Μία εκεχειρία με πολλούς αστερίσκους και συγκεχυμένες παραμέτρους που «τρεμοπαίζει» εν αναμονή της έλευσης Τραμπ. Τι σταθμίζει και πώς θα κινηθεί το Ισραήλ προσμετρώντας πλέον και τον παράγοντα της καθεστωτικής αλλαγής στη Συρία. Γιατί η Χεζμπολάχ επιζεί και γιατί δεν σπάει η διαχρονική «κατάρα» του Λιβάνου. Ο Γαβριήλ Χαρίτος μιλά στο Liberal και την Ευαγγελία Μπίφη.
Στο πλαίσιο της πέμπτης ενότητας του «Φακέλου Μέση Ανατολή 2025» που παρουσιάζει το Liberal, ο κ. Χαρίτος, επισκέπτης καθηγητής Διεθνών Σχέσεων στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, ερευνητής στο ΕΛΙΑΜΕΠ και ανώτερος αναλυτής στο κυπριακό Ινστιτούτο Μελετών Πολιτικής και Δημοκρατίας (ΙΜΠΔ), παραθέτει την λιβανική πραγματικότητα του παρελθόντος και του παρόντος, η οποία και προσφέρει ένα «λεπτομερές εγχειρίδιο με οδηγίες 'πώς μπορεί κανείς να διαλύσει μία χώρα'».
Ο ρόλος των ξένων παραγόντων, το ιδιότυπο και αναχρονιστικό σύστημα του λιβανικού Κοινοτισμού, οι πολιτοφυλακές, ο αυτοκαθορισμός των πολιτών βάσει εθνοτικοθρησκευτικής κοινότητας, διαφθορά και απαξίωση των πολιτικών θεσμών... Και μία Χεζμπολάχ που παραμένει παρούσα, παρά τα συντριπτικά πλήγματα που έχει δεχθεί, επειδή ακριβώς δεν υπάρχει ένα πολιτικό σύστημα ικανό να ανακτήσει τον έλεγχο της χώρας αλλά και επειδή «η φύση μισεί τα κενά», όπως αναφέρει ο Γαβριήλ Χαρίτος.
Ο ίδιος κάνει λόγο για μία κατ’ όνομα εκεχειρία στον Λίβανο, καθώς και για τα ιρανικά κεφάλαια που εξακολουθούν να ρέουν, ενώ εκτιμά ότι εντός του έτους το Ισραήλ θα θυμηθεί ξανά τις συγκυρίες της πάλαι ποτέ «ζωνής ασφαλείας» στον Νότιο Λίβανο της δεκαετίας του 1980. Ως προς την επικείμενη νέα θητεία Τραμπ, προβλέπει ότι θα επικρατήσει μία «επιχειρηματική διπλωματία» με επίκεντρο την εκμετάλλευση των λιβανικών κοιτασμάτων.
Ακολουθεί το κείμενο της συνέντευξης:
Κύριε Χαρίτο, το 2025 βρίσκει τον Λίβανο σε μία κατάσταση εύθραυστης προσωρινής εκεχειρίας που πρόκειται να λήξει στις 27 Ιανουαρίου, όπως ορίζει η σχετική συμφωνία που τέθηκε σε εφαρμογή από τα τέλη Νοεμβρίου 2024. Πώς κρίνετε το περιεχόμενο της συμφωνίας και τον τρόπο εφαρμογής της;
Οι ενδείξεις για μία ομαλή εφαρμογή της τρέχουσας συμφωνίας εκεχειρίας δεν είναι θετικές. Είναι γεγονός ότι πολλοί από τους όρους της, κυρίως ως προς τον μηχανισμό ελέγχου της ορθής εφαρμογής τους, δεν ανακοινώθηκαν με λεπτομέρειες στην κοινή γνώμη, ούτε στο Ισραήλ, ούτε στον Λίβανο, και γενικά έχουν διαρρεύσει ανεπιβεβαίωτες πληροφορίες, σύμφωνα με τις οποίες αμφότερες οι κυβερνήσεις προχώρησαν στην υπογραφή της συμφωνίας με αμερικανικές και γαλλικές εγγυήσεις, το ακριβές περιεχόμενο των οποίων δεν δημοσιοποιήθηκε.
Πάντως, η εικόνα που παρουσιάζει η τρέχουσα κατάσταση επί του πεδίου δεν θυμίζει μία εκεχειρία που οδηγεί σε οριστική εκτόνωση της έντασης. Βασικός λόγος γι' αυτό είναι ότι η συγκεκριμένη συμφωνία δεν υπεγράφη από την ίδια την Χεζμπολάχ. Είναι χαρακτηριστικό ότι στις διαπραγματεύσεις που προηγήθηκαν, ανέλαβε ενεργό ρόλο «διακομιστή μηνυμάτων» ο πρόεδρος του Λιβανικού Κοινοβουλίου, Ναμπίχ Μπέρι, ο οποίος προέρχεται από την σιτική κοινότητα της χώρας, στην οποίαν ανήκει και η Χεζμπολάχ. Έτσι, εν πολλοίς, η πρακτική εφαρμογή της συμφωνίας, βασίζεται κυρίως στην «καλή θέληση» των μερών, η οποία όμως είναι δεδομένο ότι δεν υπάρχει.
