Η νέα de facto ηγεσία που δρα βάσει «εγχειριδίου» και την οποία ο διεθνής παράγοντας «βιάζεται» να αναγνωρίσει· το μεγάλο ανοιχτό ερώτημα του μελλοντικού καθεστώτος των συμπαγών μειονοτήτων, οι επιδιώξεις της Τουρκίας και του Ισραήλ και πόσο υπαρκτός είναι ο κίνδυνος μίας μεταξύ τους απευθείας σύγκρουσης. Ο καταλυτικός χαρακτήρας των επιλογών Τραμπ και της Ρωσίας του Βλαντιμίρ Πούτιν για τη διαμόρφωση της «νέας» Συρίας -εκεί, όπου τίποτα δεν έχει κριθεί ακόμη.
Ο Γαβριήλ Χαρίτος, επισκέπτης καθηγητής Διεθνών Σχέσεων στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, ερευνητής στο ΕΛΙΑΜΕΠ και ανώτερος αναλυτής στο κυπριακό Ινστιτούτο Μελετών Πολιτικής και Δημοκρατίας (ΙΜΠΔ), ανοίγει μαζί μας το κεφάλαιο της μετά-Άσαντ Συρίας.
Μιλώντας στην Ευαγγελία Μπίφη στο πλαίσιο του φακέλου Μέση Ανατολή 2025 που παρουσιάζει το Liberal, ο κ. Χαρίτος αποτυπώνει πώς όλοι ανεξαιρέτως οι εμπλεκόμενοι παράγοντες στη Συρία επιδιώκουν να διαμορφώσουν τα δικά τους τετελεσμένα επί του εδάφους έως ότου αποκρυσταλλωθεί η στρατηγική της Ουάσινγκτον επί νέας θητείας Τραμπ -και χαραχθούν οι νέες «κόκκινες γραμμές» της.
Τι μαρτυρά η «αντάρτικη» ονομασία «Αμπού Μοχάμαντ Αλ-Τζαουλάνι», που παραγκώνισε ο αρχηγός της Χαγιάτ Ταχρίρ Αλ-Σαμ (HTS) για να φορέσει το κοστούμι του νέου πολιτικού ηγέτη, και γιατί δεν είναι δεδομένη η «πρωτοκαθεδρία» του. Η προοπτική αυτόνομης κουρδικής οντότητας, η περίπλοκη «εξίσωση» των Δρούζων και η νέα ισραηλινή περιφερειακή στρατηγική, και σε πρώτο πλάνο μία Τουρκία με ένα επεκτατικό όραμα που δεν κρύβει και δεν θέλει να κρύψει -και την οποία ούτε οι ΗΠΑ, ούτε και η Ρωσία, θέλουν να «δουν» να μετατρέπεται σε περιφερειακή υπερδύναμη, ένα ενδεχόμενο που θα επέφερε αλυσιδωτές αντιδράσεις και ανισορροπία οδηγώντας εν τέλει σε μία περαιτέρω περιφερειακή σύγκρουση.
Ακολουθεί το κείμενο της συνέντευξης:
Κύριε Χαρίτο, έχει περάσει περίπου ένας μήνας αφότου κατέρρευσε το καθεστώς Άσαντ. Πώς εκτιμάτε ότι θα διαμορφωθεί η «επόμενη μέρα» της Συρίας;
Το καθεστώς Άσαντ είναι παρελθόν και η κατάρρευσή του μοιάζει με τον «χάρτινο πύργο» του καθεστώτος Καντάφι ή ακόμα και του Σαντάμ Χουσεΐν στο Ιράκ. Αποτιμώντας τις δραματικές εκείνες μέρες στις αρχές του περασμένου Δεκεμβρίου, μου έδωσαν την αίσθηση μίας αμαχητί κατάρρευσης, που είχε σχεδόν προσυμφωνηθεί. Αδυνατώ να πιστέψω ότι η Ρωσία αιφνιδιάστηκε από τις εξελίξεις. Η εντύπωσή μου αυτή θεωρώ ότι επιβεβαιώνεται από την αντίστοιχη ψυχραιμία που επέδειξαν οι Ηνωμένες Πολιτείες, ενώ παράλληλα, η Τουρκία έδρασε σαν να περίμενε εδώ και κάποιο χρονικό διάστημα ένα «πράσινο φως» που προερχόταν όχι μόνο από τις ΗΠΑ, αλλά και από τη Ρωσία.
Θεωρώ ότι πολλοί συμφωνούν σήμερα ότι, απλώς, επήλθε η «ημερομηνία λήξεως» του καθεστώτος Άσαντ και επιτρέψτε μου να επισημάνω και μία πρόσθετη απορία: Άραγε, γιατί ο Άσαντ εν τέλει κρατήθηκε στη ζωή και φιλοξενείται στη Μόσχα; Μήπως τελικά ο ρόλος του δεν έχει τελειώσει ακόμα; Ουδείς γνωρίζει. Άλλωστε, το καθεστώς του είναι σε μεγάλο βαθμό συνυφασμένο με την μειονότητα των Αλεβιτών (ή Αλαουϊτών), και όσο παραμένει ανοικτό το ζήτημα είτε της διατήρησης της ενιαίας συνταγματικής δομής της «νέας Συρίας», είτε άλλων λύσεων που θα μπορούσαν είτε να ομοσπονδοποιήσουν ή να διαιρέσουν τη σημερινή συριακή επικράτεια, δεν αποκλείω να αποδοθεί στον Μπασάρ αλ-Άσαντ ένας ρόλος, ο οποίος προς το παρόν τουλάχιστον, δεν διαφαίνεται.
Είναι πράγματι πολύ νωρίς να μιλάμε από τώρα για την τελική εικόνα που θα έχει η οριστική «επόμενη μέρα» της Συρίας. Όλα τα ενδεχόμενα είναι ανοικτά και η κατάσταση παραμένει ρευστή, παρότι πλησιάζει η συμπλήρωση ενός μηνός από αυτήν τη σημαντική καθεστωτική ανατροπή, που έγραψε τον επίλογο ενός περιπετειώδους 2024.
