Σημαντική αύξηση σημείωσε το λιανεμπόριο τροφίμων κατά το πρώτο εξάμηνο του 2024, με τις πωλήσεις να παρουσιάζουν ανοδική πορεία παρά τις πιέσεις στην οικονομία και το αυξημένο κόστος ζωής.
Η ζήτηση για τρόφιμα παραμένει σταθερά υψηλή, γεγονός που αντανακλά τόσο την προσαρμογή των καταναλωτικών συνηθειών, όσο και τις προσπάθειες των σούπερ μάρκετ να συγκρατήσουν τις τιμές.
Ωστόσο, οι αυξημένες τιμές των πρώτων υλών, των καυσίμων και των ενεργειακών πόρων, καθιστούν δύσκολο για τις μεγάλες αλυσίδες σούπερ μάρκετ να ανταποκριθούν χωρίς να επηρεάσουν τους καταναλωτές, οι οποίες έχουν ως όπλα τους τις προσφορές και τα προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας.
Πού οφείλεται η αύξηση του λιανεμπορίου τροφίμων
Το α’ εξάμηνο του 2024, το λιανεμπόριο τροφίμων γνώρισε άνοδο, κυρίως λόγω της σταθερής ζήτησης για τα βασικά είδη διατροφής, όπως γαλακτοκομικά, κρέας, και ψωμί. Οι καταναλωτές, σε περιόδους οικονομικής αβεβαιότητας, τείνουν να μειώνουν τις αγορές πολυτελών προϊόντων αλλά συνεχίζουν να επενδύουν στα απαραίτητα.
Η αύξηση των πωλήσεων οφείλεται, επίσης, στη στρατηγική επανατοποθέτηση των επιχειρήσεων στο ηλεκτρονικό εμπόριο, το οποίο συνεχίζει να κερδίζει έδαφος και στην ελληνική αγορά τροφίμων.
Παράλληλα, οι τιμές των προϊόντων αυξάνονται λόγω των συνεχών πληθωριστικών πιέσεων και της αύξησης των λειτουργικών εξόδων. Οι μεγάλες αλυσίδες σούπερ-μάρκετ καλούνται να βρουν λύσεις για να διατηρήσουν την αγοραστική δύναμη των καταναλωτών τους, ενώ παράλληλα πρέπει να εξασφαλίσουν την κερδοφορία τους.
Προσπάθειες συγκράτησης των τιμών
Μια σειρά από στρατηγικές έχει αναπτύξει ο κλάδος των σούπερ-μάρκετ με κύριο άξονα τη συγκράτηση των τιμών και την αντιμετώπιση των πληθωριστικών πιέσεων, με σκοπό να διατηρήσουν τη ζήτηση των προϊόντων τους σε προσιτά επίπεδα για τους καταναλωτές.
Συγκεκριμένα, οι μεγάλες αλυσίδες έχουν προχωρήσει σε διαπραγματεύσεις με τους προμηθευτές τους, με στόχο να εξασφαλίσουν καλύτερες τιμές για προϊόντα που αγοράζουν σε μεγάλες ποσότητες. Με αυτόν τον τρόπο, μειώνουν το κόστος από την πλευρά τους και αποφεύγουν να μεταφέρουν την αύξηση των τιμών στους καταναλωτές.
Επίσης, αυξάνουν τις προσφορές και τις εκπτώσεις σε βασικά προϊόντα, προωθώντας πακέτα προσφορών, εκπτώσεις σε προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας, και προγράμματα επιβράβευσης πελατών, προκειμένου να προσελκύσουν περισσότερο κόσμο και να ενισχύσουν την καταναλωτική πίστη.
Όσον αφορά τα προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας προσφέρουν στους καταναλωτές την ευκαιρία να αγοράζουν αγαθά σε πιο προσιτές τιμές, καθώς οι αλυσίδες σούπερ-μάρκετ έχουν περισσότερο έλεγχο στο κόστος και τη διανομή τους.
Νέα μοντέλα διαχείρισης κόστους
Επιπλέον, οι μεγάλες επιχειρήσεις λιανικής στρέφονται σε λύσεις που περιορίζουν το κόστος διαχείρισης, με τις βασικές αλλαγές να γίνονται στη διαχείριση των αποθεμάτων, με στόχο τη μείωση των απωλειών και την αύξηση της αποδοτικότητας στις αλυσίδες εφοδιασμού.
Η αυτοματοποίηση των διαδικασιών αποθήκευσης, η χρήση τεχνολογιών όπως οι αλγόριθμοι πρόβλεψης ζήτησης, και η βελτιστοποίηση της αλυσίδας διανομής, επιτρέπουν στις επιχειρήσεις να μειώσουν τα λειτουργικά κόστη.
Επιπλέον, ορισμένες αλυσίδες σούπερ-μάρκετ προχωρούν σε συνεργασίες με τοπικούς παραγωγούς, γεγονός που επιτρέπει τη μείωση του κόστους μεταφορών και διανομής.
Με την απευθείας συνεργασία με αγρότες και μικρούς παραγωγούς, εξασφαλίζουν καλύτερες τιμές για τα φρέσκα προϊόντα, τα οποία συνήθως επηρεάζονται περισσότερο από τις αυξήσεις στο κόστος των μεταφορών και της ενέργειας.
Όσον αφορά τους καταναλωτές, παρά την αύξηση των τιμών, εξακολουθούν να δείχνουν μεγάλη εμπιστοσύνη στις μεγάλες αλυσίδες σούπερ-μάρκετ, κυρίως λόγω των προσφορών και των προγραμμάτων επιβράβευσης.