Πάντως, σύμφωνα με όσες βασικές πτυχές της συμφωνίας έχουν ανακοινωθεί, το συμπέρασμα που εξάγεται είναι ότι, τόσο το Ισραήλ, όσο και ο τακτικός λιβανικός στρατός, δεν εφαρμόζουν όπως πρέπει τη συμφωνία, με βάση τα συμφωνηθέντα χρονοδιαγράμματα. Συγκεκριμένα, όπως έγινε γνωστό από λιβανικές δημοσιογραφικές πηγές, ο τακτικός στρατός της χώρας μέχρι τα τέλη Δεκεμβρίου κατάφερε να ελέγξει περίπου 20 στρατιωτικά φυλάκια σε αστικές περιοχές, τη στιγμή που ο συνολικός αριθμός των φυλακίων και σημείων ελέγχου σε όλον τον Νότιο Λίβανο είναι 436. Στα φυλάκια αυτά περιλαμβάνονται και τα σημεία συνοριακού ελέγχου, ανάμεσα στον Νότιο Λίβανο, το Ισραήλ και τη Συρία.
Παράλληλα, ο τακτικός λιβανικός στρατός δεν προχώρησε στον εντοπισμό και στην κατάσχεση οπλισμού της Χεζμπολάχ, παρότι αυτή η υποχρέωση περιέχεται στη συμφωνία εκεχειρίας. Το κρίσιμο ερώτημα βέβαια είναι εάν τελικά οι ισραηλινές δυνάμεις άφησαν τους Λιβανέζους να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους, ή εάν ο λιβανικός στρατός, σκόπιμα ή μη, απέφυγε να αναλάβει τις ευθύνες του. Αυτό είναι κάτι που, αυτή τη στιγμή τουλάχιστον, δεν είναι γνωστό. Δεν είναι γνωστό εάν η «επιτροπή» που ορίσθηκε από τους Αμερικανούς και τους Γάλλους έδρασε -ή θέλησε να δράσει- αποτελεσματικά.
Αποτιμώντας την όλη εικόνα που διαμορφώθηκε, αυτό που θα μπορούσα να πω με βεβαιότητα ότι η συγκεκριμένη συμφωνία είτε ήταν «φτιαγμένη» με τέτοιο τρόπο ώστε να αφήνει πολλά θέματα «κενά», είτε εν τέλει διαμορφώθηκε απλώς για να «καλύψει το χρονικό κενό» που μεσολαβεί από την ημέρα της ισχύος της έως τις 20 Ιανουαρίου 2025, οπότε και ο Ντόναλντ Τραμπ θα αναλάβει και επισήμως τα καθήκοντά του. Μην ξεχνάμε ότι ο βασικός εμπνευστής της συμφωνίας είναι ο διαμεσολαβητής Άμος Χόχσταϊν, που επελέγη από την διακυβέρνηση Μπάιντεν, και τα καθήκοντά του λήγουν με την επίσημη ανάληψη της εξουσίας από το περιβάλλον του Ρεπουμπλικανού Ντόναλντ Τραμπ. Αυτό νομίζω ότι λέει πολλά.
Οι Ισραηλινοί από την πλευρά τους, συνέχισαν τις εκκαθαριστικές τους επιχειρήσεις στον Νότιο Λίβανο, οι οποίες μάλιστα συνοδεύτηκαν και από βομβαρδισμούς στην κοιλάδα Μπεκάα, η οποία βρίσκεται βορείως του ποταμού Λιτάνι, που είναι το φυσικό σύνορο που διαχωρίζει τον Νότιο Λίβανο από την υπόλοιπη λιβανική επικράτεια. Αυτές οι επιχειρήσεις προφανώς δεν συνάδουν με τους όρους της συμφωνίας εκεχειρίας, παρότι -και πάλι- οφείλω να σημειώσω ότι πολλοί από αυτούς τους όρους δεν δημοσιοποιήθηκαν.
Πάντως, μία βασική «πρωτοτυπία» αυτής της συμφωνίας είναι μία λεπτομέρεια που, θεωρώ τεχνηέντως, δεν προβλήθηκε ιδιαίτερα από την ειδησεογραφία στο Ισραήλ, στον Λίβανο και διεθνώς. Συγκεκριμένα, η συμφωνία επέτρεψε στα ισραηλινά στρατεύματα να ελέγξουν και την βόρεια όχθη του ποταμού Λιτάνι και όχι μόνο την νότια. Με άλλα λόγια, χωρίς να έχει επεξηγηθεί ποια σκοπιμότητα εξυπηρετούσε αυτή η πρωτοτυπία, οι ισραηλινές δυνάμεις αυτή τη στιγμή δεν ελέγχουν μόνο τον Νότιο Λίβανο αλλά και περιοχές που βρίσκονται βορειότερα του Νοτίου Λιβάνου. Θεωρώ ότι είναι μία λεπτομέρεια σημαντική και αξίζει να επισημανθεί για να έχουμε μία όσο το δυνατόν πληρέστερη εικόνα της κατάστασης.
Θεωρείτε βάσιμες τις πληροφορίες ότι τα ισραηλινά στρατεύματα θα παραμείνουν στον Νότιο Λίβανο για περισσότερο χρόνο;
Αν κρίνω από την κατ’ όνομα «εκεχειρία» και τον τρόπο που εφαρμόζεται, θα εκπλαγώ εάν το Ισραήλ αποσύρει τις δυνάμεις του από τον Νότιο Λίβανο έως τις 27 Ιανουαρίου 2025, που είναι και η τελευταία μέρα ισχύος της συμφωνίας. Εκτιμώ, μάλιστα, ότι ο λόγος παραμονής των ισραηλινών στρατευμάτων στον Νότιο Λίβανο δεν θα οφείλεται αποκλειστικά και μόνο στο γεγονός ότι ο τακτικός λιβανικός στρατός δεν θα καταφέρει μέχρι τότε να ανακτήσει τον έλεγχο του Νοτίου Λιβάνου ή επειδή το Ισραήλ «θα κρίνει» μονομερώς ότι η παρουσία της Χεζμπολάχ «δεν εξαφανίστηκε».
