O οικονομικός και εμπορικός κατακερματισμός που έχει σηματοδοτηθεί τόσο από τη διάρρηξη των σχέσεων της Ρωσίας με τη Δύση, όσο και με τον εμπορικό πόλεμο που οριοθέτησε η πρώτη θητεία του Ντόναλντ Τραμπ ως πρόεδρος των ΗΠΑ, έχουν αναζωπυρώσει την επιθυμία των αναδυομένων αγορών να μειώσουν την εξάρτησή τους από το δολάριο των ΗΠΑ.
Αν και η αποδολαριοποίηση ως προοπτική μπορεί να φαίνεται υπερβολικά φιλόδοξη, εντούτοις οι διαρθρωτικές αλλαγές και οι στρατηγικές διαφοροποίησης των Κεντρικών Τραπεζών ανά τον κόσμο ώθησαν τις τιμές του χρυσού σε νέα ύψη το 2024.
Βλέπετε, ο κύριος «δικαιούχος» της διαφοροποίησης από το δολάριο ήταν ο χρυσός, ο οποίος έως τις 15 Δεκεμβρίου του 2024 είχε κέρδη της τάξης του 28% από τις αρχές του έτους, ενώ από τα χαμηλά του Νοεμβρίου του 2022 έχει σημειώσει άνοδο της τάξης του 61,8%, παρά την απότομη αύξηση του πραγματικού επιτοκίου.
Η ενίσχυση του χρυσού τα τελευταία χρόνια ως έναν αρκετά μεγάλο βαθμό οφείλεται όπως βλέπουμε στο παρακάτω διάγραμμα στην ισχυρή ζήτηση από τις Κεντρικές Τράπεζες προκειμένου να διαφοροποιήσουν τα επίσημα αποθέματά τους.
Οι Κεντρικές Τράπεζες των αναδυομένων οικονομιών, ιδιαίτερα της Κίνας, της Πολωνίας, της Ινδίας και της Τουρκίας, ήταν εκ των σημαντικότερων αγοραστών του χρυσού, προκειμένου να επιδιώξουν μεγαλύτερη ανεξαρτησία από το δολάριο, το οποίο ειδικά μετά το πάγωμα των ρωσικών περουσιακών στοιχείων το 2022, θεωρείται πλέον ως ένα αποτελεσματικό εργαλείο πολιτικού και οικονομικού πολέμου.
Αν και όπως φαίνεται και στο παραπάνω διάγραμμα, η ζήτηση των Κεντρικών Τραπεζών έχει μειωθεί από την κορύφωσή της το 2023, εντούτοις σύμφωνα με έρευνα τον Ιούνιο του 2024 του Παγκόσμιου Συμβουλίου Χρυσού, το 81% των Κεντρικών Τραπεζών αναμένει αύξηση των παγκόσμιων αποθεμάτων χρυσού το 2025.
Αυτή η εκτίμηση για αύξηση των αποθεμάτων χρυσού από τις αναδυόμενες οικονομίες, αντανακλά επίσης την προσπάθειά τους να καλύψουν τη διαφορά με τις προηγμένες οικονομίες, όσον αφορά το ποσοστό των επίσημων αποθεμάτων τους σε χρυσό. Υπενθυμίζουμε ότι οι αναπτυγμένες οικονομίες στα τέλη του 2021 διατηρούσαν το 17% των επίσημων αποθεμάτων τους σε χρυσό, σε σύγκριση με ποσοστό μόλις 7% για τις αναδυόμενες χώρες.
Ο φόβος μιας νέας νομισματικής υποτίμησης
Πέραν όμως από τις γεωπολιτικές ανησυχίες, η υψηλή ζήτηση για το πολύτιμο μέταλλο αντικατοπτρίζει και τις ευρύτερες ανησυχίες σχετικά με τη διαρθρωτική στροφή που συντελείται τις τελευταίες δεκαετίες προς υψηλότερο δημόσιο χρέος και αυξημένη νομισματική προσφορά.
