Ενώ το 2024 οι οικονομολόγοι είχαν εκτιμήσει ότι η παγκόσμια ανάπτυξη θα ήταν «ομοιόμορφα εύθραυστη», οι ανεπτυγμένες οικονομίες ακολούθησαν αποκλίνουσες τροχιές.
Στις ΗΠΑ, η οικονομική ισχύς αψήφισε τις προσδοκίες, καθοδηγούμενη από τη δύναμη του καταναλωτή των ΗΠΑ. Αυτή η δυναμική συνέβαλε σε βραδύτερο από τον αναμενόμενο αποπληθωρισμό, οδηγώντας τη Fed σε μέτριες μειώσεις επιτοκίων σε σύγκριση με άλλες προηγμένες οικονομίες.
Αντίθετα, στην Ευρώπη, μετά από μια μικρή ανάκαμψη στις αρχές του έτους, η Ευρωζώνη σημείωσε τελικά μέτρια και ετερογενή ανάπτυξη.
Οι οικονομίες του Νότου επωφελήθηκαν από τα ευρωπαϊκά πακέτα τόνωσης και την ανάκαμψη του τουρισμού, ενώ οι βόρειες οικονομίες, ιδιαίτερα η Γερμανία, επηρεάστηκαν από την εξάρτησή τους από τις μεταποιητικές και εμπορικές σχέσεις με την Κίνα.
Στις αναδυόμενες χώρες, οι καταστάσεις ήταν ποικίλες, αλλά η συνολική βιομηχανική μετεγκατάσταση και η έναρξη ενός κύκλου νομισματικής χαλάρωσης τροφοδότησε την ανάπτυξη, ειδικά στην Ασία.
Η Κίνα παραμένει μια αξιοσημείωτη εξαίρεση, καθώς συνέχισε να αντιμετωπίζει τις επιπτώσεις από την κρίση ακινήτων και την πτώση της εγχώριας κατανάλωσης. Ωστόσο, τα νέα σχέδια τόνωσης που ανακοινώθηκαν τόσο στα τέλη του 2024 όσο και τη δεύτερη μέρα του 2025 από το Πεκίνο, θα μπορούσαν να δώσουν ικανοποιητική ώθηση στην κινεζική οικονομία για τα επόμενα τρίμηνα.
Η στρατηγική για το 2025
Οι πρώτες συγκεκριμένες επιπτώσεις των εκλογών του 2024 θα φανούν και θα «ζυγιστούν» εντός του 2025, ιδιαίτερα στις ΗΠΑ, όπου η επανεκτίμηση των οικονομικών προτεραιοτήτων θα μπορούσε να ωφελήσει εκ νέου τις εγχώριες μετοχές.
Στην Ευρώπη, η δημοσιονομική εξυγίανση μπορεί να περιορίσει την ανάπτυξη και να καταστήσει το περιβάλλον πιο δύσκολο για τα ευρωπαϊκά περιουσιακά στοιχεία.
Όσον αφορά τις αναδυόμενες αγορές, θα πρέπει να συνεχίσουν να προσαρμόζουν τις στρατηγικές τους, ιδιαίτερα μέσω νέων εμπορικών συμμαχιών, ενώ στην Κίνα οι προσπάθειες για δημοσιονομική τόνωση θα αποτελέσουν το βασικό επίκεντρο της προσοχής των επενδυτών.
Το 2025 φαίνεται να είναι μια χρονιά προκλήσεων, με τους επενδυτές να καλούνται να δείξουν μεγάλη προσαρμοστικότητα προκειμένου να διαχειριστούν την αυξημένη αστάθεια και την πλοήγηση σε κατακερματισμένα περιβάλλοντα πολιτικής και νομισματικής πολιτικής.
Η επενδυτική στρατηγική φέτος απαιτεί:
- μεγάλη διαφοροποίηση τόσο γεωγραφικά όσο και ανά τομέα,
- μια ακόμα πιο επιλεκτική προσέγγιση για τις μετοχές και τα ομόλογα, με τις μετοχές των ΗΠΑ να κατέχουν τη μεγαλύτερη στάθμιση σε ένα χαρτοφυλάκιο και την σαφή προτίμηση στα μεσοβραχυπρόθεσμα ομόλογα,
- την έγκαιρη εναλλαγή κλάδων με κύρια επικέντρωση στους κλάδους της ΑΙ και του Εξηλεκτρισμού, ενώ σαφώς παραμένει κανείς επενδεδυμένος στον τομέα της Άμυνας και της Αεροδιαστημικής και της Φαρμακευτικής/Βιοτεχνολογίας.
- παρουσία περουσιακών στοιχείων διαφοροποίησης, όπως για παράδειγμα τα εμπορεύματα.
Η στήλη τα τελευταία χρόνια είναι πιστή στον καφέ και το κακάο, τον χρυσό και το ασήμι, ενώ φέτος με ιδιαίτερο ενδιαφέρον προσεγγίζουμε το ουράνιο.
Ο χρυσός παραμένει ένα διαφοροποιούμενο περιουσιακό στοιχείο, η τιμή του οποίου συνεχίζει να υποστηρίζεται από την αυξανόμενη ζήτηση από τις Κεντρικές Τράπεζες των αναδυόμενων αγορών και όχι μόνο, ενώ το δολάριο συνεχίζει να λειτουργεί ως αντιστάθμιση έναντι εναλλακτικών σεναρίων και πιθανής αστάθειας.
Οι κίνδυνοι απαιτούν ευελιξία αλλά δεν αναιρούν τις δυνατότητες απόδοσης
Η πρώτη συμβουλή για το 2025 είναι ότι οι επενδυτές θα πρέπει να είναι ευέλικτοι απέναντι σε επεισόδια αστάθειας που είναι πιθανό να πολλαπλασιαστούν και να ενταθούν. Βλέπουμε μια σειρά από παράγοντες που συμβάλλουν σε αυτήν την άποψη:
Αβεβαιότητα σχετικά με την εμπορική πολιτική των ΗΠΑ
Στο τέλος της ημέρας, αυτή η αβεβαιότητα μπορεί να επηρεάσει την τροχιά και της αμερικανικής οικονομίας.
Ενώ η συναίνεση προσαρμόστηκε γρήγορα για να προβλέψει μια ισχυρή οικονομία των ΗΠΑ το 2024, για το 2025 οι γνώμες παραμένουν διχασμένες.
Παρά το γεγονός ότι παραμένει ως βασικό σενάριο η ήπια προσγείωση της οικονομικής δραστηριότητας των ΗΠΑ, εντούτοις οι συχνές εναλλαγές πολιτικής μεταξύ της σταθερής ανάπτυξης και της επιβράδυνσης θα μπορούσαν να αυξήσουν τη νευρικότητα των επενδυτών.
Ο σημαντικότερος κίνδυνος που τονίζεται στην πρόσφατη έκθεση του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου -ΔΝΤ- είναι ότι μια καθολική αύξηση των δασμών οδηγεί σε μεγαλύτερο πληθωρισμό, με μικρές μόνο επιπτώσεις στο εμπορικό ισοζύγιο.
Αν έχουμε πράγματι αυτή την εξέλιξη, τότε τα πλεονεκτήματα της κυβέρνησης Τραμπ -φιλική προς τις επιχειρήσεις, φιλική προς τις συγχωνεύσεις και εξαγορές και προσανατολισμένη στις φορολογικές ελαφρύνσεις και την απορρύθμιση- μπορεί να αναιρεθούν πλήρως από τους δασμούς, με αποτέλεσμα να πληγεί ο ρυθμός ανάπτυξης.
- Ασύγχρονη νομισματική πολιτική
Οι δασμοί των ΗΠΑ ανακατευθύνουν την αμερικανική ζήτηση μακριά από αγαθά που παράγονται στην Ευρωζώνη ή την Κίνα, μειώνοντας στη συνέχεια τον πληθωρισμό σε αυτές τις περιοχές, οδηγώντας όμως σε σημαντική ανατίμηση του δολαρίου, καθιστώντας τις εισαγωγές πιο δαπανηρές για τους παγκόσμιους καταναλωτές.
Υπάρχει όμως και συνέχεια. Μέχρι το 2026 αναμένεται να τεθούν σε ισχύ αντίποινα, γεγονός που θα ανεβάσει περαιτέρω τις τιμές καταναλωτή και για τις ΗΠΑ.