Θα οφείλεται και στο γεγονός ότι, μετά την κατάρρευση του καθεστώτος Άσαντ στη γειτονική Συρία, ο ισραηλινός στρατός βρίσκεται πλέον και στο συριακό έδαφος και ειδικότερα, αυτή τη στιγμή που μιλάμε, ελέγχει πλήρως την μεθόριο Συρίας-Νοτίου Λιβάνου. Σχηματικά, αυτό σημαίνει ότι από την λιβανική πλευρά της μεθορίου Νοτίου Λιβάνου-Συρίας υπάρχουν ισραηλινές δυνάμεις, και συγχρόνως, από την συριακή πλευρά της ίδιας μεθορίου, βρίσκονται και εκεί ισραηλινά στρατεύματα. Η συγκεκριμένη κατάσταση επί του εδάφους, ουσιαστικά διαμορφώθηκε από τους Ισραηλινούς για να εμποδίσει τη μεταφορά οπλισμού και ενόπλων της Χεζμπολάχ από την Συρία προς τον Νότιο Λίβανο και αντιστρόφως, δηλαδή από τον Νότιο Λίβανο προς τη Συρία.
Μία πρόσθετη επισήμανση που οφείλουμε να λάβουμε υπ’όψιν είναι ότι η Χεζμπολάχ δεν δρα μόνο στον Λίβανο. Υπάρχουν ενεργοί πυρήνες της και στην γειτονική Συρία, που δρούσαν συμπληρωματικά καθ’ όλη την διάρκεια του συριακού εμφυλίου και μέχρι πρότινος, βοηθώντας με όποιον τρόπο μπορούσαν τις δυνάμεις των Φρουρών της Επανάστασης του Ιράν που είχαν εγκατασταθεί στο συριακό έδαφος. Δεν μπορώ να φανταστώ ότι, υπ’ αυτές τις συγκυρίες, οι Ισραηλινοί θα αποφάσιζαν να αποχωρήσουν από τον Νότιο Λίβανο και με αυτόν τον τρόπο να αφήσουν την ευκαιρία στην Χεζμπολάχ του Νοτίου Λιβάνου να ενισχυθεί με οπλισμό που θα προέρχεται από τη Συρία. Με άλλα λόγια, η παραμονή των ισραηλινών δυνάμεων στον Νότιο Λίβανο θα οφείλεται επιπροσθέτως (αν όχι κυρίως) και στην προέλαση του Ισραήλ στην νότια Συρία.
Πάντως, παρά τις σοβαρές της απώλειες, η Χεζμπολάχ δηλώνει ακόμα παρούσα στον Λίβανο. Πώς το εξηγείτε;
Κοιτάξτε, όταν μιλάμε για τον σημερινό Λίβανο, θα πρέπει πάντα να έχουμε στον νου μας την εξής απλή φράση: «Η φύση μισεί τα κενά».
Τι θέλω να πω με αυτό: Μία πολύ σημαντική μερίδα των πολιτών του Λιβάνου έχει πειστεί ότι η Χεζμπολάχ, και κυρίως το στρατιωτικό της σκέλος, είναι ο μόνος παράγοντας που είναι σε θέση να προστατεύσει την λιβανική επικράτεια από ένα ισχυρότερο Ισραήλ. Όταν ο τακτικός στρατός της χώρας δηλώνει απών και όταν χρειάστηκε να υπογραφεί μία αμφιβόλου αποτελεσματικότητας συμφωνία εκεχειρίας για να «αναγκαστεί» να αναλάβει τις ευθύνες του, είναι πολύ φυσικό ο μέσος πολίτης του Λιβάνου να συμπεράνει ότι «εάν δεν υπήρχε η Χεζμπολάχ, το Ισραήλ θα είχε προ πολλών ετών καταλάβει ακόμα και την ίδια τη Βηρυτό». Ακούγεται τόσο απλοϊκό, αλλά αυτή είναι η πραγματικότητα.
Άλλωστε, δεν μπορεί να ερμηνευτεί αλλιώς η ανεκτικότητα της λιβανικής κοινής γνώμης, η οποία μάλλον «συγχώρεσε» ή «δεν κατηγόρησε» την Χεζμπολάχ για την πολύνεκρη έκρηξη του 2020 στο λιμάνι της Βηρυτού, η οποία ουσιαστικά οφείλεται στην πλημμελή φύλαξη του οπλισμού της εντός πυκνοκατοικημένης περιοχής της πρωτεύουσας. Πέραν αυτού, είναι ενδεικτικό ότι η Χεζμπολάχ δείχνει να έχει την αμέριστη οικονομική στήριξη του Ιράν, γεγονός που φάνηκε τόσο από την οικονομική βοήθεια που προσέφερε η οργάνωση στους Λιβανέζους πολίτες για να ανοικοδομήσουν τις κατεστραμμένες τους περιουσίες μετά τον πόλεμο με το Ισραήλ το καλοκαίρι του 2006 - κάτι που έχει αρχίσει να πράττει και σήμερα, καθώς στις 30 Δεκεμβρίου ανακοίνωσε ότι η ίδια θα θέσει σε εφαρμογή ένα «σχέδιο ανασυγκρότησης» του Λιβάνου που θα στηρίζεται αποκλειστικά με ιρανικά κεφάλαια. Όταν αυτά γίνονται, τη στιγμή που το λιβανικό Δημόσιο είναι καταχρεωμένο και δεν μπορεί να εξασφαλίσει μία ελάχιστη αξιοπρεπή διαβίωση για τους πολίτες του, έρχεται μία πλούσια και στρατιωτικά ισχυρή Χεζμπολάχ να «καλύψει τα όποια κενά».
