί να μετουσιώσει την ύλη του κόσμου σε χρώμα και μορφή, οδηγώντας το βλέμμα πέρα από την επιφάνεια, στα ενδότερα της εμπειρίας;
Ο Χρηστίδης δεν αποτυπώνει το τοπίο – το αναδιατυπώνει. Δεν το καταγράφει – το ερμηνεύει. Αν, λοιπόν, η τοπιογραφία είναι η τέχνη της αναπαράστασης του φυσικού χώρου, στο έργο του έχουμε κάτι πολύ περισσότερο: μια εικαστική μεταγραφή του χώρου ως συγκίνησης, ως οπτικής ρήξης, ως πεδίου αναστοχασμού. Οι πινελιές του συχνά σχηματίζουν αδιαμόρφωτες μάζες, σα να εκπέμπει το τοπίο τη δική του ηχώ, σα να αποβάλλει τις σταθερές του, αρνούμενο την παγιωμένη γεωγραφία. Άλλοτε πάλι, συνιστούν ένα παραπέτασμα που συσκοτίζει τη θέα, καθιστώντας το φόντο αινιγματικό, απροσπέλαστο.
Ο καμβάς του γίνεται πεδίο μάχης, ένας χώρος διαρκούς αναμέτρησης του χρώματος με τον χώρο, του τυχαίου με το μελετημένο. Οι εξπρεσιονιστικές του πινελιές δημιουργούν αναπάντεχες εντάσεις, άλλοτε εξημερωμένες, άλλοτε θηριώδεις, διαμορφώνοντας αυτόνομες περιοχές στον πίνακα, όπου το γήινο και το ουράνιο παύουν να είναι διακριτές ενότητες. Έτσι, ο ουρανός αποκτά τη δική του υλικότητα, γίνεται ένας δεύτερος πίνακας μέσα στον πίνακα, ένα παράθυρο προς μιαν άλλη διάσταση της εικόνας.
Έργο του Αχιλλέα Χρηστίδη, φιλοτεχνημένο το 2020 (120 x 140 εκ.)
Και τι γίνεται με τη φιγούρα; Η ανθρώπινη παρουσία σπανίως εμφανίζεται, κι όταν το κάνει, μοιάζει εγκλωβισμένη σε μια εικαστική γεωγραφία που την ξεπερνά. Πολλές φορές, η ίδια η έννοια της τοπιογραφίας διαλύεται, μεταμορφώνεται, συγχέεται με την ανθογραφία, όπου τα άνθη –γλυπτικά σχεδόν– αναδύονται απειλητικά, διεκδικούν τον χώρο τους, έτοιμα να ξεχυθούν έξω από τον πίνακα, προς τον θεατή.
Αλλά και τα λιγότερο «ηρωικά» θέματα του Χρηστίδη, οι ταπεινές όψεις της φύσης, έχουν τη δική τους ακαταμάχητη πρόκληση: πώς αποδίδει κανείς το φαινομενικά ασήμαντο, το άμορφο καφεπράσινο μιας πλαγιάς, το βάρος μιας ξερής έκτασης, την απόλυτη ακινησία ενός κυπαρισσιού; Η ζωγραφική του Χρηστίδη μας θυμίζει ότι τίποτα δεν είναι αδιάφορο όταν του δώσεις το χρόνο να αποκαλύψει το νόημά του. Και το βλέμμα μας, παραδομένο στις χειρονομίες του ζωγράφου, προχωρά ολοένα πιο βαθιά, ασκείται, δοκιμάζεται, εξευγενίζεται. Έχει τη συγκίνηση που προκαλεί με το έργο του ένας άλλος μεγάλος μάστορας, ο χαράκτης Νικόλαος Βεντούρας.
Έργο του Αχιλλέα Χρηστίδη, φιλοτεχνημένο το 2020 (75 x 90 εκ.)
Η Ελλάδα του Χρηστίδη δεν είναι εκείνη της τουριστικής καρτ-ποστάλ ούτε των αναγνωρίσιμων τοπίων της εγχώριας τοπιογραφίας. Είναι μια Ελλάδα αινιγματική, ρευστή, ένας τόπος σε αέναη αναδιαμόρφωση, όπου τα χρώματα γεννιούνται από την ίδια την πράξη της ζωγραφικής. Οι συνδυασμοί τους ανανεώνονται συνεχώς, αποκαλύπτοντας τοπίο μέσα στο τοπίο, χώρο μέσα στον χώρο.
Κάθε έργο του Χρηστίδη, γράφει ωραία ο Χριστόφορος Μαρίνος, είναι ένα καρέ, ένας κρίκος μιας ατελείωτης αλυσίδας που συνδέει το ένα τοπίο με το άλλο. Και εδώ έγκειται η σημασία μιας αναδρομικής παρουσίασης του έργου του: ο θεατής περιπλανιέται από πίνακα σε πίνακα, διανύοντας μιαν εσωτερική γεωγραφία, όπου το φανερό και το αθέατο, το σχήμα και το άμορφο, η ζωγραφική ύλη και η οπτική φαντασία συγκροτούν μια νέα αντίληψη του κόσμου.
Αχιλλέας Χρηστίδης
Αυτοπροσωπογραφία (2019) του Αχιλλέα Χρηστίδη (από τον λογαριασμό Facebook του ζωγράφου)
Ο Αχιλλέας Χρηστίδης, γεννημένος το 1959 στον Πειραιά, με σπουδές στη σκηνογραφία και τη μουσική, αλλά αυτοδίδακτος στη ζωγραφική, έχει ακολουθήσει μια πορεία που αναδεικνύει το τοπίο όχι ως δεδομένη εικόνα, αλλά ως πεδίο ερωτημάτων. Και αυτό ακριβώς κάνει το έργο του όχι απλώς μια συμβολή στην ελληνική ζωγραφική, αλλά μια άσκηση στο βλέμμα: μια διαρκή πρόκληση να ξαναδούμε τον κόσμο από την αρχή.
Μην χάσετε την αναδρομική έκθεση «Τοπιογραφία» στην Πινακοθήκη του Δήμου Αθηναίων (Λεωνίδου & Μυλλέρου, πλ. Αυδή, Μεταξουργείο) έως τις 23 Φεβρουαρίου. Ώρες λειτουργίας: Τρίτη-Σάββατο 11:00-19:00, Κυριακή 10:00-16:00, Δευτέρα κλειστά. Η είσοδος για το κοινό είναι ελεύθερη.