Όμως, ο υψηλότερος πληθωρισμός, τα υψηλότερα επιτόκια και το ισχυρότερο δολάριο θα μπορούσαν επίσης να επηρεάσουν αρνητικά τα νομίσματα των αναδυόμενων αγορών. Εάν αυτές οι τάσεις είναι παρατεταμένες ή υπερμεγέθεις, οι κεντρικές τράπεζες του αναδυόμενου κόσμου μπορεί να πιεστούν να σταθεροποιήσουν τα νομίσματά τους μέσω λιγότερων περικοπών ή ακόμα και αυξήσεων επιτοκίων.
Την ίδια στιγμή, η ισχύς της οικονομίας των ΗΠΑ σε σχέση με τη ζώνη του ευρώ και η ατζέντα των φορολογικών περικοπών και των δασμών του Ντόναλντ Τραμπ θα μπορούσε πράγματι να επιβραδύνει τον ρυθμό των περικοπών των επιτοκίων στις ΗΠΑ.
Γι’αυτό οι περισσότεροι αναλυτές αναμένουν μέτριες μειώσεις επιτοκίων στις ΗΠΑ και επιθετικές μειώσεις στη ζώνη του ευρώ. Αυτή η απόκλιση είναι πιθανό να οδηγήσει σε σημαντικές διαφορές στην απόδοση μεταξύ γεωγραφικών περιοχών.
Ωστόσο, συμφωνούμε με την ανάλυση της Credit Agricole ότι ο τρέχων παγκόσμιος κύκλος νομισματικής χαλάρωσης δημιουργεί ευνοϊκές συνθήκες για ορισμένα τμήματα της αγοράς, όπως τα εισηγμένα ακίνητα στην Ευρώπη και η μικρή και μεσαία κεφαλαιοποίηση των ΗΠΑ.
Βλέπετε, όσο και να καθυστερήσουν οι μειώσεις επιτοκίων στις ΗΠΑ, πιθανότατα δεν θα σταματήσουν. Ο κύκλος χαλάρωσης ακόμα και με έναν βραδύτερο ρυθμό, έχει ακόμα μέλλον και οι αναλυτές ήδη βάζουν τα πρώτα στοιχήματα για το ποιο θα είναι το τερματικό επιτόκιο αυτού του κύκλου.
Οι περισσότεροι συγκλίνουν σε ένα ουδέτερο επιτόκιο πέριξ του 1,5%. Δεδομένου ότι η Fed συνεχίζει να στοχεύει σε ποσοστό πληθωρισμού 2%, αυτό συνεπάγεται ένα τελικό επιτόκιο 3,5%, το οποίο δεν θα ήταν ούτε διευκολυντικό, ούτε περιοριστικό.
Ο κίνδυνος που θα μπορούσε να κλονίσει το παραπάνω βασικό σενάριο είναι ο εξής:
η Fed σε μια προσπάθεια να συνεχίσει την καταπολέμηση του πληθωρισμού στην περίπτωση που αυτός τροφοδοτηθεί από μια εξαιρετικά επιθετική εμπορική τακτική του Τραμπ, να κάνει λάθος πολιτική, αρνούμενη να μειώσει τα επιτόκια και δίνοντας λιγότερη προσοχή στην άλλη προτεραιότητα της, ήτοι την ανάπτυξη θέσεων εργασίας, με αποτέλεσμα την επιδείνωση τους.
- Γεωπολιτικοί παράγοντες
Η πανταχού παρουσία των γεωπολιτικών εντάσεων καθιστά το επενδυτικό τοπίο πιο αβέβαιο με δυνητικά περισσότερες περιόδους αστάθειας.
Η σύγκρουση στην Ουκρανία και οι επιχειρήσεις στη Μέση Ανατολή αναμένεται να επεκταθούν το 2025, καθώς μπαίνουμε στην τελευταία ευθεία.
Ωστόσο, ο αντίκτυπος στις παγκόσμιες τιμές του πετρελαίου, οι οποίες συχνά είναι ο αποδιοπομπαίος τράγος της γεωπολιτικής, μπορεί να μετριαστεί από μια δομική αλλαγή στη ζήτηση ενέργειας, καθώς η υιοθέτηση ηλεκτρικών οχημάτων περιορίζει την κατανάλωση και μια δομική αλλαγή στην προσφορά, καθώς η παραγωγή σχιστολιθικού πετρελαίου στις ΗΠΑ αναμένεται να ενθαρρυνθεί υπό την προεδρία του Ντόναλτ Τραμπ.
Επιπλέον, το γεωπολιτικό υπόβαθρο και η αύξηση του προστατευτισμού θα μπορούσαν να ωφελήσουν συγκεκριμένα τμήματα της αγοράς, όπως οι μετοχές της Άμυνας/Αεροδιαστημικής και των ημιαγωγών.
- Δημογραφικοί παράγοντες και κλιματική αλλαγή
Oι δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι παγκόσμιοι φορείς λήψης αποφάσεων στη διαμόρφωση μιας ενιαίας οικονομικής πολιτικής για τον κόσμο είναι ανάλογες με αυτό που διακυβεύεται. Η απότομη επιβράδυνση των γεννήσεων για τον δυτικό και όχι μόνο κόσμο και η κλιματική αλλαγή χρειάζονται τολμηρές και συντονισμένες πολιτικές απαντήσεις, οι οποίες όμως έχουν κόστος και σε επίπεδο ψήφων.
Ο κόσμος φαίνεται σίγουρα διχασμένος για πολλά ζητήματα, αλλά αν αφαιρέσουμε τον θόρυβο και εστιάσουμε στην ουσία, τα τρία μεγάλα νομισματικά μπλοκ που αντιπροσωπεύουν οι Ηνωμένες Πολιτείες, η Κίνα και η Ευρωζώνη στοχεύουν σε γενικές γραμμές στην ίδια απάντηση, αν και με διαφορετικές εντάσεις.
Κοινός παρανομοστής είναι η αύξηση των ιδιωτικών επενδύσεων για την αύξηση της παραγωγικότητας, με την υποστήριξη διευκολυντικής νομισματικής πολιτικής.
Και τι μας υποδεικνύει αυτός ο κοινός παρονομαστής; Ότι ο κόσμος είναι ένα επικίνδυνο μέρος, αλλά οι ανταμοιβές για έναν μακροπρόθεσμο επενδυτή που δεν χάνει το έδαφος κάτω από τα πόδια του με τυχόν βίαιες βραχυπρόθεσμες διακυμάνσεις, παραμένουν ελκυστικές χάρη στις νέες συνθήκες παραγωγικότητας που κτίζει σταδιακά η πρόοδος της AI.
- Καθυστέρηση αύξησης κερδοφορίας από τις επενδύσεις στην ΑΙ
Πόσο απέχουμε όμως από αυτές τις νέες συνθήκες παραγωγικότητας;
Με τις τιμές των μετοχών τεχνολογίας κοντά σε υψηλά ρεκόρ, υπάρχει πάντα η πιθανότητα η ιστορία της Τεχνητής Νοημοσύνης να χάσει προς στιγμήν την λάμψη της και οι επενδυτές να κουραστούν από τους ατελείωτους κύκλους δαπανών χωρίς εμφανείς αυξήσεις στα κέρδη ή την παραγωγικότητα.
Ως εκ τούτου, δεν μπορούμε να αποκλείσουμε το σενάριο να δούμε φέτος τις τιμές των μετοχών τεχνολογίας υψηλής κεφαλαιοποίησης να μένουν στάσιμες, ακόμη και όταν τα κέρδη συνεχίζουν να βελτιώνονται, γεγονός που θα οδηγήσει σε χαμηλότερα επίπεδα αποτίμησης – άρα δελεαστικά σημεία εισόδου- και ίσως υψηλότερες αποτιμήσεις για υποτιμημένους τομείς όπως η υγειονομική περίθαλψη και τα υλικά.
Το βάρος στις μετοχές παραμένει στη Wall Street
Το 2024, το μακροοικονομικό πλαίσιο επέτρεψε στις αγορές μετοχών να ανεβάσουν ταχύτητα, με τις επιδόσεις να επικεντρώνονται κυρίως τον τεχνολογικό τομέα των ΗΠΑ.