Μα μέσα στο 2024 η Χεζμπολάχ σχεδόν αποδεκατίστηκε. Εξουδετερώθηκε ο ηγέτης της Χασάν Νασράλα και πολλοί διοικητές, είχαμε την επίθεση των βομβητών που εξερράγησαν στα χέρια ανώτατων αξιωματούχων της...
Ακριβώς. Το 2024 ήταν μία μοιραία χρονιά για την Χεζμπολάχ, συν το ότι η παρουσία του Ιράν στη γειτονική Συρία εν μία νυκτί αποσύρθηκε μετά την κατάρρευση του καθεστώτος Άσαντ. Το γεγονός όμως, ότι η Χεζμπολάχ συνεχίζει να μιλάει για «σχέδιο ανασυγκρότησης» και να έχει ήδη αρχίσει να μοιράζει χιλιάδες δολάρια σε οικογένειες για να ξανακτίσουν τα σπίτια τους, αποδεικνύει ότι η συγκεκριμένη οργάνωση -και το ίδιο το Ιράν- δεν έχουν αποφασίσει να εγκαταλείψουν τον Λίβανο.
Δείχνει επίσης και την μεγάλη απαξία των πολιτών προς μία πολιτική εξουσία, ένα πολιτικό σύστημα, που έχει αποκοπεί ουσιαστικά από τη σκληρή πραγματικότητα της χώρας, έχοντας περίπου «σηκώσει τα χέρια ψηλά», αναμένοντας έξωθεν διαβεβαιώσεις και υποσχέσεις. Και όλα αυτά, τη στιγμή που η προστάτιδα Γαλλία αντιμετωπίζει μία πρωτόγνωρη για τα δεδομένα «οιονεί ακυβερνησία» που είναι φυσικό να δημιουργεί εσωστρέφεια εκ μέρους του Παρισιού. Όλα συνδέονται και έτσι, για ακόμα μια φορά «η φύση μισεί τα κενά», τα οποία ακόμα φαίνεται πως η Χεζμπολάχ -και κατ’ επέκταση το Ιράν- είναι σε θέση να τα καλύπτει.
Όσο για τις μεγάλες απώλειες που γνώρισε η ηγεσία της, και παρότι ο νυν νέος ηγέτης της, Ναΐμ Κάσεμ, κατέφυγε στην Τεχεράνη, βλέπουμε ήδη να αναδεικνύονται άλλα πρόσωπα στους διαρθρωτικούς της θεσμούς. Μπορεί ο Νασράλα να μην ζει πια, αλλά τελικά, «ουδείς αναντικατάστατος». Η επιλογή του Νασράλα να εμπλακεί σε έναν πόλεμο, τον οποίον δεν άρχισε η οργάνωσή του, αποδείχθηκε αυτοκτονική τόσο για τον ίδιο, για πολλά στελέχη της οργάνωσης και κυρίως για πολλούς αμάχους, τη στιγμή που η κυβέρνηση του Λιβάνου είχε προσπαθήσει να κρατηθεί ο Λίβανος μακριά από το πολεμικό σκηνικό. Ο Νασράλα δεν άκουσε τις προειδοποιήσεις και όλη η χώρα υπέστη τις συνέπειες. Και όμως, η Χεζμπολάχ εν τέλει επέζησε, επειδή ακριβώς δεν υπάρχει ένα πολιτικό σύστημα ικανό να ανακτήσει τον έλεγχο της χώρας. Δυστυχώς, είναι τόσο απλό.
Συνεπώς μας λέτε ότι, παρά τις ισραηλινές επιχειρήσεις, η Χεζμπολάχ επιζεί
Όπως ακριβώς επιζεί και η Χαμάς στη Γάζα. Όπως ακριβώς συνεχίζουν και οι Χούθι να εκτοξεύουν βαλλιστικούς πυραύλους. Γι’ αυτό και ο πόλεμος δεν έχει αναδείξει ακόμα έναν ξακάθαρο νικητή σε κανένα από τα πολλά μέτωπα. Γι’ αυτό και ο πόλεμος συνεχίζεται. Διαφορετικά, ο πόλεμος θα είχε ήδη λήξει. Έτσι δεν είναι;
Μέχρι πότε ο Λίβανος θα συνεχίσει να παραπαίει; Ποιες είναι οι εκτιμήσεις σας για την πορεία της χώρας το 2025;
Η εντύπωση που έχω σχηματίσει, ειδικά από τα τέλη της δεκαετίας του 2010, είναι ότι, τελικά, οι ξένοι παράγοντες, όπως για παράδειγμα η Γαλλία, οι Ηνωμένες Πολιτείες, η Ευρωπαϊκή Ένωση, ακόμα και το Ιράν και η Τουρκία, δείχνουν να ενδιαφέρονται για την εξυγίανση της οικονομικής κατάστασης του Λιβάνου, παρά καθαυτή η πολιτική ηγεσία της χώρας. Η Γαλλία έχει συγκαλέσει αναρίθμητες συσκέψεις διεθνών επενδυτών για να δώσει πνοή στην λιβανική οικονομία, όταν η οικονομική κρίση δεν μπορούσε πια να κρυφτεί.