Οι κύριες περιφερειακές δυνάμεις που έχουν αποκτήσει ενεργό ρόλο στα τεκταινόμενα της Συρίας είναι η Τουρκία και το Ισραήλ. Έχει φθάσει, δε, να γίνεται λόγος ακόμη και για ενδεχόμενη σύγκρουση μεταξύ τους στο πλαίσιο ενός ρευστού σκηνικού. Ευσταθεί ένας τέτοιος κίνδυνος;
Οι σχέσεις Τουρκίας-Ισραήλ συνεχίζουν να περνούν βαθιά κρίση και η νέα κατάσταση στη Συρία, σε συνδυασμό με τη σημαντική διεύρυνση της τουρκικής επιρροής, είναι φυσικό επόμενο να επιτείνει αυτήν την κρίση. Θεωρώ παρακινδυνευμένο να διατυπώσω μία εκτίμηση που θα έφερνε την Τουρκία και το Ισραήλ σε μία ευθεία στρατιωτική αντιπαράθεση εντός της «συριακής αρένας». Παρ' όλα αυτά, αξίζει να εξεταστεί το ζήτημα αυτό πιο διεξοδικά.
Θα σας το πω απλά. Η Τουρκία είναι μέλος του ΝΑΤΟ. Το Ισραήλ, παρότι δεν είναι, διατηρεί μία ισχυρή συμμαχική σχέση με τις Ηνωμένες Πολιτείες, καθιστώντας το de facto εντός της επιχειρησιακής περιοχής του ΝΑΤΟ. Άλλωστε, ο στενός και διαρκής συντονισμός των ισραηλινών ενόπλων δυνάμεων με την μόνιμη στρατιωτική παρουσία των ΗΠΑ στην Μέση Ανατολή (CENTCOM) όχι μόνο δεν κρύβεται, αλλά έχει ποικιλοτρόπως προβληθεί καθ' όλη τη διάρκεια του πολέμου που άρχισε στις 7 Οκτωβρίου του 2023.
Σε ένα υποθετικό σενάριο ευθείας πολεμικής σύγκρουσης ανάμεσα στο Ισραήλ και την Τουρκία, οι ΗΠΑ θα τεθούν ενώπιον του δύσκολου διλήμματος να στηρίξουν μία από τις δύο χώρες και εκτιμώ ότι η Ουάσινγκτον θα προτιμήσει να υποστηρίξει το Ισραήλ έναντι της Τουρκίας. Αυτό το δεδομένο θεωρώ ότι το γνωρίζουν στην Ιερουσαλήμ, στην Άγκυρα και στην Ουάσινγκτον. Ως εκ τούτου, θα θεωρούσα αυτοκτονική μία υποτιθέμενη τουρκική απόφαση να ενεργοποιήσει ένα τέτοιο αμερικανικό δίλημμα.
Παρ' όλα αυτά, εάν εμβαθύνουμε περαιτέρω στο υποθετικό αυτό ερώτημα, το «σημείο-κλειδί» είτε θα αφορά στο μελλοντικό καθεστώς της κουρδικής μειονότητας στην βορειοανατολική Συρία, είτε θα σχετίζεται έμμεσα με αυτό. Το ισραηλινό υπουργείο Εξωτερικών υπό τον νυν ΥΠΕΞ Γκιντόν Σάαρ έχει διαρρεύσει στα ισραηλινά μέσα ενημέρωσης ότι προτίθεται να ανεύρει τρόπους ενίσχυσης του κουρδικού μειονοτικού παράγοντα στη Συρία, «αποκλείοντας στρατιωτικά μέτρα». Όμως, εκτιμώ ότι εάν η κατάσταση στην βορειοανατολική Συρία εκτραχυνθεί με αφορμή έμμεση ή άμεση τουρκική εμπλοκή, δεν θα απέκλεια το ενδεχόμενο ενεργειών εκ μέρους της ισραηλινής πολεμικής αεροπορίας, η οποία ήδη γνωρίζει καλά την περιοχή.
Επαγωγικά μιλώντας - εάν λάβουμε υπ’ όψιν ότι η ισραηλινή αεροπορία δρούσε μέχρι τώρα έχοντας εξασφαλίσει το «πράσινο φως» ή έστω την ανοχή των Ρώσων, γιατί θα έπρεπε να αποκλειστεί η περίπτωση οι ΗΠΑ πλέον να δώσουν το «πράσινο φως» ή την ανοχή τους προς τους Ισραηλινούς να προβούν σε εξαιρετικής ακρίβειας στοχευμένα χτυπήματα, προκειμένου να παρεμποδιστούν τυχόν τουρκικές παρεκτροπές έναντι του κουρδικού στοιχείου; Άλλωστε, το συριακό περιβάλλον, από το ξέσπασμα του εμφυλίου και μέχρι σήμερα, έχει πια συνηθίσει ανάλογα παιχνίδια «γάτας-ποντικού».
Δεδομένων των ανωτέρω, το λογικό ερώτημα που τίθεται είναι, εν τέλει, ποιες θα είναι οι νέες «κόκκινες γραμμές» που θα τεθούν στο στρατηγικό περιβάλλον της λεγόμενης «νέας Συρίας» εκ μέρους των Αμερικανών. Θα διαφέρουν άραγε από τις αντίστοιχες «κόκκινες γραμμές» που είχαν τεθεί από τη Ρωσία, όταν ήλεγχαν το πάλαι ποτέ καθεστώς Άσαντ, επιτρέποντας ή κρίνοντας ανεκτές τις επανειλημμένες ισραηλινές «χειρουργικές επεμβάσεις» κατά ιρανικών στόχων; Οι νέες «κόκκινες γραμμές» που θα τεθούν κατά τη νέα θητεία Τραμπ θα έχουν καταλυτικό χαρακτήρα, και εκτιμώ ότι βασικό κριτήριο των Αμερικανών θα είναι να μην βρεθούν, κάποια στιγμή, ενώπιον του δύσκολου διλήμματος να επιλέξουν να στηρίξουν το Ισραήλ έναντι της Τουρκίας ή αντιστρόφως. Ο καθορισμός των νέων «κόκκινων γραμμών» είναι κάτι που πιστεύω ότι σίγουρα θα το δούμε, αν όχι εντός του 2025, σίγουρα σε κάποια στιγμή της νέας θητείας του Ντόναλντ Τραμπ.