Για το 2025, αναμένουμε ένα περιβάλλον όπου η δυνατότητα επιλογής των σωστών τομέων και εταιρειών θα είναι πρωταρχικής σημασίας.
Οι αμερικανικές μετοχές παραμένουν στο επίκεντρο, όχι μόνο λόγω των ισχυρότερων οικονομικών προοπτικών, αλλά και επειδή οι εταιρείες μπορούν να ανταποκριθούν καλύτερα στις προσδοκίες αύξησης των κερδών.
Οι ΗΠΑ προβλέπεται να επιτύχουν μια ήπια προσγείωση, με την ανάπτυξη να ομαλοποιείται γύρω στο 2,1% σύμφωνα με τις τελευταίες εκτιμήσεις της Fed.
Το τελικό νούμερο βέβαια στους ρυθμούς ανάπτυξης θα εξαρτηθεί από τον βαθμό κατά τον οποίο ο Ντόναλντ Τραμπ θα εκπληρώσει τις προεκλογικές του υποσχέσεις όσον αφορά την εμπορική του πολιτική.
Όπως και να έχει, οι περισσότεροι αναλυτές καταλήγουν στην εκτίμηση ότι οι ΗΠΑ βρίσκονται σε τροχιά για ένα σενάριο ήπιας προσγείωσης, οπότε η ανάπτυξη θα πρέπει να ομαλοποιηθεί πέριξ του 2,1% έως το 2025, ελαφρώς πάνω από την πιθανή μακροπρόθεσμη ανάπτυξη -εκτιμάται στο 1,8%- καθώς η κατανάλωση μειώνεται σύμφωνα με τους μισθούς σε μια λιγότερο στενή αγορά εργασίας (σ.σ:αναμένεται επιστροφή στο 2019).
Η πιθανή παράταση των προηγούμενων φορολογικών περικοπών του Τραμπ –TCJA- στα τέλη του 2025 συνυπολογίζεται σε αυτό το βασικό σενάριο και θα συμβάλει στη διατήρηση του ρυθμού ανάπτυξης της αμερικανικής οικονομίας.
Η εφαρμογή δασμών 60% στα κινεζικά προϊόντα φαίνεται επίσης πιθανή, καθώς για πολλούς αναλυτές είναι απόλυτα δικαιολογημένη από τις αναγνωρισμένες αθέμιτες επιδοτήσεις παραγωγής από το Πεκίνο.
Και τα δύο αυτά δημοφιλή μέτρα βέβαια θα μπορούσαν να εμποδίσουν την τρέχουσα πτώση του πληθωρισμού των αγαθών. Μια βραχυπρόθεσμη όμως άνοδος του πληθωρισμού δεν θα βοηθήσει την Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ να διατηρήσει μια λιγότερο περιοριστική πολιτική, κάτι που θα την φέρει σε ευθεία αντιπαράθεση με τον νέο ένοικο του Λευκού Οίκου.
Κατά γενική ομολογία πάντως, ενώ οι δασμοί αποτελούν κίνδυνο για τις προσδοκίες για τον πληθωρισμό, οι Κεντρικές Τράπεζες αναμένεται να συνεχίσουν να μειώνουν τα επιτόκια το 2025, απλά με διαφορετική ταχύτητα η κάθε μια, με τη Fed να υιοθετεί ίσως έναν από τους πιο χαλαρούς ρυθμούς μείωσης των επιτοκίων, κάτι που θα ευνοήσει ακόμα περισσότερο το αμερικανικό νόμισμα.
Με ανάπτυξη όμως που είναι ακόμα εύρωστη και με περαιτέρω χαλάρωση εν όψει, ακόμα και αν είναι μικρότερη της αναμενόμενης λόγω πληθωριστικών πιέσεων, το σκηνικό για τις αμερικανικές μετοχές παραμένει μάλλον θετικό, αν και δεν αποκλείονται σκαμπανεβάσματα στην περίπτωση που επαληθευτεί μια βραχυπρόθεσμη άνοδος του πληθωρισμού.
Όσον αφορά την αγορά ομολόγων, μπορεί να ανακτήσει το ενδιαφέρον το 2025, αλλά όπως θα δούμε παρακάτω, προτιμάμε τα πιο βραχυπρόθεσμα από τα μακροχρόνια ομόλογα, τα οποία παραμένουν ευάλωτα στις ανησυχίες για τη βιωσιμότητα του δημόσιου χρέους.
Επιστρέφοντας στις μετοχές, ενώ η ισχυρή ζήτηση για Τεχνητή Νοημοσύνη - AI - ενίσχυσε αρχικά τις μετοχές τεχνολογίας, πιστεύουμε ότι η διάδοσή της σε ολόκληρη την οικονομία θα επιτρέψει τη διεύρυνση των επιδόσεων στις αγορές μετοχών, ειδικά σε κάποιες συγκεκριμένες κατηγορίες.
Αν και οι τρέχουσες αποτιμήσεις περιορίζουν τη δυνατότητα αυτής της διεύρυνσης, πιστεύουμε ότι ακόμα και οι μικρές τεχνικές διορθώσεις αξίζουν της προσοχής μας. Άλλωστε η κοινότητα των διαχειριστών συνεχίζει να αυξάνει τη στάθμιση των αμερικανικών μετοχών, παρά το ράλι.
Οι περισσότεροι αναλυτές αποδίδουν την ανθεκτικότητα του αμερικανικού χρηματιστηρίου κατά την τελευταία δεκαετία σε ένα σύνολο εξαιρετικών συνθηκών που στηρίζουν την οικονομική ανάπτυξη.
Καταρχάς, το μεγάλο μέγεθος της αμερικανικής οικονομίας και οι τεράστιοι φυσικοί πόροι της, αποτελούν δύο γερά θεμέλια. Έπειτα, υπάρχει η εταιρική κουλτούρα της καινοτομίας, η οποία υποστηρίζεται από μια χρηματοπιστωτική αγορά που όλοι εμπιστεύονται και ως εκ τούτου αποτελεί μια μεγάλη δεξαμενή χρηματοδότησης.
Η ευρωστία βέβαια της χρηματοπιστωτικής αγοράς των ΗΠΑ οφείλεται εν μέρει στο νόμισμα τους. Το δολάριο είναι το νόμισμα του παγκόσμιου εμπορίου και αντιπροσωπεύει πάνω από το 58% των παγκόσμιων συναλλαγματικών αποθεμάτων.
Μπορεί η κυριαρχία του δολαρίου να αμφισβητείται από την επιθυμία των αναδυόμενων χωρών να μειώσουν την εξάρτησή τους από το συγκεκριμένο νόμισμα, όμως συμφωνούμε με εκείνη τη μερίδα των αναλυτών που υποστηρίζουν ότι οι φόβοι για «αποδολαριοποίηση» είναι υπερβολικοί.
Τέλος η εταιρική κουλτούρα της καινοτομίας υποστηρίζεται απόλυτα και από τους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής, οι οποίοι έχουν εφαρμόσει τολμηρά μέτρα, όπως ο νόμος για τις φορολογικές περικοπές και τις θέσεις εργασίας του 2017 -TCJA- ή ο νόμος του 2022 για τα CHIPS and Science.
Όλα αυτά βοήθησαν και βοηθούν τις αμερικανικές εταιρείες να παρουσιάσουν εκθετική αύξηση κερδών σε σύγκριση με τις αντίστοιχες ομόλογους τους στον υπόλοιπο κόσμο και υποστηρίζουν την απόδοση του αμερικανικού χρηματιστηρίου και το αυξανόμενο βάρος των αμερικανικών μετοχών στα παγκόσμια χαρτοφυλάκια.
Κλείνοντας να αναφέρουμε ότι αναμένονται κέρδη ρεκόρ για δεύτερη χρονιά το 2025 από τις αμερικανικές εταιρείες, και όχι μόνο από εκείνες του τεχνολογικού τομέα. Οι τομείς όπως η υγειονομική περίθαλψη, τα υλικά και οι βιομηχανικοί κλάδοι αναμένεται να δουν σημαντικές αυξήσεις κερδών, ενώ όπως θα δούμε στη συνέχεια ο κλάδος του εξηλεκτρισμού παραμένει στις πρώτες γραμμές του επενδυτικού ενδιαφέροντος για τους πιο μακροπρόθεσμους.