Το μόνιμο ζητούμενο ήταν η δημοσιονομική αναδιαμόρφωση του λιβανικού Δημοσίου, κάτι που στάθηκε σχεδόν αδύνατον να συμφωνηθεί μεταξύ των πολιτικών δυνάμεων της χώρας. Μέχρι και σήμερα, δεν έχει αναδειχθεί πρόεδρος. Χρειάστηκε να υπογραφεί η τρέχουσα συμφωνία «εκεχειρίας» για να «πεισθεί» το λιβανικό πολιτικό κατεστημένο ότι αυτή η χώρα χρειάζεται έναν πρόεδρο. Και μέχρι αυτή τη στιγμή που μιλάμε, δεν έχει εκλεγεί πρόεδρος, και ως εκ τούτου δεν υπάρχει το νομικό πλαίσιο που θα μπορέσει να ενεργοποιήσει τον τακτικό λιβανικό στρατό να αναλάβει τις ευθύνες του. Δεν ξέρω γιατί η διεθνής κοινότητα δεν τολμά να πει ξεκάθαρα ότι ο Λίβανος ουσιαστικά έχει πάψει να λειτουργεί ως κανονικό κράτος.
Από την άλλη, υπάρχει το αναχρονιστικό σύστημα του ιδιότυπου λιβανικού Κοινοτισμού, που δεν αφήνει την χώρα να πάει μπροστά. Για να το πω όσο πιο απλά μπορώ, σύμφωνα με την θεσμική διάρθρωση του λιβανικού κράτους, ο πρόεδρος της χώρας θα πρέπει οπωσδήποτε να είναι Μαρωνίτης, ο πρόεδρος του Κοινοβουλίου θα πρέπει οπωσδήποτε να είναι Σιίτης και ούτω καθ’ εξής. Εάν υποθέσουμε ότι στον σημερινό Λίβανο ίσως να υπάρχει μία προσωπικότητα, που έτυχε να γεννηθεί -ας πούμε- Αρμένιος, όσο ικανός και να είναι για να αναλάβει τα ηνία αυτής της χώρας, έρχεται η γάγγραινα του «λιβανικού Κοινοτισμού» και του απαγορεύει να υποβάλει, έστω, την υποψηφιότητά του εξ αιτίας της κοινοτικής του προέλευσης. Όσο «δημοκρατικό» και «δίκαιο» κι αν ακουγόταν αυτό το σύστημα σε μία κοινωνία πολυκοινοτική, τόσο καταστροφικό έχει αποδειχθεί στην πράξη.
Το 1975 η χώρα οδηγήθηκε σε έναν αιματηρό εμφύλιο, ο οποίος κληροδότησε τον Λίβανο ακόμα ένα καταστροφικό κατάλοιπο: Κάθε πολιτική παράταξη, που μοιραία οφείλει να εκπροσωπεί και μία συγκεκριμένη εθνοτική κοινότητα, αφέθηκε να διατηρεί και τον δικό της στρατό, την δική της πολιτοφυλακή. Και έτσι, καταλήξαμε με την πάροδο των δεκαετιών, να θεωρείται πολύ λογικό οι πολίτες της χώρας να μην λαμβάνουν στα σοβαρά την ύπαρξη ή μη ενός ενιαίου, τακτικού, εθνικού, κρατικού λιβανικού στρατού. Εάν κάποιος θα ήθελε να συντάξει ένα λεπτομερές εγχειρίδιο με οδηγίες «πώς μπορεί κανείς να διαλύσει μια χώρα», δεν έχει παρά να μελετήσει την λιβανική πραγματικότητα του παρελθόντος και του παρόντος.
Παραμένει όμως η απορία γιατί ο Λίβανος δεν αποφασίζει να αλλάξει θεσμικά το πολιτικό του σύστημα, ιδιαίτερα τώρα, μετά από έναν ακόμα καταστροφικό πόλεμο. Γιατί δεν συμβαίνει αυτό κατά την άποψή σας;
Ο Λίβανος είχε μία καταπληκτική, θα τολμούσα να πω, ανεπανάληπτη ευκαιρία να αλλάξει, και εκ των έσω και χωρίς έξωθεν επιβολή. Οι μαζικές διαμαρτυρίες, που είχαν ξεσπάσει εξ αιτίας της βαθειάς οικονομικής κρίσης και της φτωχοποίησης της μεσαίας τάξης, είχαν κινητοποιήσει πολίτες της χώρας. Ίσως για πρώτη φορά στην πρόσφατη Ιστορία του Λιβάνου, επικράτησε το σύνθημα «Όλοι Είμαστε Λιβανέζοι», ανεξαρτήτως εθνοτικής ή θρησκευτικής κοινότητας. Οι διαδηλώσεις αποτέλεσαν ένα δριμύ κατηγορώ κατά της διαφθοράς και του ιδιότυπου (αναχρονιστικού κατά την άποψή μου) «Κοινοτισμού».