Ωστόσο, οφείλουμε να λάβουμε υπ’ όψιν τις εξής δύο σημαντικές παραμέτρους. Η Τουρκία δεν είναι η ίδια Τουρκία που εκλιπαρούσε να καταστεί μέλος του ΝΑΤΟ στις αρχές της δεκαετίας του 1950. Η Τουρκία έχει αποκτήσει παρουσία στρατιωτική στον Περσικό Κόλπο και στην Αφρική και, αν μη τι άλλο, έχει ένα επεκτατικό όραμα που δεν κρύβει και δεν θέλει να κρύψει. Αντιστοίχως, το Ισραήλ δεν είναι το ίδιο με εκείνο που όλοι γνωρίζαμε πριν την καταστροφή της 7ης Οκτωβρίου 2023 - και όταν χρησιμοποιώ τον όρο «καταστροφή» δεν είναι ένα απλό σχήμα λόγου. Τα ισραηλινά κέντρα λήψεως αποφάσεων εκλαμβάνουν τα γεγονότα εκείνης της ημέρας ως πραγματική «καταστροφή», που ανάγκασαν ένα μικρό κράτος, που δεν είναι φτιαγμένο για πολέμους διάρκειας μεγαλύτερης των δύο μηνών, να βρίσκεται αντιμέτωπο με επτά ενεργά μέτωπα εδώ και ενάμισι χρόνο, ενώ παράλληλα, εκ των πραγμάτων στερείται «στρατηγικού βάθους», με τις πυκνοκατοικημένες του περιοχές να τελούν ανά πάσα στιγμή στο επίκεντρο των ζωνών αντιπαράθεσης. Αυτό το βλέπουμε να συμβαίνει καθημερινά από την έναρξη του πολέμου. Είναι κάτι που δεν κρύβεται.
Έτσι, δεν πρέπει να μας εκπλήσσει το περιεχόμενο πρόσφατης έκθεσης Ισραηλινών εμπειρογνωμόνων, που τέθηκε υπ’ όψιν της πολιτικής ηγεσίας της χώρας στις 6 Ιανουαρίου, η οποία περιλαμβάνει το ενδεχόμενο μίας ευθείας στρατιωτικής αναμέτρησης του Ισραήλ με την Τουρκία, τοποθετώντας της χρονικά εντός των επομένων δέκα ετών, με αφορμή την πρόσφατη καθεστωτική ανατροπή στη Συρία. Σε κάθε περίπτωση όμως, οφείλω να επαναλάβω ότι θεωρώ ως ιδιαίτερα παρακινδυνευμένη την εκτίμηση να αφεθούν Τουρκία και Ισραήλ να συγκρουστούν απευθείας μεταξύ τους. Θα εκπλαγώ εάν δω κάτι τέτοιο να συμβαίνει - αν και πλέον, ύστερα από το τόσο επεισοδιακό 2024 που περάσαμε, πράγματι πολλά «ταμπού» έχουν ήδη καταρριφθεί.
Πού οδηγούν η διεύρυνση της επιρροής της Τουρκίας στη Συρία, ως επίσης και η παράλληλη «αναδίπλωση» της παρουσίας της Ρωσίας, και πότε θα έχουμε μία πιο καθαρή εικόνα;
Αναμφίβολα η Τουρκία φαίνεται σαφώς ενισχυμένη μετά την κατάρρευση του καθεστώτος Άσαντ και είναι πραγματικά εντυπωσιακό ότι η Ρωσία δείχνει να «αναδιπλώνεται», αλλά από την άλλη οι ρωσικές βάσεις υπάρχουν ακόμη στη Συρία.
Θεωρώ ότι το «κεφάλαιο Συρία» θα οριστικοποιηθεί μόνο όταν Μόσχα και Ουάσινγκτον θα ασχοληθούν με σοβαρότητα με την πληγή της Ουκρανίας - ένα θέμα που έχει θεμελιώδη σημασία για τις διεθνείς ισορροπίες γενικότερα. Το Ουκρανικό πιστεύω ότι θα τεθεί σε άμεση προτεραιότητα στις αμερικανορωσικές σχέσεις και ενόσω θα γίνεται η διαβούλευση για εκείνο το μέτωπο, στη Συρία όλοι οι εμπλεκόμενοι θα θελήσουν να διασφαλίσουν τα τετελεσμένα τους. Συγκεκριμένα: Η Τουρκία θα ενδιαφερθεί να κερδίσει «θέσεις-κλειδιά» ως προς το Κουρδικό, το Ισραήλ θα ενδιαφερθεί να διασυνδέσει την παρουσία του στη Συρία με την παρουσία του στον Νότιο Λίβανο, φροντίζοντας να θέσει σε νέα βάση και το θέμα των Δρούζων. Η Τουρκία θα συνεχίσει να προβάλει το ενδεχόμενο ενός «τουρκοσυριακού μνημονίου» κατά τα πρότυπα του «τουρκολιβυκού μνημονίου», αλλά εκτιμώ ότι θα αναμένει να δει ποια θα είναι η στάση της προεδρίας Τραμπ ως προς τα ενεργειακά στην Ανατολική Μεσόγειο, την ειδική σχέση που διαμορφώνεται μεταξύ Κυπριακής Δημοκρατίας και ΝΑΤΟ και βέβαια την τελική «επόμενη μέρα» της Συρίας καθαυτής.
Χωρίς να αποκλείω ότι, εν τέλει, οι ισορροπίες που καλλιέργησε ο πρόεδρος της Τουρκίας μεταξύ Μόσχας και Ουάσινγκτον θα δράσουν επωφελώς για τις επιδιώξεις της Άγκυρας, θεωρώ ότι, τόσο οι ΗΠΑ, όσο και η Ρωσία δεν θα επιθυμούσαν να «χτίσουν» μία τουρκική περιφερειακή υπερδύναμη. Ένα τέτοιο ενδεχόμενο θα δημιουργήσει αλυσιδωτές αντιδράσεις, που αναπόφευκτα θα οδηγήσουν σε ανισορροπία και εν τέλει σε μία περαιτέρω περιφερειακή σύγκρουση. Ως εκ τούτου, θα καταλήξω ξανά ότι οι αποφάσεις που θα ληφθούν από την νέα θητεία Τραμπ και την Ρωσία του προέδρου Πούτιν, αρχής γενομένης από το Ουκρανικό, θα έχουν χαρακτήρα καταλυτικό για την τελική διαμόρφωση της παρούσας εξαιρετικά ρευστής κατάστασης που επικρατεί στη Συρία από κάθε άποψη.
Πάντως, ο αρχηγός της τζιχαντιστικής οργάνωσης Χαγιάτ Ταχρίρ Αλ-Σαμ (HTS), Άχμαντ Αλ-Σάραα, αναγνωρίζεται ήδη από ξένες κυβερνήσεις ως ο de facto ηγέτης της Συρίας
Αυτό είναι αληθές. Αλλά το κλίμα ρευστότητας συνεχίζει να υπάρχει και θεωρώ ότι και ο ίδιος έχει πλήρη επίγνωση της κατάστασης και ότι ανά πάσα στιγμή, ένα «στραβοπάτημα» εκ μέρους του μπορεί να του στοιχίσει την de facto πρωτοκαθεδρία του. Όπως κάθε οργάνωση επαναστατική, έτσι και η HTS χρειάζεται τον χρόνο της για να συνειδητοποιήσει ότι γίνεται «καθεστώς» και αυτή η διαδικασία μπορεί να επιφέρει σημαντικές αλλαγές στην δομή της, αλλά και στα πρόσωπά της. Εγώ δεν θεωρώ τίποτα δεδομένο, και φαντάζομαι ότι και ο ίδιος ο Αλ-Σάραα το αντιλαμβάνεται αυτό.
