Η ρωγμή προηγείται της απάλυνσης του τραύματος, η επίσημη κήρυξη ίδρυσης ενός κράτους έρχεται να λυτρώσει εάν αφορά έναν διωκόμενο λαό. Για τους Εβραίους η ανακήρυξη δικού τους κράτους, στις 14 Μαΐου 1948, ήταν κάτι σαν λύτρωση, αν μάλιστα αναλογιστούμε όσα είχαν υποστεί κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.
«Το 1948 είναι πολύ στενά συνδεδεμένο με το 1945. Αυτό σημαίνει ότι από τη μία πλευρά έχουμε το τέλος του εβραϊσμού στην ευρωπαϊκή ήπειρο που σηματοδοτείται χρονικά το 1945 και τρία χρόνια αργότερα ακολουθεί η ίδρυση του κράτους του Ισραήλ, που σηματοδοτεί κατά μία έννοια τη λύτρωση αυτού του αφανισμού» όπως είχε σημειώσει στην DW o Ισραηλινός κοινωνιολόγος Νατάν Σνάιντερ. Για να συμπληρώσει: «Πρόκειται νομίζω για ένα αφήγημα, όχι μόνο επίσημο, αλλά το συμμερίζονται οι περισσότεροι Ισραηλινοί. Άρα η ίδρυση του κράτους είναι μια σχεδόν θεολογική πράξη απελευθέρωσης».
Τα λεγόμενα του Σνάιντερ ανακαλούνται με αφορμή τη συμπλήρωση 76 χρόνων (επίσημης) «ζωής» του κράτους του Ισραήλ. Από κοινού με τη συμπλήρωση αυτή, επανέρχονται στη θύμηση εικόνες από όσα είχαν υποστεί οι Εβραίοι κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, όπως και της επίθεσης των τρομοκρατών της Χαμάς την 7η Οκτωβρίου 2023 στο νότιο Ισραήλ. «Μία σφαγή που είχε ως αποτέλεσμα να δολοφονηθούν αδίστακτα από τους τρομοκράτες της Χαμάς πάνω από 1.200 άτομα και πάνω από 240 άτομα να απαχθούν ως όμηροι. […] Ένας αμυντικός πόλεμος μας επιβλήθηκε, που στόχο έχει να απομακρύνουμε την απειλή μιας ριζοσπαστικής, εξτρεμιστικής, γενοκτονικής τρομοκρατικής οργάνωσης που κατέλαβε τη Γάζα και είναι αποφασισμένη να καταστρέψει το Ισραήλ και το λαό του», όπως είχε πει – μεταξύ άλλων – ο πρέσβης του Ισραήλ, Νόαμ Κατς, το Φεβρουάριο 2024 πριν από την προβολή του ντοκιμαντέρ «Supernova» (2023, 52’) του Ντούκι Ντρορ (γενν. 1963).
Μέσω της τέχνης φρικιαστικά γεγονότα μετουσιώνονται σε δημιουργήματα που προκαλούν δέος, διατηρούν ζωντανή τη μνήμη ακόμη κι αν αυτή είναι δυσάρεστα φορτισμένη καθώς τα γεγονότα δεν πρέπει να λησμονηθούν. Η μνήμη επίκειται για να μην κυριαρχήσει η λήθη ή η διαστρέβλωση των γεγονότων. Κι εάν η Ιστορία ενός κράτους παρομοιάζεται με βιβλίο, σε αυτό το βιβλίο υπάρχουν ποικίλες σελίδες: καθαρές, σκισμένες, άλλες ματωμένες. Το σκληρόδετο εξώφυλλο και οπισθόφυλλο όμοια μίας αγκαλιάς μιας και υπό την ονομασία, υπό την ομπρέλα ενός κράτους, οι πολίτες συναισθάνονται ασφάλεια και μεταξύ τους ενωμένοι. Σαν η ίδρυση έρχεται έπειτα από εφιαλτικά γεγονότα, η κομβική στιγμή δημιουργεί εύθυμα συναισθήματα.