Ωστόσο, τελικά αυτό το σύνθημα δεν επέζησε για πολύ, παρότι άρχισε να προβληματίζει σοβαρά το πολιτικό κατεστημένο, το οποίο ουσιαστικά χρωστά την δική του επιβίωση στην θεσμική επικράτηση του «Κοινοτισμού». Ο λόγος που δεν σημειώθηκε κάποια ουσιαστική μετεξέλιξη των «ενωτικών-λιβανικών» συνθημάτων «της πλατείας», δεν ήταν άλλος από την επέλαση του κορονοϊού. Ακούγεται εξαιρετικά κυνικό, αλλά θεωρώ πως δεν είναι υπερβολή να πω ότι, ο λιβανικός Κοινοτισμός, που έχει ταλαιπωρήσει τόσο πολύ αυτήν την όμορφη μικρή χώρα, διατηρήθηκε και επέζησε εκείνη την περίοδο χάρη στο... υπουργείο Υγείας και τα μέτρα προστασίας κατά της επέκτασης της πανδημίας. Οι διαδηλώσεις εκ των πραγμάτων σταμάτησαν και μαζί με αυτές, πέρασε η μοναδική πραγματική ευκαιρία που δόθηκε στον Λίβανο να αλλάξει.
Ωστόσο, θα ήταν πολύ εύκολο να ρίξουμε όλες τις ευθύνες στον κορονοϊό. Παρατηρώντας την πορεία του Λιβάνου, το πολιτικό του σύστημα και την λιβανική κοινωνία εν γένει, έχω καταλήξει στο συμπέρασμα ότι, τελικά -και πάλι εξ αιτίας των στρεβλώσεων που δημιούργησε ο Κοινοτισμός, ιδιαίτερα μετά την λαίλαπα του εμφυλίου πολέμου- , ο μέσος πολίτης του Λιβάνου έμαθε να αυτοκαθορίζεται κυρίως με βάση την ιδιότητά του ως μέλος της δικής του εθνοτικοθρησκευτικής κοινότητας. Σε δεύτερη ή ακόμα και τρίτη μοίρα έθεσε για τον εαυτό του την ταυτότητα του πολίτη του Κράτους του Λιβάνου. Μοιραία, αυτή η θεώρηση τον οδήγησε να απαξιώνει τους κρατικούς θεσμούς, τις υπηρεσίες που το κράτος θα έπρεπε να προσφέρει - αλλά δεν προσέφερε. Παράλληλα, βλέποντας τον τρόπο με τον οποίον δυσλειτουργούν οι πολιτικοί θεσμοί, ο μέσος πολίτης του Λιβάνου άρχισε να αδιαφορεί, πιστεύοντας πια ότι οι πολιτικοί είτε δεν θέλουν, είτε δεν μπορούν να αλλάξουν την κατάσταση προς το καλύτερο.
Οι Λιβανέζοι διαθέτουν εμπορικό δαιμόνιο και πάντα βρίσκουν τον τρόπο να επιβιώνουν, αξιοποιώντας την μαύρη οικονομία ή ακόμα και την δυνατότητά τους να μετοικήσουν κάπου αλλού καλύτερα , κουβαλώντας μέσα τους έναν «δικό τους», «προσωπικό» Λίβανο, ο οποίος έχει φτάσει να μοιάζει περισσότερο με κάτι το ιδεατό, και λιγότερο με ένα «κράτος», όπως το έχουμε όλοι λίγο-πολύ στο μυαλό μας. Η αλλαγή νοοτροπίας δεν γίνεται από τη μια μέρα στην άλλη, και έχω καταλήξει στο συμπέρασμα ότι εν τέλει, εάν ο ίδιος ο Λίβανος, οι άνθρωποί του, η κοινωνία του, δεν αποφασίσουν ότι πρέπει το σημερινό πολιτικό κατεστημένο να αλλάξει δραστικά, τίποτα καλό δεν πρόκειται να συμβεί σε αυτή τη χώρα.
Και θα συνεχίσει να παραπαίει η οικονομία της. Θα συνεχίσουν οι Λιβανέζοι να αναζητούν λύσεις από ξένες δυνάμεις, οι οποίες πάντοτε θα βρίσκουν την ευκαιρία και την αφορμή ακόμα και να εισβάλουν με τις ένοπλες δυνάμεις τους ή μέσω πρόθυμων Λιβανέζων συνεργών τους. Πλείστα τα παραδείγματα έχει δώσει το παρελθόν. Από τον «Στρατό του Νοτίου Λιβάνου» που συνέστησαν οι Ισραηλινοί στα μέσα της δεκαετίας του 1980, μέχρι την εισβολή της Συρίας στον βόρειο Λίβανο, την απροκάλυπτη ανάμιξη του Ιράν στις υποθέσεις του Λιβάνου με όχημα την Χεζμπολάχ, την επεισοδιακή είσοδο των Παλαιστινίων της PLO του Γιασέρ Αραφάτ (που συνοδεύθηκε από μία εξίσου επεισοδιακή έξοδο), τις ίδιες τις Ηνωμένες Πολιτείες με την πρώτη τους στρατιωτική επέμβαση στη χώρα το καλοκαίρι του 1958 με αφορμή τις εκτεταμένες αναταραχές με υποκινητή τον τότε πρόεδρο της Ηνωμένης Αραβικής Δημοκρατίας, Αιγύπτιο ηγέτη Γκαμάλ Αμπντέλ Νάσερ, για να μην μιλήσουμε για την μόνιμη γαλλική αποικιοκρατική και μετα-αποικιοκρατική επιρροή - η οποία, εν τέλει, κατέληξε να αποδεικνύεται η πλέον ειλικρινέστερη...