Ένα πρώτο συμπέρασμα είναι ότι ο βηματισμός του είναι ιδιαίτερα προσεκτικός και συστηματικός...
Θα πρόσθετα και το εξής: Ο Αλ-Σάραα δίνει την εντύπωση ότι δρα βάσει «εγχειριδίου», σύμφωνα με το οποίο δρουν συγχρόνως και οι ξένες χώρες, στις οποίες συγκαταλέγονται τόσο εκείνες που τον προώθησαν στην παρούσα de facto κυριαρχία του -κυρίως η Τουρκία- , όσο και οι χώρες που αποδέχθηκαν τα τετελεσμένα, με αξιωματούχους τους να μεταβαίνουν στη Δαμασκό για να βρουν «σημεία επαφής» με την διάδοχη κατάσταση.
Πάντως αυτό που έχει σημασία είναι το εξής: Παρότι οι αντάρτες της HTS δεν είχαν -και ακόμα δεν έχουν- ελέγξει ολόκληρη τη συριακή επικράτεια, η διεθνής κοινότητα δείχνει να «βιάζεται» να αναγνωρίσει την de facto κυριαρχία του ηγέτη της συγκεκριμένης οργάνωσης εφ' όλης της Συρίας -παρά την διαφορετική εικόνα που ισχύει επί του πεδίου.
Επίσης, ένα άλλο χαρακτηριστικό ενδιαφέρον στοιχείο είναι ότι οι ισραηλινές δυνάμεις, όταν προήλαυναν (και συνεχίζουν να προελαύνουν με αργούς ρυθμούς) στα συριακά εδάφη πέραν της νεκρής ζώνης των Υψωμάτων του Γκολάν, που καθορίστηκε βάσει της γραμμής κατάπαυσης πυρός του 1974, δεν σημειώθηκε καμία αντίσταση από τοπικές συριακές δυνάμεις. Οι αντάρτες, παρότι ελέγχουν την περιοχή της Ντάρα στην νότια Συρία, που βρίσκεται μεταξύ της νεκρής ζώνης των Γκολάν και της επαρχίας Σουέϊντα που ελέγχεται de facto από τον συμπαγή πληθυσμό των Δρούζων, δεν έκαναν κάποια προσπάθεια να αποκρούσουν τους Ισραηλινούς. Οι εξαιρετικά ήπιες δηλώσεις του Άχμαντ Αλ-Σάραα, τις οποίες επανέλαβε σε πολλά τοπικά, αραβικά και διεθνή ΜΜΕ, τόνιζαν ότι «οι Ισραηλινοί δεν έχουν πλέον κανένα λόγο να βρίσκονται στα συριακά εδάφη, αφού οι αντάρτες της HTS έχουν εκδιώξει τον ιρανικό παράγοντα από τη Συρία», υπονοώντας ότι η καθεστωτική ανατροπή εξυπηρετεί και τις ισραηλινές επιδιώξεις.
Για να κρατηθούν τα προσχήματα, η νέα συριακή ηγεσία προέβη σε διαβήματα στον ΟΗΕ επικρίνοντας την ισραηλινή προέλαση. Παράλληλα όμως, παρατηρήθηκε το εξής ενδιαφέρον φαινόμενο: Ο νέος ισχυρός άνδρας της Συρίας φέρεται να απευθύνθηκε στην αμερικανική πλευρά, προκειμένου να ζητηθεί από τους Ισραηλινούς «να αποχωρήσουν από τα εδάφη της νότιας Συρίας», επαναλαμβάνοντας την ίδια ήπια επιχειρηματολογία που σας προανέφερα. Οι ΗΠΑ φέρονται να μετέφεραν αυτό το αίτημα, το οποίο φυσικά οι Ισραηλινοί απέρριψαν. Αυτή και μόνο η εξέλιξη, η οποία δεν έχει διαψευσθεί από την HTS και τους Αμερικανούς, και μεταδόθηκε από τα κρατικά ισραηλινά ΜΜΕ, μας δείχνει ότι -ενώ επί καθεστώτος Άσαντ, είχε διαμορφωθεί ένας έμμεσος δίαυλος επικοινωνίας Ισραήλ-Συρίας μέσω των Ρώσων- τώρα αρχίζει να διαμορφώνεται ένας νέος έμμεσος δίαυλος επικοινωνίας με διαμεσολαβητές τους Αμερικανούς. Αυτό το νέο δεδομένο θεωρώ ότι αξίζει να το κρατήσουμε για περαιτέρω μελλοντική αξιολόγηση, όταν πλέον ο Ντόναλντ Τραμπ θα αναλάβει και επισήμως τα ηνία του Λευκού Οίκου στις 20 Ιανουαρίου 2025.
Ακόμη, θα ήθελα να επισημάνω μία λεπτομέρεια, που θεωρώ ότι δεν σχολιάστηκε σχεδόν καθόλου, ούτε εκ μέρους του Ισραήλ, ούτε εκ μέρους αραβικών ή διεθνών μέσων ενημέρωσης. Διαισθάνομαι μάλιστα, ότι αυτή η «αποσιώπηση» δεν είναι τυχαία. Προτού όμως αναπτύξω τον συλλογισμό μου, θα πρέπει να σας εκθέσω ένα ενδιαφέρον στοιχείο, που ανάγεται στο όνομα του ισχυρού άνδρα της «νέας Συρίας».
Αρχικά, η διεθνής ειδησεογραφία πρόβαλε το «παρατσούκλι» που η οργάνωση HTS έδωσε στον ηγέτη της, που είναι το «Αμπού Μοχάμαντ Αλ-Τζαουλάνι». Μέχρι τη στιγμή που ανέλαβε τον έλεγχο της Συρίας, ήταν ευρέως γνωστός με αυτό το όνομα. Η «αντάρτικη» αυτή ονομασία δεν επελέγη τυχαία. Τα Υψώματα του Γκολάν, στην αραβική γλώσσα ονομάζονται «Τζαουλάν» και το παρώνυμο που έλαβε την μορφή «αντάρτικου επιθέτου» δηλώνει την καταγωγή του ηγέτης της HTS. Έτσι λοιπόν, με το «αγωνιστικό επίθετο» «Αλ-Τζαουλάνι» καταδεικνύει την οικογενειακή του καταγωγή, ότι δηλαδή κατάγεται από τα Υψώματα του Γκολάν.