Τη στιγμή της κήρυξης του κράτους του Ισραήλ έπειτα από την απόφαση 181 της Γενικής Συνέλευσης των Ηνωμένων Εθνών, έχει αποτυπώσει η Τέχνη, μεταξύ άλλων εκείνη των γραμμάτων. Παραθέτω απόσπασμα από το μυθιστόρημα «Ιστορία αγάπης και σκότους» (εκδ. «Καστανιώτης») του Ισραηλινού συγγραφέα Άμος Οζ (γενν. 1939):
Πηγή φωτ.: Εκδόσεις Καστανιώτης/ kastaniotis.com
«Τα μεσάνυχτα, λίγο πριν τελειώσει η ψηφοφορία, ξύπνησα […] Σαν μέσα σε ένα εφιαλτικό όνειρο στέκονταν στριμωγμένες, σιωπηλές και ακίνητες, κάτω από το φως των φαναριών του δρόμου, στην αυλή μας, και στις γειτονικές αυλές, στα πεζοδρόμια, στο δρόμο, άπειρες στητές σκιές, σαν μια πελώρια συγκέντρωση από ασάλευτα φαντάσματα μέσα σε εκείνο το χλομό φως, πάνω σε όλα τα μπαλκόνια, εκατοντάδες άνδρες και γυναίκες και ούτε το παραμικρό θρόισμα, γείτονες και γνωστοί και ξένοι, άλλοι με τις πιτζάμες, άλλοι με σακάκια και γραβάτες, εδώ και εκεί μερικοί άνδρες με ρεπούμπλικες ή κασκέτα.
Γυναίκες με ακάλυπτα κεφάλια και άλλες με ρόμπες και κεφαλομάντιλα, στους ώμους πολλών ήταν καβάλα κοιμισμένα παιδιά, που πάλι, κάπου στο βάθος του πλήθους μια γριά καθισμένη σε ένα σκαμνάκι ή ένας υπερήλικος που τον είχαν κουβαλήσει έξω στο δρόμο με την καρέκλα του. Όλη αυτή η κοσμοσυρροή λες και είχε πετρώσει εκεί, μέσα στην τρομακτική νυχτερινή σιωπή, σαν να μην ήταν αληθινοί άνθρωποι, αλλά εκατοντάδες σκούρες σιλουέτες ζωγραφισμένες πάνω στον καμβά του σκοταδιού που τρεμόσβηνε. Σαν να είχαν όλοι πεθάνει όρθιοι. Ούτε λαλιά ούτε βήχας μια πατημασιά. Κουνούπι δεν βούιζε εκεί.
Μόνο η βαθιά και τραχιά φωνή του Αμερικανού εκφωνητή που ξεσπούσε από το ραδιόφωνο στη διαπασών και τραντάζει το νυχτερινό αέρα, ίσως να ήταν η φωνή του Οσβάλντο Αράνια από τη Βραζιλία, του προέδρου της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ. Το ένα μετά το άλλο, διάβαζε τα ονόματα των τελευταίων κρατών στη λίστα, σύμφωνα με την αγγλική αλφάβητο, κι αμέσως επανερχόταν και βροντοφώναζε στο μικρόφωνο τις απαντήσεις των εκπροσώπων τους. Γιουνάιτεντ Κίνγκντομ: άμπστενς. Γιούνιον οφ Σόβιετ Σοσιαλίστ Ρεπάμπλικς: γιες. Γιουνάιτεντ Στέιτς: γιες. Ουρουγουάη: ναι. Βενετσουέλα: ναι. Υεμένη: όχι. Γιουγκοσλαβία: απέχει.
Ύστερα η φωνή κόπηκε μεμιάς. Και ξαφνικά μια σιωπή από άλλους κόσμους κατέβηκε και πάγωσε όλο το θέαμα, μια σιωπή τρομαχτική, καταστροφική, μια σιωπή άπειρων ανθρώπων με κομμένη την ανάσα, που σαν αυτή δεν άκουσα ποτέ στη ζωή μου, ούτε πριν από εκείνη τη νύχτα ούτε μετά.
Ώσπου η παχιά φωνή, η λίγο βραχνή, ξανάρχισε να τραντάζει τον αέρα μέσα από το ραδιόφωνο και να συνοψίζει με μια τραχιά, στεγνή όμως γεμάτη ευθυμία: τριάντα τρεις υπέρ. Δεκατρείς κατά. Δέκα αποχές και μια χώρα απούσα από την ψηφοφορία. Η πρόταση εγκρίνεται.