Από το 2019, ο λόγος του χρέους των ΗΠΑ προς το ΑΕΠ έχει ανέβει από 79% σε 97% το δεύτερο τρίμηνο του 2024, με το βασικό σενάριο της Επιτροπής Ομοσπονδιακού Προϋπολογισμού να προβλέπει ότι θα αυξηθεί στο 142% έως το 2035.
Είναι λογικό η εξέλιξη του λόγου χρέους των ΗΠΑ προς ΑΕΠ να εγείρει «διακριτικές» -προς το παρόν- ανησυχίες στους επενδυτές σχετικά με τη βιωσιμότητα του χρέους των ΗΠΑ.
Αν και η κυριαρχία του δολαρίου ως αποθεματικό νόμισμα διευκολύνει τη χρηματοδότηση των ελλειμμάτων των ΗΠΑ σε σύγκριση με άλλες χώρες, εντούτοις έχει απόλυτο δίκιο ο Lucas Meric - Investment Strategist στη Credit Agricole – στην εκτίμησή του ότι υπάρχουν φόβοι ότι η απάντηση στην αυξανόμενη επιβάρυνση του χρέους μπορεί να περιλαμβάνει περισσότερες πληθωριστικές πολιτικές, που ενδεχομένως να οδηγήσουν σε αυτό που ονομάζουμε «νομισματική υποτίμηση».
Ας γυρίσουμε λίγο πίσω. Ιστορικά, οι υποτιμήσεις επιτυγχάνονταν με την ανάμειξη πολύτιμων μετάλλων με μέταλλα χαμηλότερης αξίας, προκειμένου να αυξηθεί η κυκλοφορία του νομίσματος.
Για παράδειγμα, οι Ρωμαίοι αυτοκράτορες προκειμένου να χρηματοδοτήσουν τους πολέμους, μείωσαν σταθερά την περιεκτικότητα των νομισμάτων σε άργυρο από το ποσοστό του 90% επί Νέρωνα σε μόλις 2% τον τρίτο αιώνα μ.Χ.
Στις σύγχρονες οικονομίες, πώς επιτυγχάνουμε το αντίστοιχο αποτέλεσμα; Με τη μορφή εκτεταμένης νομισματικής χαλάρωσης από τις Κεντρικές Τράπεζες. Στην ουσία, από το 1971, όταν τα νομίσματα έπαψαν πλέον να είναι συνδεδεμένα με τον χρυσό, οδηγηθήκαμε σε ουσιαστική απώλεια της αγοραστικής δύναμης του χρήματος. (σ.σ: Λεπτομέρειες αυτής της προσέγγισης/απόδειξης μπορούν οι αναγνώστες της στήλης να διαβάσουν εδώ).
Αρκεί να εξετάσει κανείς την εξέλιξη της αξίας των πραγματικών περουσιακών στοιχείων. Όπως βλέπουμε και στο παρακάτω διάγραμμα, το 1924, η μέση τιμή κατοικίας στις ΗΠΑ ανερχόταν περίπου στα 10.000 δολάρια. Το ποσό αυτό ισοδυναμούσε εκείνη την εποχή με 500 ουγγιές χρυσού.
Σήμερα, με 10.000 δολάρια μόλις και μετά βίας μπορεί κανείς να αγοράσει ένα αυτοκίνητο στις ΗΠΑ, ενώ οι 500 ουγγιές χρυσού αξίζουν 1.323.000 δολάρια, σύμφωνα με το κλείσιμο των συμβολαίων χρυσού την Παρασκευή 13 Δεκεμβρίου του 2024. Ο ευτελισμός της αξίας του χρήματος είναι προφανής.
Αυτή η απόκλιση που δίνει έμφαση στη διαφορά μεταξύ ενός περιουσιακού στοιχείου με θεωρητικά άπειρη προσφορά, όπως είναι το δολάριο των ΗΠΑ και ενός περιουσιακού στοιχείου με ημι-πεπερασμένη προσφορά, όπως είναι ο χρυσός, όχι μόνο υπογραμμίζει, αλλά και αποδεικνύει την ορθότητα της ελκυστικότητας του χρυσού ως αποτελεσματικό μέσο αντιστάθμισης του κινδύνου του πληθωρισμού και διατήρησης της αγοραστικής δύναμης.