Οι εκτιμήσεις για την αύξηση κερδών το 2025 σύμφωνα με την LSEG διαμορφώνονται ως εξής:
Τεχνολογία 21%
Υγειονομική περίθαλψη 20%
Βιομηχανικά 19%
Υλικά 18%
Καταναλωτικά προϊόντα 5%
Ενέργεια 4%
Συνοπτικά, φέτος αναμένεται ρεκόρ εταιρικών κερδών με αύξηση πέριξ του 15% και ρεκόρ καθαρών περιθωρίων κέρδους πέριξ του 12%.
Αν οι προβλέψεις αυτές επαληθευτούν, δικαίως η Wall Street κερδίζει την μεγαλύτερη στάθμιση μέσα σε ένα χαρτοφυλάκιο.
Οι προσδοκίες για Ευρώπη και Ασία - Ξεχωριστή θέση για την Ελλάδα
Από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού τώρα, παρά τις ελκυστικές αποτιμήσεις στην Ευρωζώνη, παραμένουμε επιφυλακτικοί και ταυτόχρονα επιλεκτικοί λόγω της διαφορετικής οικονομικής δυναμικής που επιβάλλει η προοπτική δημοσιονομικής εξυγίανσης, αλλά και λόγω του αυξανόμενου προστατευτισμού που θα μπορούσαν να επηρεάσουν την περιοχή.
Ως εκ τούτου, επιλέγουμε ευρωπαϊκές μετοχές με σοβαρό εξαγωγικό αποτύπωμα εκτός Γηραιάς Ηπείρου.
Η εγχώρια ζήτηση θα είναι η πρωταρχική πηγή ανάπτυξης τόσο στην Ευρώπη όσο και στην Κίνα, καθώς η τάση αποπαγκοσμιοποίησης συνεχίζεται και υπογραμμίζει τον κίνδυνο εξάρτησης από το εξωτερικό εμπόριο.
- Η αποκλίνουσα ανάπτυξη εντός της Ευρωζώνης θα συνεχιστεί το 2025
Η Γερμανία αποτελεί την κύρια αβεβαιότητα στην περιοχή καθώς βασίζεται στην υπερβολική αποταμίευση των νοικοκυριών - 20% των εσόδων το δεύτερο τρίμηνο- η οποία βέβαια θα μπορούσε να «ξεκλειδωθεί» με την πτώση των επιτοκίων που δρομολογούνται από την ΕΚΤ, αλλά την ίδια στιγμή οι πολιτικές αβεβαιότητες συνεχίζουν να υπονομεύουν την επιχειρηματική εμπιστοσύνη.
Η ξαφνική διάλυση του κυβερνητικού συνασπισμού θα ανοίξει ξανά τη συζήτηση γύρω από το συνταγματικό φρένο χρέους και την αυξανόμενη ανάγκη για τόνωση των επενδύσεων στη Γερμανία. Ο σχηματισμός μιας νέας κυβέρνησης απαιτεί χρόνο, αλλά ίσως αποτελεί μια αχτίδα ελπίδας...
Δυστυχώς, τα καλά νέα τελειώνουν εδώ. Η Γερμανία συνεχίζει να βρίσκεται σε άμυνα τόσο όσον αφορά τον φορολογικό ανταγωνισμό με τις ΗΠΑ - έχει τον έκτο υψηλότερο συντελεστή φορολογίας εισοδήματος επιχειρήσεων στον ΟΟΣΑ, με 29,9% - όσο και όσον αφορά τον ανταγωνισμό τιμών με την Κίνα.
Στη δεύτερη οικονομία της Ευρωζώνης, τη Γαλλία, όπου ο λόγος δημόσιου χρέους προς ΑΕΠ θα φθάσει στο 115% το 2025, οι διαρθρωτικές προσπάθειες για τον περιορισμό των δαπανών αν και δύσκολες πολιτικά, είναι απαραίτητες, με μια προσαρμογή άνω του 1% του ΑΕΠ να προβλέπεται στο προσχέδιο προϋπολογισμού. Σημειωτέον ότι σύμφωνα με έρευνα της CA, τα τελευταία 20 χρόνια υπήρξε μόνο μία περίπτωση δημοσιονομικής σύσφιξης πάνω από μία ποσοστιαία μονάδα του ΑΕΠ στη Γαλλία.
Για την Ισπανία και την Ιταλία, η εγχώρια δημοσιονομική σύσφιξη πιθανότατα θα αντισταθμιστεί τουλάχιστον εν μέρει από τις δαπάνες του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας της ΕΕ, οι οποίες αναμένεται να αυξηθούν το επόμενο έτος πριν από την προθεσμία του 2026 (σ.σ:μόνο το 40% των 650 δισεκατομμυρίων ευρώ που έχουν διατεθεί στις χώρες έχει εκταμιευτεί).
Όσο για την Ελλάδα, όσο και αν μας φαίνεται περίεργο μετά τη δημοσιονομική περιπέτεια της προηγούμενης δεκαετίας, έχει κάνει ήδη τις επώδυνες προσαρμογές, με αποτέλεσμα να έχει αφήσει πίσω τα χρόνια της κρίσης και να χαράσσει σταθερή πορεία, ενώ την ίδια στιγμή έχει στη διάθεσή της τα εργαλεία εκείνα που απαιτούνται για να αντιμετωπίσει τις αστάθειες που μπορεί να κρύβει το 2025.
Όχι ότι δεν υπάρχουν στην χώρα μας και κακώς κείμενα, για τα οποια το πολιτικό σύστημα πρέπει να δείξει τη διορρατικότητα και την ωριμότητα να εξαλείψει, όπως για παράδειγμα το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών, το επενδυτικό κενό, το χαμηλό κατά κεφαλήν ΑΕΠ κ.α.
Όμως σε σχέση με πολλές άλλες ευρωπαϊκές χώρες, η Ελλάδα έχει σαφώς καλύτερο σημείο εκκίνησης, κάτι που δεν θα αφήσει αδιάφορη την επενδυτική κοινότητα.
To 2024 ήταν η 4η συνεχόμενη θετική χρονιά για τον Γενικό Δείκτη του Ελληνικού Χρηματιστηρίου (2021: +10,4%, 2022: +4,1%, 2023: +39,1%), ενώ για πρώτη φορά στην ιστορία, τα δεκαετή γαλλικά κρατικά ομόλογα είχαν υψηλότερη απόδοση στην δευτερογενή αγορά από την ελληνική δεκαετία, κάτι που αποτέλεσε πρώτο τίτλο ειδήσεων σε πολλά διεθνή ειδησιογραφικά πρακτορεία.
Το πρωτογενές πλεόνασμα δε της ελληνικής οικονομίας, το 2025 αναμένεται να κυμανθεί πέριξ του 2,5% και να είναι το τέταρτο μεγαλύτερο της Ευρωπαϊκής Ένωσης
Γυρνώντας στη συνολική εικόνα, η Ευρωζώνη με αμφότερους τους κύριους οικονομικούς κινητήρες σε χαμηλά επίπεδα το 2025, αναμένεται να αναπτυχθεί λιγότερο από 1% το 2025. Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα μπορεί να χρειαστεί να μειώσει τα επιτόκια πιο επιθετικά εάν η αύξηση του ευρωπαϊκού ΑΕΠ εξασθενήσει σημαντικά. Ωστόσο, μια σημαντική υποτίμηση του ευρώ παράλληλα με τα ευρωπαϊκά δασμολογικά αντίποινα θα μπορούσε να τονώσει τους φόβους για τον πληθωρισμό, κάτι που μπορεί να οδηγήσει την Κριστίν Λαγκάρντ σε πραγματικό αδιέξοδο.
Το Ηνωμένο Βασίλειο θα μπορούσε ωστόσο να είναι ένας τομέας υπεραπόδοσης, επωφελούμενος από την ανανεωμένη πολιτική δυναμική, την εμφανή στάση συμφιλίωσης με τις ΗΠΑ και της πιθανής προσέγγισης με την Ευρωπαϊκή Ένωση.