Με άλλα λόγια, εάν θα έπρεπε να μεταφράσουμε στα ελληνικά το «επίθετο» «Αλ-Τζαουλάνι» θα το αποδίδαμε με τη λέξη «Γκολανιώτης». Και αυτή η ελληνική απόδοση θα περιέγραφε το εξής αληθές δεδομένο: Όπως έγινε γνωστό ήδη από τις πρώτες μέρες των εξελίξεων, η οικογένεια του νυν ισχυρού άνδρα της Συρίας, πράγματι κατάγεται από τα συριακά Υψώματα του Γκολάν και, μετά την κατάληψη των Γκολάν από τους Ισραηλινούς το καλοκαίρι του 1967, η οικογένειά του εγκατέλειψε την γενέτειρά της και προσφυγοποιήθηκε. Η επιλογή του συγκεκριμένου παρωνύμου από την οργάνωσή του (HTS) τόνιζε την καταγωγή του, που κάλλιστα θα μπορούσε να εκφράσει την πρόθεση της οργάνωσης -και του ιδίου προσωπικά- να απελευθερωθούν τα Υψώματα του Γκολάν από τους Ισραηλινούς κατακτητές.
Όσον αφορά την λανθασμένη απόδοση του «αντάρτικου παρωνύμου» του, από «Αλ-Τζαουλάνι» σε «Αλ-Τζολάνι», αρχικά από τα διεθνή αγγλόφωνα μέσα ενημέρωσης και πρακτορεία ειδήσεων, δεν αποκλείεται να μην είναι τόσο τυχαία - τη στιγμή που σε επίσημα έγγραφα του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, ως επίσης και του ΟΗΕ, ο ηγέτης της Χαγιάτ Ταχρίρ Αλ-Σαμ (HST) αναγράφεται ήδη από το 2013 ως «Abu Mohammed Al Jawlani». Για να μην υπάρχει καμία αμφιβολία περί τούτου, σας παραπέμπω σε έγγραφο του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, στο οποίο κατατάσσεται στη λίστα των ηγετικών παραγόντων της πάλαι ποτέ τζιχαντιστικής σουνιτικής οργάνωσης Τζάμπχατ Αλ-Νούσρα, ένα από τα παρακλάδια της Αλ-Κάιντα. Το έγγραφο αυτό έχει αναρτηθεί στον δικτυακό τόπο του Συμβουλίου Ασφαλείας (προσβάσιμο εδώ). Ο νέος ισχυρός άνδρας της Συρίας, λοιπόν, όταν πλέον κατέλαβε την de facto ηγεσία της χώρας του, αποφάσισε να εγκαταλείψει να αποκαλείται με το «αντάρτικο» παρατσούκλι του «Αλ-Τζαουλάνι» (ή «Αλ-Τζολάνι», όπως επικράτησε) και ζήτησε να αναφέρεται πλέον με το πραγματικό του ονοματεπώνυμο, Άχμαντ Αλ-Σάραα.
Γιατί έπρεπε να σας παραθέσω όλες αυτές τις λεπτομέρειες; Σας εξηγώ ευθύς αμέσως: Άραγε, δεν θα ήταν λογικό και απολύτως αναμενόμενο, ένας οπλαρχηγός με ένα τέτοιο «αντάρτικο παρώνυμο» που τονίζει την προσωπική του καταγωγή από τα κατεχόμενα Υψώματα του Γκολάν, να θέσει σε πρώτιστη προτεραιότητα την απελευθέρωση της δικής του γενέτειρας - τη στιγμή μάλιστα που οι ισραηλινές ένοπλες δυνάμεις προελαύνουν στο συριακό έδαφος, παραβιάζοντας μάλιστα ακόμα και την νεκρή ζώνη; Προφανώς, το σωστό και απόλυτα δικαιολογημένο και αναμενόμενο θα ήταν να ζητήσει, να απαιτήσει έστω φραστικά, την πλήρη απόσυρση των ισραηλινών δυνάμεων, όχι μόνο από τα «εδάφη της νότιας Συρίας», όπως ανέφερε, αλλά και από την ίδια την γενέτειρά του, από τα Υψώματα του Γκολάν.
Παρ' όλα αυτά, όμως, αυτό το ιδιαίτερο αίτημα στις επανειλημμένες του δηλώσεις το παρέλειψε, αφού προηγουμένως φρόντισε να παραγκωνίσει το «αντάρτικο» παρώνυμό του, να αφήσει στην άκρη την χακί του στολή, να θυμηθεί ξανά το πραγματικό του ονοματεπώνυμο και να διαλέξει το κοστούμι του νέου πολιτικού ηγέτη στο προεδρικό μέγαρο της Δαμασκού. Θα ήταν αφελές να εκλάβουμε αυτές τις επικοινωνιακές, έστω, επιλογές ως απλώς τυχαίες. Έτι περαιτέρω, είναι ακόμα άγνωστο εάν αυτές οι επικοινωνιακές επιλογές θα φροντίσουν να τις αγνοήσουν τα υπόλοιπα μέλη της οργάνωσής του HTS. Εγώ δεν αποκλείω να εκδηλωθούν εσωτερικές αντιδράσεις, όταν έρθει το πλήρωμα του χρόνου. Εξ ου και θεωρώ ότι πολλά ακόμα παραμένουν ρευστά ως προς την παραμονή στην κορυφή της de facto εξουσίας του, ανεξαρτήτως του γεγονότος ότι ξένοι υπουργοί Εξωτερικών τον συναντούν τις τελευταίες εβδομάδες μεταβαίνοντας για αυτόν ακριβώς τον σκοπό στην Δαμασκό.