Μέσα από αυτό το πρίσμα, ορισμένα σύγχρονα περιουσιακά στοιχεία, όπως ορισμένα κρυπτονομίσματα -π.χ. το Bitcoin- επωφελούνται επίσης από μια πεπερασμένη προσφορά, με αποτέλεσμα ορισμένοι επενδυτές να τα θεωρούν ασφαλές καταφύγιο έναντι της νομισματικής επέκτασης. (σ.σ: Βέβαια ίσως σ’ ένα από τα μεγαλύτερα θέματα του 2025 να εξελιχθεί το κατά πόσον τα τελευταίας τεχνολογίας τσιπ κβαντικού υπολογισμού της Αlphabet, που θα ανοίξουν το δρόμο για μεγάλης κλίμακας κβαντικούς υπολογιστές, θα αποτελέσουν απειλή για την κρυπτογραφική άμυνα. Τουτέστιν, κατά πόσον 3,6 τρισ. δολάρια περιουσιακών στοιχείων κρυπτονομισμάτων θα καταστούν ευάλωτα σε hacking από κβαντικούς υπολογιστές).
Συμπερασματικά, η παγκόσμια οικονομία υφίσταται σημαντικές διαρθρωτικές αλλαγές που χαρακτηρίζονται από αυξημένο γεωπολιτικό κίνδυνο και διογκούμενο δημόσιο χρέος, ενώ την ίδια στιγμή είναι σαφής η τάση του αναδυόμενου κόσμου για αποδολαριοποίηση.
Αυτός ο συνδυασμός έχει ωθήσει την άνοδο του χρυσού από το 2022 και αυτοί οι παράγοντες πιθανότατα θα παραμείνουν κομβικό σημείο για τους επενδυτές και για τα επόμενα χρόνια.
Δεν πρέπει άλλωστε να ξεχνάμε μια εξαιρετικά σημαντική λεπτομέρεια. Το 2021, η Fed άλλαξε την ορολογία του στόχου για τον πληθωρισμό στο 2% σε μέσο στόχο πληθωρισμού, επιτρέποντας περιόδους υπέρβασης.
Τουτέστιν, περισσότερες πληθωριστικές πολιτικές θα μπορούσαν να καταστούν μια ευρέως αποδεκτή λύση για την αντιμετώπιση της επιβάρυνσης του χρέους, ενισχύοντας για τους διαχειριστές τη σημασία του χρυσού ως ένα πραγματικό περουσιακό στοιχείο αντιστάθμισης έναντι της «νομισματικής υποτίμησης».
Επιπλέον, οι αυξημένοι γεωπολιτικοί κίνδυνοι και οι αβέβαιες οικονομικές πολιτικές θα μπορούσαν να μας οδηγήσουν σε περιόδους ασταθούς πληθωρισμού, παρόμοιες με το σοκ στασιμότητας που σημειώθηκε το 2022 και που προκάλεσε ισχυρή διόρθωση, τόσο στις αγορές των μετοχών, όσο και στις αγορές των ομολόγων, στερώντας τους επενδυτές από την παραδοσιακή αντιστάθμιση των ομολόγων.
Ως εκ τούτου, το 2025 απαιτούνται στρατηγικές «παντός καιρού», με χαρτοφυλάκια που να περιλαμβάνουν όχι μόνο μετοχές και ομόλογα, αλλά μια ευρύτερη βάση περιουσιακών στοιχείων και κυρίως πραγματικά περιουσιακά στοιχεία, όπως ο χρυσός ή τα εμπορεύματα.
Aποποίηση Ευθύνης
Το υλικό αυτό παρέχεται για πληροφοριακούς και μόνο σκοπούς. Σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να εκληφθεί ως προσφορά, συμβουλή ή προτροπή για την αγορά ή πώληση των αναφερόμενων προϊόντων. Παρόλο που οι πληροφορίες που περιέχονται βασίζονται σε πηγές που θεωρούνται αξιόπιστες, καμία διασφάλιση δε δίνεται ότι είναι πλήρεις ή ακριβείς και δε θα πρέπει να εκλαμβάνονται ως τέτοιες.
Μαίρη Βενέτη