- Η αλλαγή στις αλυσίδες εφοδιασμού ωφελεί πρωτίστως τα μέλη της ΑSEAN
Μια μεθοδική και μελετημένη επιλογή μετοχών αναδυόμενων αγορών έχει νόημα, ειδικά στην Ασία όπου το αναπτυξιακό δυναμικό υποστηρίζεται από έναν συνεχιζόμενο κύκλο νομισματικής χαλάρωσης και την προοπτική κινεζικών κινήτρων που θα μπορούσαν να λειτουργήσουν ως περιφερειακός καταλύτης.
Οι πολιτικές αβεβαιότητες οδήγησαν σε παγκόσμιους δασμούς κατά της Κίνας, μειώνοντας τις κινεζικές εξαγωγές το 2023 κατά 4,7% παγκοσμίως και 13% στις ΗΠΑ. Σε απάντηση, η Κίνα ξεκίνησε ισχυρά μέτρα στήριξης στα τέλη του 2024, εστιάζοντας στην αναδιάρθρωση της βιομηχανίας και τη δημοσιονομική στήριξη.
Συντασσόμαστε λοιπόν με τον Φράνσις Ταν της CA, ο οποίος θεωρεί αυτές τις προσπάθειες ως σταθεροποιητικές, με θετικές επιπτώσεις για τις αναδυόμενες αγορές –EM- και ειδικά για την Ένωση Εθνών της Νοτιοανατολικής Ασίας, γνωστή με το ακρωνύμιο ASEAN.
Η αλλαγή στις αλυσίδες εφοδιασμού, υποκινούμενη από τις εμπορικές εντάσεις ΗΠΑ-Κίνας, ωφελεί την ASEAN, η οποία επίσης γνωρίζει ισχυρή δημογραφική ανάπτυξη, αυξημένες άμεσες ξένες επενδύσεις και φιλικές προς την αγορά μεταρρυθμίσεις.
Οι δυναμικές οικονομίες της ASEAN είναι έτοιμες να συνεχίσουν να οδηγούν την παγκόσμια ανάπτυξη και ως εκ τούτου παραμένουμε θετικοί σε μια επιλεκτική επιλογή μετοχών των χωρών αυτών.
Ανοίγοντας το πλάνο, να σημειώσουμε ότι τα εκλογικά αποτελέσματα ήταν μικτά στον αναδυόμενο κόσμο όσον αφορά τη σταθερότητα.
Η Ινδία βίωσε την πτώση των κυβερνήσεων πλειοψηφίας, κάτι που θα μπορούσε να καταστήσει δυσκολότερη την προώθηση της μεταρρυθμιστικής ατζέντας.
Στο Μεξικό, η συνέχεια στην ηγεσία με την Πρόεδρο Claudia Sheinbaum μπορεί να επιτρέψει κάποια συνέπεια πολιτικής. Ωστόσο, η κυβέρνησή της αντιμετωπίζει προκλήσεις, συμπεριλαμβανομένης της διαχείρισης ενός υψηλού ελλείμματος και της επικείμενης επαναδιαπραγμάτευσης της Συμφωνίας Ηνωμένων Πολιτειών-Μεξικού-Καναδά –USMCA- για το εμπόριο το 2026, η οποία θα περιορίσει την ευελιξία της πολιτικής της, κυρίως με την Κίνα.
Συμπερασματικά λοιπόν η Ασία θα συνεχίσει να είναι ο κύριος μοχλός της αύξησης του ΑΕΠ το 2025, παρόλο που η Κίνα κόβει ταχύτητα και η ανάπτυξη της Ινδίας θα πρέπει να ομαλοποιηθεί στα προ πανδημίας επίπεδα.
Επιπλέον, ο συνεχιζόμενος μετασχηματισμός της παγκοσμιοποίησης θα βαθύνει και ως εκ τούτου οι αναδυόμενες αγορές είναι ευάλωτες στους δασμούς που επιβάλλονται στην Κίνα, καθώς δεν εμποδίζουν μόνο την ανάπτυξη της Κίνας, αλλά επηρεάζουν και τις οικονομίες που εξαρτώνται από αυτήν.
Ωστόσο, χώρες όπως το Βιετνάμ, η Ινδία και η Νότια Κορέα θα μπορούσαν να επωφεληθούν από πιθανούς δασμούς στην Κίνα, όπως άλλωστε είναι ήδη εμφανές από το 2024. Έτσι, η Ασία αναμένεται να ξεπεράσει τη Λατινική Αμερική.
Όσον αφορά δε την τελευταία, αναμένεται η ισχύς της ανάπτυξης του ΑΕΠ της Βραζιλίας να ξεχωρίσει έναντι του Μεξικού.
Ομόλογα
Τα μεσοβραχυπρόθεσμα ομόλογα στην πρώτη λίστα επιλογής
Η συσχέτιση μεταξύ μετοχών και ομολόγων είναι πιθανό να ομαλοποιηθεί, επιστρέφοντας στα ομόλογα τον παραδοσιακό ρόλο τους ως αντισταθμιστή κινδύνου στα χαρτοφυλάκια.
Καθώς ξεκινά το 2025, οι αυξανόμενες αποδόσεις των μακροπρόθεσμων ομολόγων αποτελούν ίσως τη μεγαλύτερη πρόκληση για την ανοδική αγορά. Η απόδοση του 10ετούς ομολόγου των ΗΠΑ κινείται τις πρώτες ημέρες του έτους στο 4,6%, ένα από τα υψηλότερα επίπεδα από τον περσινό Μάιο.
Πολλοί αναρωτιούνται αν η πίεση από τις αποδόσεις των ομολόγων περάσει κάποια στιγμή στις μετοχές.
Η αλήθεια είναι ότι δεν μπορούμε να δώσουμε μια συγκεκριμένη απάντηση, καθώς δεν έχει αναδειχθεί τις τελευταίες δεκαετίες ένα «όριο» που αν το ξεπεράσει η απόδοση του 10ετούς προκαλεί αυτόματα τη διόρθωση των μετοχών.
Αυτό μπορεί πράγματι να συμβεί όταν οι αποτιμήσεις στις αγορές μετοχών είναι υψηλές, όπως για παράδειγμα ήταν το 1994 και το 2022. Όμως μπορεί να συμβεί και όταν οι αγορές των μετοχών δεν είναι στα υψηλά τους επίπεδα, όπως για παράδειγμα το 2018.
Όπως και να έχει, μια κίνηση πάνω από το 4,75% θα μπορούσε να προκαλέσει μια αύξηση του volatility στις μετοχές και πάνω από το 5% θα μπορούσε να είναι μια «απειλή» για την ανοδική αγορά.
Δεν πρέπει άλλωστε να ξεχνάμε ότι η αγορά μπορεί την ένστανσή της για τις υψηλότερες δαπάνες να την «υποβάλλει» επιβάλλοντας υψηλότερα επιτόκια.
Από την άλλη πλευρά, ο κύκλος νομισματικής χαλάρωσης βρίσκεται σε εξέλιξη, ωφελώντας ιδιαίτερα τα βραχυπρόθεσμα έως ενδιάμεσα ομόλογα.
Αντίθετα, τα μακροπρόθεσμα ομόλογα παραμένουν ευάλωτα σε ανησυχίες σχετικές με τη βιωσιμότητα του δημόσιου χρέους.
Γεωγραφικά, τα ευρωπαϊκά κρατικά ομόλογα, ενώ προσφέρουν χαμηλότερες αποδόσεις, θα μπορούσαν να επωφεληθούν από πιο έντονες μειώσεις επιτοκίων, προσφέροντας τη δυνατότητα για πρόσθετη ανατίμηση κεφαλαίου σε σχέση με τα κρατικά ομόλογα των ΗΠΑ.
Επαναλαμβάνουμε επίσης, την εστίασή μας σε υψηλής ποιότητας εταιρικό χρέος και στα καλύτερα τμήματα υψηλής απόδοσης, τα οποία μας επιτρέπουν να επωφεληθούμε από ένα ελκυστικό επίπεδο απόδοσης που αντισταθμίζεται κατάλληλα για τον ενσωματωμένο κίνδυνο.
Για τους πιο τολμηρούς, το χρέος αναδυόμενων αγορών σε τοπικό νόμισμα έχει φέτος ξεχωριστό ενδιαφέρον.
Μετοχές
Η κρίσιμη διασταύρωση του τομέα ΑI και Ενέργειας
Κατά την άποψη μας και οι δύο κλάδοι είναι πιθανό να συνεχίσουν να προσελκύουν τεράστιες επενδύσεις και ως εκ τούτου κάθε διόρθωση είναι ευκαιρία αύξησης στάθμισης.