Από την άλλη, θα ήταν παράλειψη να μην επισημανθεί το γεγονός ότι, ενώ ο Άχμαντ Αλ-Σάραα ζητά την απόσυρση των ισραηλινών δυνάμεων από την νότια Συρία, δεν απαιτεί να συμβεί το ίδιο ούτε με τις στρατιωτικές βάσεις της Ρωσίας, ούτε βέβαια με την τουρκική ανάμιξη στα εσωτερικά της χώρας του. Άλλωστε η νέα συριακή διακυβέρνηση δεν έκρυψε ποτέ την επιθυμία της, η Τουρκία να κατέχει έναν ιδιαίτερο ρόλο στην «επόμενη μέρα» της Συρίας. Ο πρόεδρος Ερντογάν, άλλωστε, το είπε ξεκάθαρα, τονίζοντας ότι «πέραν της Τουρκίας υπάρχει και μία άλλη Τουρκία» - με όσα πολλά σημαίνει αυτό. Αρκεί να δει κανείς το ακαδημαϊκό βιογραφικό του νέου Σύρου υπουργού Εξωτερικών, στον οποίον η Άγκυρα φρόντισε να μεταλαμπαδεύσει την δική της γεωπολιτική της θεώρηση σε περιφερειακό επίπεδο.
Όλα δείχνουν, πάντως, ότι η νέα συριακή ηγεσία επιδιώκει να διατηρηθεί ο ενιαίος χαρακτήρας του κράτους
Λογικό και αναμενόμενο. Όλες οι αποφάσεις της μεταβατικής κυβέρνησης κινούνται προς αυτόν τον σκοπό. Παράλληλα, η HTS προσβλέπει στη στρατιωτική τουρκική στήριξη, ώστε να πάψουν οι Κούρδοι των βορειοανατολικών επαρχιών της χώρας να επιδιώκουν μία εθνικά ανεξάρτητη πορεία από τώρα και στο εξής. Το ίδιο επιδιώκει άλλωστε και η Τουρκία, προκειμένου να θέσει υπό τον έλεγχό της τη συριακή επικράτεια.
Ερχόμαστε στο μεγάλο ερώτημα των συμπαγών μειονοτικών πληθυσμών που διαβιούν στη Συρία. Πώς εκτιμάτε ότι θα διαμορφωθούν οι σχέσεις της νέας συριακής ηγεσίας με τους Κούρδους στον βορρά, τους Δρούζους στον νότο και τους Αλεβίτες που δείχνουν να μετακινούνται μαζικά προς τα συριακά μεσογειακά παράλια;
Όπως σας είπα και στην αρχή της συζήτησής μας, ο χρόνος είναι αυτός που θα δείξει τι μέλλει γενέσθαι. Μην ξεχνάτε ότι στις 20 Ιανουαρίου 2025 αναλαμβάνει και επισήμως τα καθήκοντά του ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ. Η παρουσία των ΗΠΑ στη Συρία φέρεται να έχει ενισχυθεί σημαντικά αφότου κατέρρευσε το καθεστώς Άσαντ και όλοι ανεξαιρέτως οι εμπλεκόμενοι παράγοντες στη Συρία αναμένουν με ενδιαφέρον ποια πολιτική θα θελήσει να τηρήσει η Ουάσινγκτον. Μέχρι τις 20 Ιανουαρίου όμως, τόσο το Ισραήλ, όσο και η Τουρκία, οι Κούρδοι, οι Δρούζοι, οι Αλεβίτες και βέβαια οι οργανώσεις που ελέγχουν την εξουσία με κυριότερη την HTS, επιδιώκουν να διαμορφώσουν τα δικά τους τετελεσμένα επί του εδάφους, έως ότου φτάσει η στιγμή η νέα θητεία Τραμπ να αναλάβει τις δικές της ευθύνες.
Ήδη όμως παρατηρείται κινητικότητα επί του πεδίου ως προς το μελλοντικό καθεστώς των μειονοτήτων. Υπάρχουν ενδείξεις που θα μπορούσαν να προϊδεάσουν για όσα τυχόν επακολουθήσουν;
Κατ' αρχήν, είναι σαφές ότι ο Άχμαντ Αλ-Σάραα και η οργάνωσή του, HTS, επιδιώκουν να διατηρήσουν αμετάβλητη την ενιαία συριακή επικράτεια, όπως την παρέλαβαν από το καθεστώς Άσαντ - σημειώνουμε όμως ένα μεγάλο ερωτηματικό ως προς το τι ακριβώς επιδιώκει ο νέος de facto ηγέτης της χώρας ως προς το θέμα των Υψωμάτων του Γκολάν.
Ως προς τους Κούρδους, η νέα συριακή ηγεσία αναμφίβολα θα θελήσει να εξυπηρετήσει τις τουρκικές επιδιώξεις, οι οποίες ουσιαστικά συνάδουν με την διατήρηση της εδαφικά ενιαίας μορφής της «νέας Συρίας». Ούτε η Δαμασκός των ανταρτών, ούτε η Άγκυρα του Ερντογάν δεν θέλουν να δουν ένα ανεξάρτητο κουρδικό κράτος ή μία αυτόνομη οντότητα με ευρείες αρμοδιότητες κατά το μοντέλο του Ιρακινού Κουρδιστάν. Καταλυτικής σημασίας θα αποδειχθούν οι επιλογές της νέας θητείας Τραμπ ως προς το Κουρδικό. Η Ουάσινγκτον και οι επιλογές της έχουν τον πρωτεύοντα ρόλο. Παραμένει ωστόσο το εξής πρόσθετο ερώτημα: Άραγε η Τουρκία θα εφαρμόσει την πάγια τακτική της, να αναμένει ένα «αμερικανικό πράσινο φως» για να προχωρήσει σε ευθεία στρατιωτική δράση, βοηθώντας την συριακή πολιτική ηγεσία να καταστείλει τις κουρδικές εθνικές επιδιώξεις; Ή μήπως η Τουρκία θα αποφασίσει να μην λάβει υπ’ όψιν τις όποιες επιλογές της Ουάσινγκτον; Η τουρκική κουλτούρα διακυβέρνησης του προέδρου Ερντογάν έχει δώσει διφορούμενα δείγματα γραφής σε διάφορα επίπεδα. Το 2025 θα έχει σίγουρα πολύ ενδιαφέρον ως προς αυτό το λεπτό θέμα.
Ως προς του Δρούζους, η κατάσταση είναι περισσότερο περίπλοκη. Εκτιμώ ότι οι αντάρτες της HTS θα προτιμήσουν μία μορφή «συνδιαλλαγής» και θα αποφύγουν να προσφύγουν σε μία ένοπλη αναμέτρηση, η οποία μοιραίως θα εμπλέξει και το Ισραήλ. Αυτό τουλάχιστον δείχνουν οι σχετικά ήπιες δηλώσεις του Άχμαντ Αλ-Σάραα, στις οποίες αναφέρθηκα εκτενώς προηγουμένως. Έτσι, βλέπουμε αντιπροσωπεία της νέας συριακής πολιτικής ηγεσίας να επισκέπτεται την de facto αυτοδιοικούμενη από του Δρούζους συριακή επαρχία Σουέιντα, την πρόσφατη επίσκεψη του νέου υπουργού Δικαιοσύνης για να δει κατά πόσον το τοπικό δικαστικό μέγαρο μπορεί να επαναλειτουργήσει και άλλες «ουδέτερες» επιφανειακά κινήσεις της μεταβατικής συριακής κυβέρνησης, που προσπαθούν να δημιουργήσουν διαύλους επικοινωνίας με τους Δρούζους δημογέροντες/Σεΐχηδες της τοπικής κοινωνίας.