Υπάρχει πιθανότητα το 2025 ο Λίβανος να πάρει την απόφαση να αλλάξει το πολιτικό του σύστημα;
Δεν πιστεύω στα θαύματα. Εάν όμως γίνει κάτι τέτοιο, και μάλιστα υπό τις παρούσες συνθήκες, τότε θα αρχίσω να πιστεύω στα θαύματα, ακόμα κι εγώ..
Το καθεστώς Άσαντ στη γειτονική Συρία αποτελεί παρελθόν. Πώς εκτιμάτε ότι θα επηρεάσει τον Λίβανο αυτή η καθεστωτική αλλαγή;
Τις πρώτες συνέπειες τις βλέπουμε ήδη. Αυξήθηκε το συριακό προσφυγικό ρεύμα προς τον Λίβανο, κυρίως από την κοινότητα των Αλεβιτών, που είχαν στενούς δεσμούς με το καθεστώς Άσαντ. Ο Λίβανος, όμως, έχει συνηθίσει τα τελευταία χρόνια να δέχεται πρόσφυγες από τη Συρία. Η λιβανική κυβέρνηση γνωρίζει πολύ καλά την διαδικασία να ζητά και να λαμβάνει οικονομική βοήθεια από διεθνείς οργανισμούς και κυρίως από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Το ίδιο θα προσπαθήσει να επιτύχει και κατά την παρούσα συγκυρία. Όσο για τις υποσχέσεις που θα δοθούν από τις λιβανικές αρχές περί μέτρων αποφυγής παράτυπης μετανάστευσης προς άλλα γειτονικά κράτη -όπως π.χ. προς την Κύπρο- καλό θα ήταν να εκληφθούν υπ’ όψιν με σοβαρές επιφυλάξεις.
Όσον αφορά την διαμόρφωση των σχέσεων του Λιβάνου με το νέο συριακό καθεστώς, αρκεί να ειπωθεί ότι, εκ των πραγμάτων, η Βηρυτός είναι υποχρεωμένη να διατηρεί καλές σχέσεις με τη γειτονική Συρία, ανεξάρτητα από το ποιος ή ποιοι θα την διακυβερνούν. Το μόνιμο ερωτηματικό είναι εάν οι αλλαγές που σημειώνονται τώρα στη Συρία, θα απειλήσουν την τρέχουσα πολιτική κατάσταση στον Λίβανο. Από την άλλη, όμως, τι περισσότερο θα μπορούσε να φοβηθεί ο Λίβανος, τη στιγμή που ουσιαστικά το κράτος δεν λειτουργεί όπως πρέπει εδώ και τόσον καιρό; Ακόμα και η πιθανότητα καντονοποίησης, ή ακόμα και διάλυσης της Συρίας εντός του 2025, δεν νομίζω ότι θα απειλήσει την εδαφική ακεραιότητα του Λιβάνου για τον εξής απλό λόγο: Άραγε ποιο «ανεξάρτητο κράτος» που θα προέκυπτε από μία ενδεχόμενη διάλυση της Συρίας, ποιο «συριακό καντόνι» ή «αυτόνομη μειονοτική οντότητα» της Συρίας θα ήταν πρόθυμη να απειλήσει την εδαφική ακεραιότητα ενός Λιβάνου, που συνεχώς παραπαίει από τα πολλά εσωτερικά του προβλήματα; Δεν νομίζω να υπάρξει ένα τέτοιο ενδεχόμενο. Αντιθέτως, πιθανότερη εξέλιξη θεωρώ ότι εντός του 2025, το Ισραήλ θα θυμηθεί ξανά τις συγκυρίες της πάλαι ποτέ «ζώνης ασφαλείας» στον Νότιο Λίβανο της δεκαετίας του 1980.
Στις 20 Ιανουαρίου αναλαμβάνει τα προεδρικά του καθήκοντα ο Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος έχει ήδη διορίσει ειδικό σύμβουλο για την Μέση Ανατολή τον, λιβανικής καταγωγής επιχειρηματία, Μασάντ Μπούλος. Τι προλέγει αυτή η επιλογή για την πορεία των σχέσεων του Λιβάνου με τις Ηνωμένες Πολιτείες;
Από πολλά έως, ίσως, και τίποτα.
Κατ' αρχήν, θα πρέπει να σημειώσουμε ότι ο Μασάντ Μπούλος είναι συμπέθερος του Τραμπ, καθότι η μικρή κόρη του Τραμπ, Τίφανι Τραμπ, είναι παντρεμένη με τον Μάικλ Μπούλος, γιο του Μασάντ Μπούλος. Αυτή η ενδιαφέρουσα λεπτομέρεια μας «εισάγει» στην δεύτερη προεδρική θητεία του Ντόναλντ Τραμπ, που μοιάζει με την πρώτη του θητεία ως προς την προτίμηση που δείχνει στο οικογενειακό του περιβάλλον, το οποίο και προφανώς φαίνεται να εμπιστεύεται πολύ. Το γεγονός ότι ο Μασάντ Μπούλος είναι αμερικανολιβανέζος επιχειρηματίας, δεν σημαίνει απαραίτητα ότι θα θέσει σε υψηλή προτεραιότητα και τα εθνικά συμφέροντα του Λιβάνου. Ωστόσο, αυτή η «λιβανέζικη διασύνδεση» στο άμεσο περιβάλλον του Λευκού Οίκου είναι κάτι που δεν συμβαίνει συχνά, και σίγουρα παρουσιάζει ενδιαφέρον.