Η Τεχνητή Νοημοσύνη -AI- οδηγεί επί του παρόντος μια ανοδική αγορά στις μετοχές τεχνολογίας των ΗΠΑ. Η AI παρά το υψηλό κόστος ανάπτυξης και την αυξανόμενη ζήτηση για ενέργεια, πρόκειται να οδηγήσει στην αύξηση της παραγωγικότητας όπως έκαναν οι προηγούμενες τεχνολογικές επαναστάσεις στο παρελθόν.
Tα τελευταία 200 χρόνια, η παγκόσμια οικονομία έχει υποστεί πολλές τεχνολογικές επαναστάσεις: H έλευση του ηλεκτρισμού και η ανάπτυξη των σιδηροδρόμων τον 19ο αιώνα, η επέκταση του τηλεφώνου στις αρχές του 20ου αιώνα, η άνοδος των προσωπικών υπολογιστών στη δεκαετία του 1970 και η εμφάνιση του Διαδικτύου στα τέλη της δεκαετίας του 1990.
Μια καλή άσκηση λοιπόν προκειμένου να συνειδητοποιήσει κανείς τι σημαίνει να «καβαλήσεις» το κύμα μιας τεχνολογικής επανάστασης, είναι να δει διαχρονικά την εξέλιξη των αντίστοιχων μετοχών, αφαιρώντας τα ενδιάμεσα σκαμπανεβάσματα, τα οποία βέβαια αποδείχθηκαν εξαιρετικά σημεία εισόδου.
Η τρέχουσα δεκαετία δεν είναι διαφορετική, καθώς σηματοδοτείται από μια νέα τεχνολογική επανάσταση: την Τεχνητή Νοημοσύνη και ειδικότερα τη Γενετική Τεχνητή Νοημοσύνη. Η Generative AI –GenAI- είναι ένας κλάδος της Τεχνητής Νοημοσύνης που μπορεί να δημιουργήσει νέο περιεχόμενο - όπως κείμενο, εικόνες, μουσική ή ολόκληρα εικονικά περιβάλλοντα - μαθαίνοντας μοτίβα και δομές από υπάρχοντα δεδομένα.
Εδώ θα ανοίξουμε μια μικρή παρένθεση:Ένα τεράστιο κεφάλαιο πάνω στην Ηθική της GenAI εδράζεται ακριβώς στο τι δεδομένα παρέχονται για την εκπαίδευση της. Αυτή τη στιγμή δεν υπάρχει δυστυχώς κανένα θεσμικό πλαίσιο και ο κάθε τεχνολογικός κολοσσός επιλέγει «κατά βούληση». Όπως με τα παιδιά μας όμως, έτσι και η GenAΙ θα διαμορφωθεί «όπως τη μάθουμε».
Τα μέτρα και τα σταθμά που θα επιλεγούν για την εκπαίδευση της GenAI είναι το μεγαλύτερο διακύβευμα και πρόκληση της ανθρωπότητας για τη δεκαετία που διανύουμε.
Η δεύτερη πρόκληση είναι πόσο μεγάλη θα επιλεχθεί να είναι η βεντάλια πρόσβασης σε αυτή την τεχνολογία. Μια μεγάλη βεντάλια πρόσβασης θα μπορούσε ακόμα και να εξαλείψει την ανισότητα...
Χρησιμοποιώντας τεχνικές όπως τα νευρωνικά δίκτυα και η βαθιά μάθηση, τα παραγωγικά μοντέλα Τεχνητής Νοημοσύνης μπορούν να παράγουν εξαιρετικά ρεαλιστικά και καινοτόμα αποτελέσματα που μιμούνται την ανθρώπινη δημιουργικότητα. Οι επενδυτές λοιπόν ήδη αναζητούν τον πιθανό αντίκτυπο που θα μπορούσε να έχει η Τεχνητή Νοημοσύνη στην παγκόσμια οικονομία και πώς θα μπορούσε να επηρεάσει τις μετοχές σε διαφορετικούς τομείς.
Τομείς όπως η GenAI, προσφέρουν τεράστιες οικονομικές δυνατότητες σε αρκετούς κλάδους όπως π.χ o αυτοματισμός, η ρομποτική, η συμπληρωματικότητα εργασιών, η ιατρική έρευνα κ.ο.κ.
Η στήλη πιστεύει ότι οι πραγματικές εξελίξεις στην Τεχνητή Νοημοσύνη θα μπορούσαν να ξεπεράσουν κατά πολύ τις τρέχουσες προσδοκίες μας, ακόμα και αν τα δύο αμέσως επόμενα χρόνια υπάρξει κάποια μικρή απογοήτευση για τον άμεσο αντίκτυπο της ΑΙ στην παραγωγικότητα και στα κέρδη των εταιρειών που έχουν επενδύσει τεράστια ποσοστά για την ανάπτυξη της.
Εν ολίγοις, ο πιο σημαντικός ίσως βραχυπρόθεσμος κίνδυνος είναι το χάσμα μεταξύ της ταχύτητας με την οποία μπορεί να αναπτυχθεί η Τεχνητή Νοημοσύνη και του ρυθμού με τον οποίο υιοθετείται.
Θυμηθείτε τον Ρόμπερτ Σόλοου, τον βραβευμένο με Νόμπελ Αμερικανό οικονομολόγο που παρατήρησε κάποτε: «Μπορείτε να δείτε την εποχή των υπολογιστών παντού εκτός από τις στατιστικές παραγωγικότητας».
Ο Σόλοου υπογράμμισε απλά το γεγονός ότι η ταχεία επέκταση των προσωπικών υπολογιστών στις δεκαετίες του 1970 και του 1980 απέτυχε να ενισχύσει σημαντικά την παραγωγικότητα κατά τη διάρκεια εκείνης της περιόδου.
Αυτή η παρατήρηση πιθανότατα ισχύει και για άλλες τεχνολογίες, όπως το Διαδίκτυο ή το 5G. Πράγματι, συχνά ο αρχικός ενθουσιασμός γύρω από τις νέες τεχνολογίες εξασθενεί λίγο μετά την εμφάνιση τους, καθώς οι πρακτικές εφαρμογές τους αποδεικνύονται πιο χρονοβόρες από ό,τι αρχικά αναμενόταν, για να επανέλθει δριμύτερος όταν αρχίσει η ευρεία υιοθέτηση του εκάστοτε σκέλους της τεχνολογικής επανάστασης.
Αν και δεν είμαστε σίγουροι κατά πόσο θα μπορούσαμε να βιώσουμε φέτος μια τέτοια «κοιλιά» του αρχικού επενδυτικού ενθουσιασμού γύρω από τις εταιρείες ΑΙ, εντούτοις θα πρέπει να είμαστε προετοιμασμένοι και για αυτό το σενάριο, χωρίς όμως να αλλάζει τη συνολική μας προσέγγιση στον πιο καυτό κλάδο της δεκαετίας που διανύουμε.
Βλέπετε, οι τεχνολογίες AI έχουν τη δυναμική να ενισχύσουν την παραγωγικότητα, να εξορθολογίσουν τις λειτουργίες και να προωθήσουν την καινοτομία σχεδόν σε όλους τους κλάδους. Αυτή η αυξημένη αποδοτικότητα μπορεί να οδηγήσει σε ουσιαστική οικονομική ανάπτυξη, καθώς οι εταιρείες θα μπορούν να παράγουν περισσότερα με λιγότερα, να μειώσουν το κόστος και να δημιουργήσουν νέα προϊόντα και υπηρεσίες.
Η Goldman Sachs αναφέρει ότι η υιοθέτηση της GenAI θα μπορούσε να αυξήσει το παγκόσμιο ΑΕΠ κατά σχεδόν 7 τρισεκατομμύρια δολάρια, ή 7% σε μια δεκαετία.
Σε μια έκθεση το Παγκόσμιο Ινστιτούτο McKinsey εμφανίζεται ακόμα πιο αισιόδοξο επισημαίνοντας μια πιθανή αύξηση του ΑΕΠ μεταξύ 17 και 25 τρισεκατομμυρίων δολαρίων, που αντιπροσωπεύει ετήσια αύξηση 1,5-2,4% τα επόμενα 10 χρόνια.