Όμως, οι Δρούζοι της Συρίας δεν είναι μόνοι τους. Υπάρχουν Δρούζοι δημογέροντες στο Ισραήλ, στον Λίβανο και στην Ιορδανία. Οι Δρούζοι του Ισραήλ είναι πλήρως ενσωματωμένοι στις ισραηλινές δυνάμεις ασφαλείας και η ηγεσία τους έχει ήδη μεταφέρει μηνύματα στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και στον Ισραηλινό πρωθυπουργό Νετανιάχου να κινηθούν από κοινού ούτως ώστε, είτε οι Δρούζοι της Συρίας να αποκτήσουν ευρεία αυτονομία με εγγυήσεις οικονομικές εκ μέρους των Εμιράτων αλλά και στρατιωτικές εκ μέρους του Ισραήλ. Τα μηνύματα κάνουνλόγο ακόμα και για το ενδεχόμενο σύστασης ενός ανεξάρτητου δρουζικού κράτους - ένα αίτημα που αναδεικνύεται για πρώτη φορά. Απεναντίας, ο ηγέτης των Δρούζων του Λιβάνου, Ουαλίντ Τζουμπλάτ, σε πρόσφατη επίσημη επίσκεψή του στην Δαμασκό, τάχθηκε ξεκάθαρα υπέρ της παραμονής των Δρούζων της Συρίας εντός μίας θεσμικά και συνταγματικά «ενιαίας Συρίας», θέλοντας να αποκόψει, ει δυνατόν παντελώς, τους Δρούζους της Συρίας με τους ομοεθνείς τους στο Ισραήλ. Η θέση των Δρούζων στην Ιορδανία είναι έτσι κι αλλιώς ανίσχυρη, οπότε η κυβέρνηση του Αμμάν δεν έχει σημαντικό ρόλο να αναλάβει, παρότι ενδιαφέρεται πολύ για τους δικούς της λόγους η Συρία να βρει ξανά τις ισορροπίες της όσο το δυνατόν συντομότερα.
Η αλήθεια είναι ότι, μέχρι στιγμής, οι μόνοι που δεν έχουν εκφράσει ξεκάθαρα τις προθέσεις τους είναι οι Δρούζοι δημογέροντες της συριακής επαρχίας Σουέιντα, οι οποίοι, πιστεύω, ότι και εκείνοι αναμένουν να διαπιστώσουν ποιες είναι οι προθέσεις της νέας θητείας Τραμπ για το μέλλον της Συρίας - και κυρίως, ποια στάση θα τηρήσουν οι ΗΠΑ ως προς του Κούρδους. Αντιστοίχως, και οι Κούρδοι της Συρίας, αναμένουν και εκείνοι να δουν αφ' ενός τα αμερικανικά σχέδια όχι μόνο για τους ιδίους, αλλά και για τους Δρούζους, θεωρώντας ότι και αυτό το ζήτημα θα αποτελέσει πρόκριμα για το δικό τους μελλοντικό καθεστώς.
Αλλά και η περίπτωση των Αλεβιτών είναι εξίσου περίπλοκη, καθότι έχει παρατηρηθεί η τάση μαζικών μετακινήσεων της συγκεκριμένης μειονότητας κυρίως προς τα μεσογειακά παράλια πλησίον των ρωσικών βάσεων, αλλά και προς τον Λίβανο. Οι πληροφορίες που έχουν κυκλοφορήσει είναι αντιφατικές. Από τη μια το νέο καθεστώς θέλει να δείχνει ότι η μετάβαση γίνεται ήρεμα και χωρίς εντάσεις στις περιοχές πλησίον της Λαττάκειας και της Ταρτούς, ενώ από την άλλη, στο διαδίκτυο κυκλοφορούν στιγμιότυπα που δείχνουν το ακριβώς αντίθετο. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η νέα συριακή ηγεσία θα προσπαθήσει με κάθε τρόπο να διατηρήσει τον έλεγχο στα μεσογειακά παράλια της Συρίας, καθότι σχετίζεται άμεσα με τις τουρκικές επιδιώξεις στην Ανατολική Μεσόγειο. Η στάση της Ρωσίας, αλλά και φυσικά οι επιλογές της Ουάσινγκτον, είναι δύο δεδομένα καίριας σημασίας που θα διαμορφώσουν την «επόμενη μέρα» και ως προς αυτό το λεπτό ζήτημα, το οποίο, όπως αντιλαμβανόμαστε όλοι, θα επηρεάσει άμεσα την Κυπριακή Δημοκρατία και τον ενεργειακό χάρτη της περιοχής.
Συνεπώς αναμένουμε ότι η Τουρκία θα προχωρήσει σε ενέργειες με στόχο τον καθορισμό τετελεσμένων έως ότου ΗΠΑ και Ρωσία δώσουν το δικό τους στίγμα. Από την άλλη, και το Ισραήλ δημιουργεί τετελεσμένα, όπως τουλάχιστον φαίνεται από τις περιοχές όπου σήμερα υπάρχουν ισραηλινά στρατεύματα. Μήπως επικρατήσει το «ουδέν μονιμότερο του προσωρινού»;
Ως προς την ισραηλινή θεώρηση της παρούσας κατάστασης στη Συρία, οφείλω να σας επισημάνω ένα νέο δεδομένο, που θεωρώ πως είναι σημαντικό. Ο νέος Ισραηλινός υπουργός Εξωτερικών, Γκιντόν Σάαρ, αναλαμβάνοντας τα καθήκοντά του, έκανε λόγο για αναθεώρηση του προσανατολισμού της εξωτερικής πολιτικής της χώρας του σε περιφερειακό επίπεδο. Συγκεκριμένα είπε μεταξύ άλλων ότι το Ισραήλ «θα είναι πάντοτε μειονότητα στην Μέση Ανατολή» σε σχέση με το αραβικό/μουσουλμανικό στοιχείο που θα συνεχίσει να αποτελεί την πλειοψηφία. Με βάση αυτό το δεδομένο, ο Σάαρ κατέληξε στο συμπέρασμα ότι «οι φυσικοί σύμμαχοι του Ισραήλ στην Μέση Ανατολή είναι οι μειονότητες». Και δεν σταμάτησε εκεί. Ανέφερε ονομαστικά τους Κούρδους και τους Δρούζους, οι οποίοι έχουν συμπαγή παρουσία στη Συρία. Η δήλωση αυτή έγινε λίγες μόλις εβδομάδες πριν την κατάρρευση του καθεστώτος Άσαντ και, επιτρέψτε μου να μην θεωρώ αυτήν την χρονική συγκυρία τυχαία, με ό,τι και αν σημαίνει αυτό.
