Στην πολυαναμενόμενη έκθεσή του για την ανταγωνιστικότητα ο Μάριο Ντράγκι προειδοποιεί πως η ΕΕ έχει μείνει αρκετά πίσω από τους ανταγωνιστές της. Ο Ντράγκι πρότεινε μεταξύ άλλων την ανάληψη περισσότερου κοινού χρέους με σκοπό την τόνωση των ιδιωτικών επενδύσεων, επισημαίνοντας δε πως η Ένωση χρειάζεται ετήσιες επενδύσεις ύψους 750-800 δισεκατομμυρίων ευρώ.
«Μπορεί να φανταστεί κανείς την ΕΕ ως έναν πραγματικά άρρωστο ασθενή που πηγαίνει στον γιατρό, παρ' ότι γνωρίζει ήδη τη διάγνωση που θα λάβει», σχολιάζει η Süddeutsche Zeitung, σύμφωνα με την αποδελτίωση του γερμανικού Τύπου από την Deutsche Welle.
«Πηγαίνει στο ιατρείο για να τα ακούσει μία ακόμα φορά από τον ειδικό, ο οποίος δεν εξωραΐζει ποτέ την κατάσταση, ούτε και δημιουργεί φρούδες ελπίδες. Ο Μάριο Ντράγκι είναι ο πλέον κατάλληλος άνθρωπος γι' αυτήν τη δουλειά. Παρουσίασε στα κράτη-μέλη μία αδίστακτη ανάλυση: πολύ μικρή ανάπτυξη, ελάχιστες καινοτομίες, μία διάχυτη και κατακερματισμένη σε εθνικό επίπεδο βιομηχανική πολιτική, υπερβολική γραφειοκρατία», αναφέρει.
Την ίδια στιγμή ωστόσο «ο Ντράγκι συμβουλεύει τα κράτη-μέλη και την Κομισιόν πως οι στόχοι θα πρέπει να καθοριστούν ακριβέστερα και να υπάρχει καλύτερος συντονισμός, πως ορισμένοι κλάδοι θα πρέπει να ενισχυθούν και πως η Ένωση θα πρέπει να συσπειρωθεί πίσω από μία κοινή στρατηγική στη βιομηχανική πολιτική – και να προβεί σε επενδύσεις σε στρατηγικά σημαντικούς τομείς μέσω και της μεγαλύτερης ανάληψης κοινού χρέους. Και οι συμβουλές αυτές ακούγονται ουτοπικές.
[…] Από την άλλη βέβαια, δεν ήταν και η ίδια η ΕΕ στην αρχή ένα ουτοπικό εγχείρημα; Τα επόμενα χρόνια θα δούμε κατά πόσο ισχύει ο παλιός κανόνας, πως η ΕΕ προοδεύει ιδίως σε περιόδους κρίσεων. Η διάγνωση του Ντράγκι πονάει, αλλά υπάρχουν ακόμη αρκετές επιλογές θεραπείας», καταλήγει η SZ.
«Αυτή η ανάλυση δεν είναι κάτι καινούργιο, αν και είναι απολύτως ορθή», παρατηρεί από την πλευρά της η Frankfurter Allgemeine Zeitung. «Αλλά απευθύνεται σε μία ΕΕ που δεν θέλει να την ακούσει. […] Επιπλέον, όσο εύστοχη και αν είναι η ανάλυση του Ντράγκι, τόσο ευάλωτες είναι και οι βελτιωτικές του προτάσεις – που επίσης δεν είναι κάτι το καινούργιο. […] Η κριτική του Ντράγκι στην πολιτική επενδύσεων ορισμένων κρατών-μελών είναι δικαιολογημένη.
Οι επενδύσεις αυτές όμως δεν γίνονται πιο λογικές με το να τις χορηγεί η ΕΕ στο όνομα ενός κάποιου ευρωπαϊκού συμφέροντος. Και η "ολοκλήρωση" της ένωσης κεφαλαιαγορών που ζητάει ο Ντράγκι, που θα διευκολύνει τη χρηματοδότηση των έργων της ΕΕ από ιδιώτες επενδυτές, παραμένει προς το παρόν μία ψευδαίσθηση».
Το πρόβλημα δεν είναι τα λεφτά
Όσον αφορά την ανάγκη ετήσιων επενδύσεων ύψους έως και 800 δισεκατομμυρίων ευρώ, η tagesschau διερωτάται: «Υπάρχει πουθενά γραμμένο πως αυτός ο αριθμός βοηθάει στα πάντα, σαν ενός είδους αντιβίωση για την οικονομία;
Γιατί ακριβώς εξίσου μεγάλο είναι και το Ταμείο Ανάκαμψης για τον κορονοϊό, για το οποίο βγήκε μόλις μία καταστροφική έκθεση από το Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο. Τα κονδύλια δεν δαπανώνται, η διαδικασία υποβολής αιτήσεων είναι υπερβολικά περίπλοκη, τα έργα σπανίως είναι ρεαλιστικά. Γιατί να είναι διαφορετικά τα πράγματα με το Ταμείο του Ντράγκι;
[…] Η Ευρώπη έχει πρόβλημα νοοτροπίας, […] αντιμετωπίζοντας τις αλλαγές ως βάρος και όχι ως ευκαιρίες. […] Ο Ντράγκι ως πρώην επικεφαλής της ΕΚΤ και η φον ντερ Λάιεν ως πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής είχαν σημαντική επιρροή στην Ευρώπη επί σειρά ετών. Επομένως, είναι αμφότεροι συνυπεύθυνοι για την έκθεση με τα προβλήματα της Ένωσης. Αλλά αυτοί που είναι πραγματικά υπεύθυνοι κάθονται στις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες και θέλουν να βλέπουν την ήπειρο να συνεχίζει έτσι όπως ήταν πάντα».