Ωστόσο στο σημείο αυτό να αναφέρουμε και τον αντίλογο που επισημαίνουν οι αναλυτές της Credit Agricole: Σύμφωνα με τον Daron Acemoglu, αποδέκτη του βραβείου Νόμπελ Οικονομικών 2024 και καθηγητή του Ινστιτούτου Τεχνολογίας της Μασαχουσέτης - MIT - η Τεχνητή Νοημοσύνη θα οδηγήσει μεν σε εξοικονόμηση κόστους και βελτιώσεις παραγωγικότητας, όμως δεν υπάρχουν στοιχεία για την επαναστατική επίδραση της στην οικονομία που θα μπορούσαν να επικυρώσουν τόσο σημαντικές επιπτώσεις στην ανάπτυξη του ΑΕΠ.
Σύμφωνα με τον Daron Acemoglu, τα κέρδη παραγωγικότητας με γνώμονα την ΑΙ μπορούν να προέλθουν από:
- Αυτοματοποίηση: Τα μοντέλα ΑΙ θα μπορούσαν να αναλάβουν ορισμένες εργασίες ή να μειώσουν το κόστος τους.
- Συμπληρωματικότητα εργασιών: Οι εργαζόμενοι θα μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν την ΑΙ για να έχουν πρόσβαση σε καλύτερες πληροφορίες αυξάνοντας έτσι την παραγωγικότητά τους.
- Εμβάθυνση του αυτοματισμού: Οι ήδη αυτοματοποιημένες εργασίες θα μπορούσαν να βελτιωθούν περαιτέρω χάρη στην ΑΙ
- Δημιουργία νέων εργασιών: Η ΑΙ θα μπορούσε να δημιουργήσει νέες θέσεις εργασίας που ενισχύουν τη συνολική παραγωγικότητα.
Ο Daron Acemoglu εκτιμά ότι η ΑΙ θα μπορούσε να ενισχύσει το παγκόσμιο ΑΕΠ κατά 0,7% σε μια δεκαετία, που μεταφράζεται σε μια μέτρια ετήσια αύξηση 0,07%.
Ανάλογα με την κλίμακα των επενδύσεων στην ΑΙ πιστεύει ότι ο συνολικός αντίκτυπος στην αύξηση του ΑΕΠ μπορεί να κυμανθεί από 0,9% έως 1,8% σε διάστημα 10 ετών.
Αν και οι εκτιμήσεις του Acemoglu είναι πιο συντηρητικές σε σύγκριση με άλλες μελέτες, ωστόσο δεν είναι καθόλου ασήμαντες.
Συμπεριλαμβάνουν δε το γεγονός ότι η υιοθέτηση της ΑΙ έχει προς το παρόν τεράστιο κόστος.
Αρκεί να αναφέρουμε ότι η εκπαίδευση ενός παραγωγικού μοντέλου AI κοστίζει επί του παρόντος περίπου 10 δισ. δολάρια, και σύμφωνα με τον Dario Amodei, Διευθύνοντα Σύμβουλο της εταιρείας AI Anthropic και πρώην αντιπρόεδρο έρευνας στην OpenAI, αυτό το κόστος θα μπορούσε να δεκαπλασιαστεί ακόμα και να πολλαπλασιαστεί επί χίλια!
Αυτή η κλιμακούμενη δαπάνη ενέχει έναν κίνδυνο: η ανάπτυξη μελλοντικών μοντέλων ΑΙ θα μπορούσε να γίνει τόσο δαπανηρή που νομοτελειακά για ένα σημαντικό χρονικό διάστημα να καταστεί απαγορευτική και σημαντικό εμπόδιο εισόδου για τις νεοφυείς επιχειρήσεις.
Ποιες εταιρείες όμως είναι πιο πιθανό να ωφεληθούν από την ΑΙ;
Η κυριαρχία των ΗΠΑ στην ΑΙ είναι αδιαμφισβήτητη. Οι ΗΠΑ έχουν κάνει σημαντικά βήματα τις τελευταίες δεκαετίες, αλλά πραγματικά τράβηξαν την παγκόσμια προσοχή το 2022 με τη δημόσια κυκλοφορία του ChatGPT.
Έκτοτε, οι αναφορές για Τεχνητή Νοημοσύνη κατά τη διάρκεια κλήσεων κερδών από εταιρείες των ΗΠΑ έχουν εκτοξευθεί από λιγότερες από 500 πριν από το ντεμπούτο του ChatGPT σε πάνω από 3.000 σήμερα.
Αντίθετα, οι ευρωπαϊκές και ασιατικές εταιρείες φαίνεται να υστερούν στην υιοθέτηση της Τεχνητής Νοημοσύνης, με τις αναφορές στην ΑΙ να κυμαίνονται μεταξύ 500 και 900 κάθε τρίμηνο.
Ένας άλλος σηματωρός της υπεροχής των ΗΠΑ είναι ο αριθμός των Κέντρων Δεδομένων-Data Centers. Στις ΗΠΑ μέχρι τον Μάρτιο του 2024 λειτουργούσαν 5.381 Data Centers. H αμέσως επόμενη χώρα ήταν η Γερμανία με μόλις 521.
Η σαφής υπεροχή των ΗΠΑ μπορεί να αποδοθεί σε τομεακές διαφορές, καθώς οι ΗΠΑ φιλοξενούν πολυάριθμες εταιρείες τεχνολογίας που βρίσκονται στην πρώτη γραμμή της ανάπτυξης της ΑΙ. Αυτό υποδηλώνει ότι ο αντίκτυπος της ΑΙ είναι πιθανό να είναι πιο έντονος για τις αμερικανικές εταιρείες σε σύγκριση με τον υπόλοιπο κόσμο, ακόμα και αν μέσα στο παιχνίδι βάλουμε την Κίνα, τη Νότια Κορέα και την Ταϊβάν.
Οι εταιρείες μπορούν να επωφεληθούν από την ΑΙ είτε μέσω της παραγωγής, του marketing και ολόκληρου του οικοσυστήματος τoυς, είτε μέσω της αυτοματοποίησης εργασιών.
Πράγματι, εταιρείες τεχνολογίας που κυμαίνονται από κατασκευαστές ημιαγωγών έως εταιρείες υλικού και λογισμικού είναι έτοιμες να επωφεληθούν από την αυξημένη υιοθέτηση της ΑΙ.
Το ίδιο και οι εταιρείες ρομποτικής. Πέραν της GenAI, η οποία μπορεί να βελτιώσει την παραγωγικότητα σε θέσεις εργασίας υψηλής εξειδίκευσης, η επόμενη σημαντική τάση μπορεί να είναι η ανάπτυξη ρομπότ ικανών να εκτελούν εργασίες χαμηλής ειδίκευσης, από τη συλλογή απορριμμάτων μέχρι την εξόρυξη. (σ.σ: Ωστόσο οι επενδυτές θα πρέπει να είναι ιδιαίτερα υπομονετικοί με τον υποτομέα των ρομπότ υψηλής εξειδίκευσης, δεδομένου ότι η εμπορευματοποίησή τους απέχει ακόμη λίγα χρόνια).
Την ίδια στιγμή όμως, οι επιχειρήσεις Κοινής Ωφέλειας θα μπορούσαν να αναδειχθούν ως οι επόμενοι και πιο άμεσοι μεγάλοι δικαιούχοι των τεχνολογικών εξελίξεων.
Υπενθυμίζουμε, ότι τα μοντέλα ΑΙ απαιτούν τεράστιες ποσότητες δεδομένων για εκπαίδευση, ολοένα και πιο αποδοτικά και ισχυρά τσιπ, και ως εκ τούτου, αυξανόμενη ζήτηση για ηλεκτρική ενέργεια.
Δεν αποτελεί έκπληξη το γεγονός ότι εταιρείες ηλεκτρικής ενέργειας όπως η Vistra ή η Constellation Energy, που έχουν και πυρηνικό πρόσημο, είδαν την τιμή των μετοχών τους να αυξάνεται κάθετα το 2024.
Ούτε είναι τυχαίο ότι ο Sam Altman, ιδρυτής του OpenAI, έγινε πρόεδρος της Oklo, μιας εταιρείας με έδρα την Καλιφόρνια που ειδικεύεται στους μικρούς πυρηνικούς αντιδραστήρες.