Στην πραγματικότητα, ο Σάαρ δεν ανακάλυψε τον τροχό. Απλώς επαναδιατύπωσε το πάλαι ποτέ «Δόγμα της Περιφέρειας» που εμπνεύστηκε ο πρώτος πρωθυπουργός του Ισραήλ Δαυίδ Μπεν Γκουριόν ήδη από τα πρώτα χρόνια της ανεξαρτησίας της χώρας του. Το δόγμα αυτό βασιζόταν στο γνωστό απλό αξίωμα «ο εχθρός του εχθρού μου είναι φίλος μου». Με αυτή την λογική, το Ισραήλ κατά την διάρκεια των δεκαετιών του 1950 και του 1960 ανέπτυξε σχέσεις με το Ιράν, την Τουρκία και την Αιθιοπία -τρεις χώρες μη αραβικές της ευρύτερης περιοχής-, αλλά και με ηγετικούς παράγοντες των μειονοτικών Κούρδων του Ιράκ, με τους Δρούζους στη Συρία και στον Λίβανο, μέχρι και με τους Βερβέρους της βορείου Αφρικής που επεδίωκαν περισσότερα δικαιώματα στην Αλγερία, ενώ ιδιαίτερη σημασία είχαν οι στρατηγικές σχέσεις με το Τσαντ, που ήλεγχε το «μαλακό υπογάστριο» της Λιβύης. Αυτό το «Δόγμα της Περιφέρειας» ποτέ δεν ξεχάστηκε εντελώς, αλλά μοιραία άρχισε να ατονεί με την πάροδο των δεκαετιών αλλά και με όσα είχαν μεσολαβήσει μετά τον Πόλεμο του Γιομ Κιπούρ το 1973, την Πρώτη και Δεύτερη Ιντιφάντα, τις Συμφωνίες του Όσλο κ.ο.κ.
Φαίνεται πως υπό τις παρούσες συνθήκες, ήρθε η στιγμή το «δόγμα» αυτό να αναθεωρηθεί και να μετεξελιχθεί και, εάν κρίνω από την προϋπηρεσία του, ο Σάαρ είναι μάλλον το πλέον κατάλληλο πρόσωπο για να προβεί σε αυτήν την αναθεώρηση. Αρκεί να σας επισημάνω ότι, η τελευταία απόφασή του πριν λήξει η θητεία του ως υπουργός Εξωτερικών το 2015, ήταν να αναγνωριστεί από το ισραηλινό Δημόσιο η λεγόμενη χριστιανική «κοινότητα των Αραμαίων», η οποία φέρεται να αριθμεί μόλις κάποιες λίγες χιλιάδες άτομα σε χωριά και κωμοπόλεις του βορείου Ισραήλ. Για λόγους καθαρά πρακτικούς, δεν κρίνω σκόπιμο να επεκταθώ ως προς τα κριτήρια του καθορισμού της συγκεκριμένης κοινότητας. Αρκεί, ωστόσο, να αναφέρω ότι στην νότια Συρία και στα περίχωρα της Δαμασκού υπάρχουν χριστιανικά χωριά, μεγαλύτερο εκ των οποίων είναι η Μαλούλα, όπου η αραμαϊκή διάλεκτος ομιλείται μέχρι σήμερα και είχε σημειωθεί κατά καιρούς η τάση, το εκεί τοπικό στοιχείο να αποκτήσει περισσότερες γραφειοκρατικές διευκολύνσεις από το πάλαι ποτέ καθεστώς Άσαντ.
Ο ρόλος των μειονοτήτων και, ως εκ τούτου, η εργαλειοποίησή τους θεωρώ ότι θα αποτελέσει το κύριο χαρακτηριστικό μίας αναθεωρημένης περιφερειακής εξωτερικής πολιτικής εκ μέρους του Ισραήλ. Από την άλλη όμως, τα αποτελέσματα τέτοιων, «διαβρωτικών» επιτρέψτε μου, προσπαθειών που θα στοχεύουν στην δημιουργία νέων εσωτερικών ισορροπιών σε χώρες μη-φιλικές προς το Ισραήλ, δεν θα φανούν από τη μια μέρα στην άλλη. Με δηλώσεις και αναρτήσεις στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, δεν διαμορφώνονται ως δια μαγείας διακριτές εθνοτικές και ιστορικές συνειδήσεις.
Μία τελευταία ερώτηση. Η παρουσία του Ιράν στη Συρία, θεωρείτε ότι έληξε οριστικά;
Το 2024 τελείωσε με μία ηχηρή καθεστωτική αλλαγή σε μία πολύ σημαντική χώρα που λέγεται Συρία. Η «επόμενη μέρα» ακόμα δεν έχει διαμορφωθεί οριστικά και οι καταλυτικής σημασίας αποφάσεις που θα λάβει η νέα θητεία Τραμπ θα κρίνουν πολλά, όχι μόνο στη Συρία αλλά και σε ολόκληρη τη Μέση Ανατολή. Το Ιράν, παρότι λαβωμένο, παραμένει μία σημαντική χώρα με περιφερειακούς συμμάχους. Το Ιράν δεν φαίνεται να προτίθεται να εγκαταλείψει το σιιτικό στοιχείο του Λιβάνου, του Ιράκ και της Υεμένης. Γιατί να μην θέλει να επιστρέψει στη Συρία, εφόσον βρει την κατάλληλη συγκυρία στο μέλλον;
* Η όγδοη και τελευταία συνέντευξη του κ. Χαρίτου στο πλαίσιο του αφιερώματος του Liberal θα δημοσιευτεί στις 10 Ιανουαρίου. Επίκεντρο, οι προκλήσεις που γεννώνται για την Ελλάδα και την Κύπρο καθώς αναδιατάσσεται ο χάρτης της Μέσης Ανατολής.