Και με τα λόγια αυτά, η φωνή του απορροφήθηκε από ένα βρυχηθμό που ξέσπασε μέσα από το ραδιόφωνο, ξεχείλισε και ξεχύθηκε από τους εξώστες της αίθουσας του Λέικ Σαξές που ξεσάλωναν από χαρά, και έπειτα από δυο τρία ακόμα δευτερόλεπτα σαστιμάρας, μισάνοιχτων σαν από δίψα χειλιών και ορθάνοιχτων ματιών, στον απόμακρο δρόμο μας στις παρυφές της συνοικίας Κέρεμ Αβραάμ στη βόρεια Ιερουσαλήμ, ξέσπασε μεμιάς η πρώτη τρομερή κραυγή, που έσκισε το σκοτάδι και τα κτίρια και τα δένδρα, και διαπέρασε τον εαυτό της, μια κραυγή που δεν ήταν χαράς, που δεν έμοιαζε καθόλου με τις φωνές του πλήθους στα γήπεδα, δεν έμοιαζε με κανένα ξέσπασμα συνεπαρμένου όχλου, ήταν μάλλον σαν ένα ουρλιαχτό φρίκης και τρόμου, μια κραυγή καταστροφής, ένα ξεφωνητό που τράνταζε τις πέτρες, που πάγωνε το αίμα, λες και σε όλους τους νεκρούς εκείνους που είχαν σκοτωθεί και εκείνους που θα σκοτώνονταν στο μέλλον είχε παραχωρηθεί εκείνη τη στιγμή ένα βάθρο κραυγής, που αμέσως παρακάμφθηκε, και ήδη μέσα σε μια στιγμή αντικατέστησαν την πρώτη κραυγή φρίκης και καταστροφής άπειρες κραυγές χαράς και ένα μείγμα γιορταστικών αλαλαγμών και ''ο λαός του Ισραήλ ζει!'' και κάποιος προσπάθησε μάταια να αρχίσει να τραγουδάει τον εθνικό ύμνο και γυναικείες στριγκλιές και χειροκροτήματα και ''εδώ στην ποθητή των πατέρων μας γη'', και όλο το πλήθος άρχισε να κινείται σιγά σιγά γύρω από τον εαυτό του λες και ανακατευόταν ολόκληρο σε μια τεράστια μπετονιέρα και δεν υπήρχαν πια όρια ανάμεσα στο απαγορεύεται και το επιτρέπεται.
Έτσι και εγώ πήδηξα μέσα στο παντελόνι μου αγνοώντας την μπλούζα και το πουλόβερ και εκτοξεύτηκα με ένα άλμα έξω από την πόρτα μας, ενώ τα χέρια κάποιου γείτονα ή ξένου με σήκωναν για να μη με ποδοπατήσουν και με μετέφεραν παραπέρα, πετώντας με από χέρι σε χέρι, μέχρι που προσγειώθηκα στους ώμους του πατέρα μου δίπλα στην πόρτα της αυλής μας: ο πατέρας μου και η μητέρα μου στέκονταν εκεί αγκαλιασμένοι και κρατώντας σφιχτά ο ένας τον άλλον σαν δυο παιδιά χαμένα στο δάσος, όπως δεν τους είχα δει ποτέ πριν από κείνη τη νύχτα ούτε θα τους έβλεπα μετά, και εγώ βρέθηκα για μια στιγμή ανάμεσά τους στη μέση της αγκαλιάς τους και ύστερα από μια στιγμή βρέθηκα πάλι στους ώμους του μπαμπά και εκείνος, ο τόσο ευγενικός και μορφωμένος, στεκόταν εκεί και φώναζε με όλη του τη δύναμη, όχι λέξεις ούτε λογοπαίγνια, όχι σιωνιστικά συνθήματα, ούτε κραυγές χαράς, αλλά ένα ουρλιαχτό μακρόσυρτο, γυμνό, όπως πριν εφεύρουν τις λέξεις».
Οι νέες λέξεις ήταν ότι η ίδρυση του κράτους του Ισραήλ έγινε πραγματικότητα. Κι οι μεγάλες σε έκταση προτάσεις του Άμος Οζ, αποτυπώνουν την αγωνία ενός λαού να αποκτήσει και επίσημα σπίτι.
Κεντρική φωτ.: Ο Ισραηλινός συγγραφέας Άμος Οζ στην οικία του στο Τελ Αβίβ, τον Νοέμβριο του 2015. Πηγή: AP Photo/Dan Balilty