Και κάπως έτσι περνάμε στο δεύτερο μεγάλο στοίχημα για τα επόμενα χρόνια που είναι ο Ηλεκτρισμός, ο οποίος επηρεάζει περισσότερους από έναν τομείς.
Βλέπετε, μεταξύ των κρίσιμων μοχλών της ενεργειακής μετάβασης είναι η αντικατάσταση των ορυκτών καυσίμων με ηλεκτρική ενέργεια που θα παράγεται ιδανικά από Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας -ΑΠΕ- σε βασικούς τομείς όπως οι μεταφορές, η βιομηχανία και τα κτίρια, έτσι ώστε να επιτύχουμε τη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου.
Ο παγκόσμιος στόχος της ηλεκτροδότησης είναι ξεκάθαρος: να μειωθεί η εξάρτηση από τα ορυκτά καύσιμα, των οποίων η εξόρυξη και η καύση αποτελούν σημαντικές πηγές εκπομπών αερίων θερμοκηπίου -GHG- και η χρήση ηλεκτρικής ενέργειας που παράγεται από την αιολική, ηλιακή, υδροηλεκτρική ή ακόμα και την πυρηνική ενέργεια να γίνει ευρύτερη.
Μέχρι το 2050, η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας αναμένεται να υπερδιπλασιαστεί και να γίνει πιο πράσινη, με το 70% να προέρχεται από μη ορυκτές πηγές από 11% που είναι σήμερα.
Ήδη η ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας έχει τριπλασιαστεί από το 1980, μια τάση που έχει επιταχυνθεί τα τελευταία χρόνια, λόγω της τεχνολογικής προόδου, της αυξανόμενης ανάγκης για κέντρα δεδομένων, της μετεγκατάστασης ορισμένων βιομηχανιών και της ανόδου της χρήσης των ηλεκτρικών οχημάτων.
Μόνο η ηλεκτρική ενέργεια που καταναλώνεται από τα κέντρα δεδομένων παγκοσμίως αναμένεται σύμφωνα με έκθεση του Διεθνούς Οργανισμού Ενέργειας -IEA- να διπλασιαστεί έως το 2026, κυρίως λόγω πολύπλοκων υπολογισμών που σχετίζονται με την ΑΙ και της ανάπτυξης κρυπτονομισμάτων. Για λόγους σύγκρισης να αναφέρουμε ότι αυτή η αύξηση αντιστοιχεί στην τρέχουσα κατανάλωση της Γερμανίας!
Σύμφωνα με τη McKinsey, η ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας των κέντρων δεδομένων στις Ηνωμένες Πολιτείες αναμένεται να αυξάνεται κατά 15% ετησίως έως το 2030.
Την ίδια στιγμή, οι πολιτικές επανεκβιομηχάνισης των δυτικών χωρών, μετά από δεκαετίες offshoring, αυξάνουν την πίεση στις υπάρχουσες υποδομές.
Αυτή η ταχεία αύξηση της ζήτησης ενέργειας αντιπροσωπεύει μια μεγάλη πρόκληση για τα έθνη και τις εταιρείες, προκειμένου να εξασφαλίσουν έναν αξιόπιστο, σταθερό και σαφώς πιο «πράσινο» εφοδιασμό.
Τομείς λοιπόν, όπως οι Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας, η αποθήκευση ενέργειας, ο μετασχηματισμός δικτύου και τα ηλεκτρικά οχήματα παραμένουν στην πρώτη γραμμή του επενδυτικού ενδιαφέροντος για όσους έχουν ορίζοντα άνω των τριών ετών.
Αυτό βέβαια συνεπάγεται αλλαγές στην παραγωγή, διανομή και κατανάλωση ενέργειας.
Η ηλεκτροδότηση των μεταφορών είναι ίσως το πιο εμβληματικό παράδειγμα, με την άνοδο των ηλεκτρικών οχημάτων. Αλλά αυτή η μετάβαση επηρεάζει και άλλους τομείς.
Τη βαριά βιομηχανία για παράδειγμα, έναν παραδοσιακά μεγάλο καταναλωτή ενέργειας, ή τα συστήματα θέρμανσης κτιρίων, τα οποία στρέφονται επίσης προς ηλεκτρικές λύσεις μέσω τεχνολογιών όπως οι αντλίες θερμότητας και η ηλεκτρόλυση.
Ο ενεργειακός μετασχηματισμός είναι απαραίτητος για την επίτευξη των στόχων για το κλίμα που ορίζονται στη Συμφωνία του Παρισιού και όχι μόνο θα μειώσει τις εκπομπές άνθρακα, αλλά θα περιορίσει επίσης την εξάρτηση από τα ορυκτά καύσιμα, ενισχύοντας έτσι την ενεργειακή ασφάλεια.
Απαιτεί όμως τεράστιες επενδύσεις, καθώς ο εξηλεκτρισμός απαιτεί την ενσωμάτωση προηγμένων λύσεων όπως η αποθήκευση ενέργειας, τα έξυπνα δίκτυα και η μεγάλη κλίμακα πράσινης παραγωγής.
Το 2022 για παράδειγμα, οι παγκόσμιες επενδύσεις μόνο για τον εκσυγχρονισμό του δικτύου άγγιξαν τα 300 δισ. δολάρια. Η αξία της αγοράς ηλεκτρικών καλωδίων είναι άλλο ένα παράδειγμα καθώς αναμένεται να ξεπεράσει τα 170 δισ. δολάρια το 2050 από 61 δισ. δολάρια το 2022. (σ.σ: Σημειωτέον ότι η Ευρώπη θα έχει τον μεγαλύτερο ρυθμό αύξησης στον συγκεκριμένο τομέα, κάτι που πρέπει να λάβουν υπόψιν τους οι επενδυτές που αναζητούν μετοχές με σημαντική growth σε ευρώ).
Αν και η διαδρομή μέχρι την ολοκλήρωση του ενεργειακού μετασχηματισμού είναι εξαιρετικά κοστοβόρα, θα μας οδηγήσει νομοτελειακά στη σταθεροποίηση του ενεργειακού κόστους και εν συνεχεία στον περιορισμό του. Ως εκ τούτου, η αστάθεια που σχετίζεται με τις τιμές του πετρελαίου και του φυσικού αερίου θα εξαλειφθεί και ο εξηλεκτρισμός θα μας εξασφαλίσει μεγαλύτερη οικονομική ανθεκτικότητα.
Μέχρι τότε όμως η μετάβαση παρουσιάζει προκλήσεις όσον αφορά την ενεργειακή ασφάλεια, δεδομένου ότι οι ΑΠΕ όπως η ηλιακή ή η αιολική δεν είναι σταθερές από τη φύση τους, κάτι που απαιτεί επανεξέταση των υποδομών μας προκειμένου να διασφαλιστεί η σταθερότητα και ανθεκτικότητα του ηλεκτρικού δικτύου.
Μέσα από αυτή την οπτική γωνία λοιπόν, οι μετοχές που σχετίζονται με λύσεις αποθήκευσης ενέργειας όπως οι μπαταρίες μεγάλης χωρητικότητας, με τον εκσυγχρονισμό των ηλεκτρικών δικτύων, την εγκατάσταση πρόσθετων και αποκεντρωμένων δυνατοτήτων παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από ΑΠΕ και την ανάπτυξη εξοπλισμού όπως τα ηλεκτρικά οχήματα ή οι αντλίες θερμότητας, έχουν ξεχωριστό ενδιαφέρον για τους μακροπρόθεσμους επενδυτές που θέλουν να τοποθετηθούν σήμερα στον τελείως διαφορετικό κόσμο του αύριο.
Να έχουμε μια υπέροχη χρονιά.
Μαίρη Βενέτη
Aποποίηση Ευθύνης
Το υλικό αυτό παρέχεται για πληροφοριακούς και μόνο σκοπούς. Σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να εκληφθεί ως προσφορά, συμβουλή ή προτροπή για την αγορά ή πώληση των αναφερόμενων προϊόντων. Παρόλο που οι πληροφορίες που περιέχονται βασίζονται σε πηγές που θεωρούνται αξιόπιστες, καμία διασφάλιση δε δίνεται ότι είναι πλήρεις ή ακριβείς και δεν θα πρέπει να εκλαμβάνονται ως τέτοιες.