Πάντως, οι πληροφορίες γύρω από τη συγκεκριμένη επιλογή παραμένουν συγκεχυμένες ως προς τις προθέσεις του Τραμπ, ειδικά για τον Λίβανο. Ο Μπούλος φέρεται να έχει ήδη έρθει σε επαφές με πολύ συγκεκριμένους επιχειρηματικούς παράγοντες του Λιβάνου και το ερώτημα είναι ποιες είναι οι υφιστάμενες διασυνδέσεις και εξαρτήσεις τους τόσο εντός, όσο και εκτός Λιβάνου. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι στον επιχειρηματικό κόσμο του Λιβάνου έχουν δώσει ισχυρό παρών παράγοντες από την Τουρκία, τη Σαουδική Αραβία και, φυσικά, την Γαλλία. Εάν ο Μπούλος έχει καταφέρει να βρεθεί στο κατάλληλο περιβάλλον, τότε θα πρέπει να αναμένουμε σημαντικές εξελίξεις ειδικά ως προς τον κλάδο της ενέργειας και την ημιτελή, όπως αποδεικνύεται, συμφωνία εκμετάλλευσης των λιβανικών κοιτασμάτων εκ μέρους της Total. Είναι, άλλωστε, κοινό μυστικό, ότι η εκμετάλλευση των λιβανικών κοιτασμάτων αποτελεί και την μοναδική ρεαλιστική διέξοδο για να μπορέσει κάποτε η λιβανική οικονομία να ορθοποδήσει.
Γενικότερα, θα μπορούσε να ειπωθεί ότι, η συγκεκριμένη επιλογή του Ντόναλντ Τραμπ, προλέγει τον τρόπο με τον οποίον θεωρεί ότι μπορεί να επιλυθούν πολλές «ανοικτές πληγές», όχι μόνο στην Μέση Ανατολή, αλλά και γενικότερα. Η «επιχειρηματική διπλωματία» -αν μου επιτραπεί αυτός ο όρος- θεωρώ ότι θα αναδειχθεί στην επικείμενη θητεία του Αμερικανού Προέδρου. Αυτό το ενδεχόμενο ενέχει θετικά, αλλά και αρνητικά στοιχεία. Στο θετικό είναι ότι τα οικονομικά δεδομένα είναι, λίγο έως πολύ, «σταθερά», ‘προβλέψιμα’ και επομένως, ερμηνεύσιμα. Εάν λάβουμε υπ’ όψιν αυτό το δεδομένο, τότε πιθανόν να δούμε τις ιδεολογικές προσεγγίσεις της διακυβέρνησης των Δημοκρατιών επί θητείας Μπάιντεν, να αναδιαμορφώνονται προς το πρακτικότερο.
Από την άλλη όμως, ελλοχεύει ο κίνδυνος, εκάστοτε πολιτικές επιλογές (και, ως εκ τούτου, ιδεολογικές συνάμα..) να διαμορφώνονται από πρόσωπα και επιχειρηματικούς παράγοντες που επιθυμούν να παραμένουν μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας και της ειδησεογραφίας - με φωτεινή εξαίρεση φυσικά τον Ίλον Μασκ. Αυτή η σημαντική «μεταβλητή» χρειάζεται μεγάλη προσοχή ως προς την πρόβλεψη και την εν γένει διαχείρισή της, ειδικά όταν πρέπει να εκφράσουμε μία εκτίμηση που να βασίζεται σε απτά στοιχεία και ουσιώδεις, βάσιμες ενδείξεις.
Κατά συνέπεια, όσον αφορά με ποιον τρόπο πιθανόν ο Αμερικανολιβανέζος ειδικός σύμβουλος του Αμερικανού προέδρου θα είναι σε θέση να επηρεάσει την παρούσα ζοφερή κατάσταση που αντιμετωπίζει ο Λίβανος, θα χρειαστεί να εξεταστεί πολύ προσεκτικά και με μεγάλη ψυχραιμία ποια είναι η προσωπικότητα του Μασάντ Μπούλος, τι επιδιώκει και -κυρίως- εάν η λιβανική του καταγωγή θα υπερκαλύψει τινι τρόπω την ιδιότητα και την νοοτροπία του «πολίτη των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής». Αρκεί να θυμηθούμε όταν Ελληνοαμερικανοί είχαν βρεθεί κατά το παρελθόν σε αντίστοιχης βαρύτητας «θέσεις-κλειδιά». Τα συμπεράσματα από εκείνες τις περιπτώσεις, παραμένουν μέχρι και σήμερα, εν πολλοίς αμφιλεγόμενα. Προτείνω, λοιπόν, να έχουμε υπ’ όψιν μας το δεδομένο της λιβανικής καταγωγής του Μασάντ Μπούλος, αλλά παράλληλα, να μην θεωρούμε ότι οι ΗΠΑ θα καταστούν «πιο λιβανικές» από τον ίδιο τον Λίβανο.
* Η επόμενη συνέντευξη του κ. Χαρίτου με επίκεντρο το Ιράν θα βρίσκεται στον «αέρα» του Liberal στις 5 Ιανουαρίου.